Άρθρο: Σοφία Βέξλερ


Για την πρώτη βόλτα που θα κάνουμε μαζί, μετά από πολύ δισταγμό, αποφάσισα τελικά να σας πάω.. στην Κούβα. Το ταξίδι αυτό το έκανα το 2009. Τότε είχα γραφτεί σε μία ομαδα στο couch-surfing(ιστοσελίδα φιλοξενίας) που λεγόταν : «I want to go to Cuba, before Castro dies». Μπορεί να μετρούσε κατά κάποιο τρόπο η ιδέα αυτή, να ήθελα να προλάβω την Κούβα του Κάστρο. Και αφού το ήθελε πολύ και μια φιλη μου, κλείσαμε εισιτήρια και φύγαμε! Αθήνα, Λονδίνο, Μαδρίτη και μέτα από περίπου εννιά ώρες στο αεροπλάνο της Cubana, φτάσαμε στην Αβάνα.

Η πρώτη μου εντύπωση; Νομίζω ότι τα δέντρα είναι αυτά που μου πρώτο-τράβηξαν την προσοχή. Κάτι τεράστια δέντρα μες στην πόλη. Έμοιαζαν να βγαίνουν απο ταινία. Όμως, ήμασταν στην Κούβα και κάθε μέρα άπο’ δω και πέρα θα έμοιαζε με σκηνή κινηματογράφου. Πούρα, σάλσα, παραλίες με φοίνικες. Και δεν είχαμε έρθει για οργανωμένο ταξιδι αλλά, όπως παντά, χύμα.

Περπατώντας στην πρωτεύουσα, γνωρίσαμε τον Λάζαρο, ο οποίος εργαζόταν σε εργοτάξιο πούρων. Πήγαμε βόλτα μαζί του και συνταντήσαμε ένα φίλο του που είχε γενέθλια και έψαχνε τρόπο να γιορτάσει τα χρόνια που περνάνε… Έτσι καθίσαμε σ’ένα μαγαζί, στο οποίο δοκιμάσαμε ντόπιες μπύρες. Υπάρχουν! Πούρα, μπύρα και σάλσα! Τα χρόνια πολλά, τα είπαμε, τις μπύρες τις ήπιαμε, το αλμυρό νερό της Καραϊβικής όμως;

1470365_10152554440232828_79587653174062060_n

Κάπως έτσι βρεθήκαμε στην παραλία, στην πιο κοντινή. Μια παραλία κοντά στην πρωτεύουσα, όχι από αυτές που είναι αφιερωμένες σε κάποιο ακριβό ξενοδοχείο για τουρίστες της Δύσης. Απο τους φοίνικες, μάζεψαν οι καινούργιοι μας φίλοι καρύδες και λαχταρήσαμε το ζουμί πάνω στην άσπρη και λεπτή άμμο. Δεν σας παραμυθιάζω. Ωραίο και το νερό αλλά μας περίμενε μεγάλη νύχτα. Ο Χούλιαν Ομπιέντα, ο Σάκης Ρουβάς του νησιού, έπαιζε σ’ ένα κλαμπ, όπου θα πήγαιναν τα δυο αγόρια με τους φίλους τους. Χωθήκαμε κι ‘μεις στο σχέδιο.

1897789_10152554440117828_6731245755323944874_n

Πέρα απο τους πλούσιους αρσενικούς τουρίστες, που ψάχνουν για άλλο είδος ηδονής, το μέρος ήταν γεμάτο ευτυχισμένους ανθρώπους, που εκφράζουν την χαρά της ζωής με τον χορό. Έτσι κάναμε και ’μεις λοιπόν. Έβγαλα και φωτογραφία με τον Χούλιαν, αφού δεν πρόκειται να πάω σε συναυλία του Ρουβά!

