Άρθρο: Μαριλένα Χρόνη
Γραφίστρια – Εικαστικός


O Μιχάλης Καλιότσος σπούδασε Arts and Social Sciences στο Glasgow University της Σκωτίας. Eίναι απόφοιτος της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής Κώστα Καζάκου και έχει παρακολουθήσει πολλά και διαφορετικά σεμινάρια υποκριτικής. Είναι μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, ιδρυτής της ομάδας ΘΕΑΤ.Ο.Σ (πρώην θεατρική σκηνή Δ. Μπόγρης), της οποίας και έχει σκηνοθετήσει 10 Θεατρικές παραστάσεις. Εργάζεται από το 1999 στον κινηματογράφο και στο θέατρο σε πολλές παραστάσεις, εκ των οποίων κάποιες έχει επίσης σκηνοθετήσει. Η τελευταία του παράσταση “Βαρετή Ομιλία”, την οποία ερμηνεύει και σκηνοθετεί, εμβαθύνει κυρίως στην καταπίεση που δέχεται ο άνθρωπος από τα πρέπει και τις προσωπικές του φοβίες.

Αφορμή για να παρεβρεθώ στην παράσταση στάθηκε η ερώτηση του Μιχάλη Καλιότσου προς το κοινό μέσω της σελίδας της παράστασης στο facebook, “Τι άραγε θέλεις πραγματικά στη ζωή σου;” και η αναπαραγωγή των απαντήσεων των θεατών στην διάρκεια της παράστασης από τον ίδιο. Ομολογώ πως ταλαντεύτηκα ανάμεσα σε όλα εκείνα που μας κάνουν χάνουμε τον εαυτό μας, να παλεύουμε με τον φόβο και να βρίσκουμε πάλι τη δύναμη να δούμε μέσα μας και να φωνάξουμε δυνατά την αλήθεια μας.

Σήμερα λοιπόν μέσα απ’ το “Animartists” θα μάθουμε για τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Μιχάλη Καλιότσο. Μία ομιλία..ή μάλλον συνομιλία..γεμάτη ενδιαφέρον..και καθόλου βαρετή.

Ξεκίνησες τις σπουδές σου Αrts and Social Sciences στο Glasgow University, τι μαθήματα έκανες εκεί και τι ήταν αυτό που σε έκανε να διαλέξεις την υποκριτική σαν επόμενο βήμα;

Οι σπουδές αυτές ήταν για μένα μια μετάβαση στο να παραδεχτώ πιο πολύ την κλίση μου προς την υποκριτική. Είχε πολύ ενδιαφέρον σαν σπουδή και σίγουρα κουβαλάω μέχρι και τώρα τις επιρροές των μαθημάτων αυτών. Κυρίως είχε να κάνει με τις κουλτούρες των λαών, πώς ένας λαός διαμορφώνεται μέσα από τις παραδόσεις των τεχνών του ή το αντίθετο και πώς η τέχνη επηρεάζεται από την κουλτούρα ενός λαού. Τις περισσότερες φορές η τέχνη μιας φυλής είναι ο καθρέφτης της κουλτούρας της. Αν ένας λαός έχει υποφέρει ιστορικά, αυτό θα το βγάλει και στην τέχνη του. Στην ουσία η τέχνη δείχνει ξεκάθαρα, πώς σκέφτεται ένας λαός από το παρελθόν του έως σήμερα. Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να ερευνάς πώς μια ξεχασμένη φυλή του Αμαζονίου μεταμφιέζεται με χρώματα, μπογιές και ρίζες δέντρων αναπαριστώντας κάποια είδωλα, για να εκφράσουν την πολεμική τους διάθεση για παράδειγμα, και όλo αυτό μέσα σε μια άκρως ιεροτελεστική ατμόσφαιρα. Φυσικά αυτό όπως αντιλαμβάνεσαι δείχνει ξεκάθαρα το έντονο θεατρικό του χαρακτήρα, και εμένα μάλλον με ενδιέφερε περισσότερο η διαδικασία αυτής της μεταμφίεσης που συνοδεύεται από την ανάλογη ψυχολογία, παρά η κοινωνιολογική προσέγγιση από θεωρητικής πλευράς.

Ποιές από τις προσδοκίες που είχες όταν ξεκινούσες ως ηθοποιός κατόρθωσες να πραγματοποιήσεις μέχρι σήμερα και ποιές παραμένουν ακόμη όνειρα;

Νομίζω στο να βρώ σιγά σιγά τον τρόπο να με οδηγεί το ενστικτό μου ως προς τις επιλογές μου. Να μην έχω το άγχος δηλαδή να κάνω αυτό ή το άλλο, γιατί πρέπει ως ηθοποιός να το κάνω για να γίνω αρεστός στους άλλους. Αυτό πιστεύω ότι με τον καιρό το πραγματοποιώ. Για όνειρα.. δεν ξέρω.. διαρκώς ονειρεύομαι. Θα έλεγα πιο πολύ να εξελίσσομαι ως ηθοποιός και κυρίως ως άνθρωπος και να είμαι περήφανος για τις επιλογές μου.

Θα μου άρεσε να μάθω ποιόν ρολο θα ήθελες να ερμηνεύσεις και γιατί.

Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο ρόλο που θα ήθελα να ενσαρκώσω. Mπορώ όμως να πω, ότι θα ήθελα να κάνω ρόλους που με εκπλήσσουν ως ηθοποιό, που με κάνουν να νιώθω ότι κάτι συμβαίνει μέσα μου, να ξεπερνώ τις ευκολίες μου κυρίως, και τελικά τον εαυτό μου.

Πόσο ευκολο είναι να μην εμπλακείς συναισθηματικά με ένα ρόλο; Έχεις βρει κομμάτια σου σε κάποιον και πώς σε επηρέασε αυτό;

Δε γίνεται να μην εμπλακείς συναισθηματικά με έναν ρόλο που ενσαρκώνεις. Αν δεν εμπλακείς σημαίνει ότι δεν σε ενδιαφέρει το υλικό. Ο,τιδήποτε επιλέγω να κάνω σημαίνει αυτόματα, ότι είχε κάτι που με τράβηξε σε προσωπικό επίπεδο. Η συνάντηση με τον ρόλο πρέπει να είναι σαν τη αναθεώρηση της υπαρξής σου από την αρχή. Για να επικοινωνήσεις αυτό που κάνεις με τον κόσμο πρέπει να το επικοινωνήσεις πρώτα με τον εαυτό σου.

Το ηλεκτρονικό περιοδικό μας “Animartists” δημιουργήθηκε γιατί επιδιώκουμε να γεφυρώσουμε την τέχνη και τον πολιτισμό με την ψυχή και την ψυχολογία. Πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ αυτή τη διαδικασία;

Ουσιαστικό πάντρεμα! Η τέχνη χωρίς ψυχή είναι ά-τεχνη. Δεν μπορώ να φανταστώ ένα καλλιτεχνικό έργο χωρίς ψυχή που φέρει μια ψυχολογία. Και η παραμικρή μουντζούρα από ένα νήπειο κρύβει από κάτω μια απίστευτη ψυχολογική υπόσταση, έναν άλλο κρυμμένο κόσμο. Η τέχνη, αυτό νομίζω, προσπαθεί να κάνει, να φέρνει στην επιφάνεια κρυμμένους κόσμους!

Πόσο «ψυχή» πρέπει να βάλει ο ηθοποιός στη δουλειά του και πώς βιώνεις εσύ αυτή τη διαδικασία του γεφυρώματος της τέχνης με την ψυχή;

Όση έχει. Με τον καιρό αντιλαμβάνομαι όλο και πιο πολύ, ότι η τέχνη δεν σου χαρίζεται με τίποτα! Αν δεν της δοθείς εσύ με όλη σου την ψυχή δεν πρόκειται να σου δώσει το παραμικρό. Δεν είναι και τόσο εύκολο αυτό στην πράξη, αλλά καλό είναι να το έχουμε πάντα στο μυαλό μας. Κάποια στιγμή αυτή η αντίληψη μπορεί να περάσει και στην ψυχή μας. Τα μεγαλύτερα έργα τέχνης που έχουν μείνει στην ιστορία είναι όλα αυτά που διαθέτουν ψυχή. Ψυχή χωρίς ψυχολογία δεν γίνεται, άρα η τέχνη είναι καθαρά ψυχολογική έκφραση του ανθρώπου.

Όλη αυτή η διαδικασία, βρίσκεις ότι είναι ταυτόχρονα και θεραπευτική;

Μόνο θεραπευτική μπορεί να είναι. Όσο πιο βαθειά βουτάς στα άδυτα της ψυχής σου, τόσο πιο πολύ την ξεπλένεις από τους φόβους και τις ανασφάλειες που έχεις ως άνθρωπος.

Ας μεταβούμε στην τελευταία σου δουλειά. Η ”Βαρετή ομιλία” είναι ένας θεατρικός μονόλογος. Πώς προέκυψε σαν ιδέα και τι σε γοήτευσε σε αυτή;

Καταρχάς μου αρέσει πολύ ο Τσέχωφ ως συγγραφέας. Τα θέματα του δε γίνεται να μη με αφορούν, γιατί είμαι ένας συνηθισμένος καθημερινός άνθρωπος – και πολλές φορές και βαρετός (γελάει) – και ο Τσέχωφ έγραψε για όλους αυτούς, δηλαδή για όλη την ανθρωπότητα. Η “Βαρετή ομιλία” προέκυψε σαν μια ανάγκη να μιλήσω για όλα αυτά που μας κρατάνε πίσω στην ζωή. Αυτό προσπαθεί να πεί και ο Τσέχωφ σε όλα του τα έργα. Δεν ήθελα όμως να παίξω έναν συγκεκριμένο ρόλο του αλλά να προκύψει ένας, ας πούμε, καινούργιος ρόλος μέσα από μια συρραφή κάποιων έργων του. Ήθελα ο κόσμος να δει στην παράσταση κάτι πέρα από έναν ήρωα του Τσέχωφ. Θέλω να δει έναν άνθρωπο της εποχής μας με τις σημερινές του ανησυχίες και φοβίες. Δυστυχώς οι φόβοι και οι ανασφάλειες των ηρώων του Τσέχωφ είναι ίδιες με τις σημερινές. Ο θεατρικός μονόλογος στην ουσία γίνεται διάλογος. Αυτή η ιδέα με γοήτευσε κυρίως. Να μπορέσω να μιλήσω με