Την επόμενη μέρα πήγαμε για εξερεύνηση της πόλης. Τί χρώματα, τί μυρωδιές, τί άνθρωποι! Όλο τραγούδι, χορό και χαρά. Όταν δεν μπορείς να ασχολείσαι με την κατανάλωση, εφόσον δεν υπάρχουν αγαθά παρά μόνο για τις βασικές ανάγκες, έχεις περισσότερο χρόνο να ασχολείσαι μ’ αυτά που μετράνε πραγματικά. Φιλοσοφείς την ζωή και ζεις. Εκπαίδευση έχεις όση θέλεις, γυμναστήρια επίσης. Φαίνεται άλλωστε! Βέβαια υπάρχουν αρκετοί που ονειρεύονται άλλη ζωή, αφού έχουν δίπλα τους τουρίστες με άλλα ρούχα, με άλλες ηλεκτρονικές συσκευές, με άλλες εμπειρίες. Τους έχουν δίπλα, αλλά ζουν “χωρισμένοι”. Είναι τεράστιο το χάσμα, αλλά όχι και τόσο φανερό. Συμβολικό θα το χαρακτήριζα, αφού το νόμισμα που χρησιμοποιούν, είναι διαφορετικό. Είναι όμως και οι τιμές διαφορετικές. Δε μπορούν να επισκεφθούν τους ίδιους χώρους. Μαγαζιά, εστιατόρια και ξενοδοχεία για τουρίστες μόνο, και αν θέλει να μπει ένας ντόπιος, πρέπει να δώσει τόσα λεφτά, που απλά δεν γίνεται να έχει. Υπάρχει μία λογική όμως. Ο τουρίστας πλήρωσε ένα εισιτήριο για το νησί. Θεωρείται πως έχει λεφτά, αφού μπόρεσε να έρθει. Ίσως περιμένει να βρει κάποια άνεση, ίσως και πολυτέλεια. Δεν είναι όλοι σαν κι ‘μας που προτιμούμε ένα κομμάτι γης, από τις 1.000.000.000 αστεριών παραλίες ή ένα άγνωστο σπίτι γεμάτο καινούργιους φίλους, χαρά, εμπειρίες, ζωή, τραγούδια, μπορεί και άγνωστα όργανα, για ξενοδοχέιο. Ζωή, όχι τουρισμό κατανάλωσης! Αλλά, όπως λέγαμε, κάποιοι μας τα χαλάνε όλα και προτιμάνε το μπετόν ένος resort(μιας ακτής). Ασήμαντα πράγματα που δεν χρειάζεται ο Κουβανός να επισκεφτεί. Οι τουρίστες όμως, αφού γενικά συμμετέχουν στον καπιταλισμό, πληρώνουν τιμές παρόμοιες με εκείνες, της Δυτικής Ευρώπης. Είναι, όπως καταλαβαίνετε, ένας παράλληλος κόσμος. Μοιράζονται, για ένα διάστημα, τον ίδιο χώρο αλλά σε άλλες διαστάσεις.

Όπου και να πας, αν επιθυμείς να ανακαλύψεις μια χώρα, μια κουλτούρα, πρέπει να μπεις βαθιά στο κλίμα και αυτό συμβαίνει μόνο, γνωρίζοντας ντόπιους. Και ίσως ισχύει και περισσότερο στην Κούβα, αφού εκεί οι Κουβανοί χωρίζονται από τους τουρίστες, βάσει νόμου. Δεν έχουν δικαίωμα να φιλοξενούν τουρίστες, χωρίς να πάρουν άδεια. Ένας τέτοιος λαός όμως, δεν μπορεί να υπακούει τα πάντα. Έτσι και εμείς μπορέσαμε να γνωρίσουμε καλύτερα την χώρα.

Όταν σχεδιάζαμε το ταξίδι, είχα ρωτήσει την φίλη μου: «Και δεν πάμε Τζαμαϊκα που είναι σχετικά δίπλα, μιας και θα είμαστε εκεί;» και μάλλον δεν της φάνηκε άσχημη ιδέα, αφού μου έκανε δώρο τα εισιτήρια. Πήγαμε στο αεροδρόμιο, έτοιμες για Τζαμάικα, αλλά δεν είχαμε προβλέψει ότι στην Κούβα το Ίντερνετ δεν δουλεύει πολύ καλά, ούτε λοιπόν στο αεροδρόμιο. Είχαν αλλάξει οι ώρες των πτήσεων και δεν μας ενημέρωσε κανείς! Για να μας παρηγορήσουν όμως, μας προσέφεραν δυο νύχτες σε ένα πολυτελέστατο ξενοδοχείο της Αβάνα. Ένα δωμάτιο η κάθε μία. Το κρεβάτι σίγουρα χωρούσε μέχρι και τέσσερα άτομα, αλλά δεν το δοκιμάσαμε. Για να μπει ένας Κουβανός ζητούσαν εκατό ευρώ, πόσο μάλλον για τρεις! Δεν μπορούσαμε να μοιραστούμε αυτή την πολυτέλεια με τους ντόπιους. Και για εμένα τόση πολυτέλεια, ήταν κάτι καινούργιο! Αβάνα Λίμπρε λεγόταν αυτό το μέρος. Ωραίες παραδοσιακές ζωγραφιές κρέμονταν στο χωλ.

Η πόλη ήταν.. τι να σας πω τώρα; Καταπληκτική; Φυσικά και ήταν! Παλιά αυτοκίνητα, παλιά κτίρια, ντόπια γκράφιτι, χαμόγελα! Ορίστε!

10801921_10152554441987828_4777305956637862276_n10849844_10152554447757828_2006601660246056030_n10687202_10152554448012828_8745863939672512314_n10480204_10152554447712828_8886672286103162384_n10858622_10152554447492828_2203146039335800834_n1464131_10152554440277828_9208760412824243740_n 10868189_10152554447452828_3656434074913380808_n

Περάσαμε ακόμα τρεις νύχτες στην πρωτεύουσα, δύο στο Αβάνα Λίμπρε και μία σε καινούργιους φίλους που γνωρίσαμε σε ένα παγκάκι. Τον Σαμουέλ το λιοντάρι και τον Ντένις τον Υδροχόο! Τους γνωρίσαμε, πήραμε το λεωφορείο μαζί τους, πήγαμε στην παραλία και έπειτα στην οικογένεια τους. Στην μαμά, στον μπαμπά και στην θεία! Ήμασταν μακριά από το καθαρό κέντρο, όμως εκεί βρήκαμε μια θερμή φιλοξενία, μια μαύρη γάτα και νόστιμο, σπιτικό φαγητό. Η περιοχή τους φαινόταν πιο φτωχή απ’ ό,τι είχαμε δει ως τώρα, αλλά όχι λιγότερο όμορφη. Χρώματα μπόλικα, χαριτωμένα σπιτάκια με μικρούς κήπους και χαρούμενες ψυχές. Ήταν δύσκολο να τους αποχαιρετήσουμε για να συνεχιστεί το ταξίδι μας σε άλλα μέρη της Κούβας…

1505240_10152554441132828_2100825826047528227_n 10403557_10152554447547828_133961400987744795_n

Ωτοστόπ επιτέλους! Στο δρόμο κάναμε αρκετές στάσεις και βρήκαμε πολλά μνημόνια του Τσε. Μπόλικα, αλλά όχι μόνο… Όταν ήρθε το βράδυ, ήρθε και το τέλος της πρώτης μου φωτογραφικής μηχανής. Η τελευταία φωτογραφία που έβγαλε ήταν ένα ηλιοβασίλεμα πάνω από μια άγνωστη πόλη. Ένα αδέσποτο σκυλί να περπατάει στους δρόμους, ενώ εξαφανιζόταν ο ήλιος πίσω από τα δέντρα και τα κτίρια… Εμείς; Και εμείς στο άγνωστο. Κόντευε η νύχτα και δεν είχαμε βρει πού να μείνουμε. Περπατήσαμε προς την θάλασσα, έτοιμες να κοιμηθούμε στο 1.000.000.000 αστέρων ξενοδοχείο που ανέφερα πιο πριν. Είχε πέσει η νύχτα για τα καλά και περπατούσαμε σε δρόμο που φαινόταν να κατευθύνεται προς την θάλασσα, όταν σταμάτησε μια άμαξα με ένα άλογο, όχι δυο όπως μας τραγουδάει ο Μπιθικώτσης. Ένα ζευγάρι με ένα κοριτσάκι. Γυρνούσαν σπίτι τους, σε μία μικρή φάρμα δίπλα στην θάλασσα. Μας πήγαν στο σπίτι τους. Τι; Να μας αφήσουν να κοιμηθούμε έξω; Ήμαστε τρελές;; Μας ετοίμασαν χυμό από μάνγκο, από τον κήπο τους! Μμμ! Και πάλι σπιτικό φαγητό. Μμμ και πάλι! Για ύπνο πια. Ξαπλώσαμε όλοι μαζί με το κοριτσάκι ανάμεσα σε εμάς και τους γονείς της.

10801897_10152554440727828_192631861235300530_n10620697_10152554447482828_3835492517730679664_n

Το πρωί πήραμε τους δρόμους. Κάναμε στάση στην πολύχρωμη Τρινιντάντ. Μετά από ‘κει, ξεκινήσαμε με μια νταλίκα, για άλλο προορισμό. Σε μια πόλη όπου περιμέναμε αρκετή ώρα για ένα όχημα, η φίλη μου έχασε την υπομονή της και με έπεισε να πάρουμε λεωφορείο. Ευτυχώς όμως, αυτό δεν έγινε ποτέ. Στο σταθμό λεωφορείων γνωρίσαμε τον Οσλάντι, που μας πήρε σπίτι του, στο Σάνκτο Σπιρίκτους. Είχε συναυλίες το βράδυ σε μία διπλανή πόλη. Χορό! Ναι! Reggaeton! Το στυλ μουσικής που ακούγεται πολύ στους νέους. Αν και τα λόγια δεν είναι και πολύ ποιητικά, ούτε έξυπνα, ο ρυθμός τους είναι τρελός! Το πάρτι. Το σπίτι της οικογένειας του Οσλάντι. Ο Ούγκο, ο αδερφός του Οσλάντι, ο ίδιος κι εγώ. Α, και ένα πούρο. Κούβα είμαστε άλλωστε!

10849944_10152554441967828_7799747003077823639_n

10347704_10152554442252828_7851848285328082763_n

1512715_10152554446662828_1254575173788758881_n

10857956_10152554447017828_7210675707471088474_n

Την άλλη μέρα μας πήγαν στον καμπισμό. Χώρος ψυχαγωγίας για Κουβανούς. Ποτάμι, άλογα, μουσική. Πολλή μουσική. Reggaeton εννοειται! Για να φτάσουμε εκεί, έπρεπε να περάσουμε ποτάμια και χωράφια! Έφυγα μόνη μου με το μαγιό και ένα άλογο. Και εκεί είδα έναν ανεμοστρόβιλο. Καραϊβική λέμε! Δεν μπορούσα να φύγω από εκεί χωρίς να έβλεπα κάποια μετεωρολογικά φαινόμενα! Αφού είχα δει κι αυτό, μπορούσα πια να αποχωρίσω! Ήταν βράδυ όταν αναχωρήσαμε από τον καμπισμό και περάσαμε πάλι μέσα από ποτάμια, στο σκοτάδι αυτή τη φορά.

Την άλλη μέρα φεύγαμε για Αβάνα, με ωτοστόπ, για το αεροδρόμιο… Αλλά όχι για Ευρώπη. Μη ξεχνιόμαστε! Πού σας είπα ότι θα πηγαίναμε, μιας και ήμαστε δίπλα; Τζαμάικα! Αλλά αυτό, είναι μια άλλη ιστορία!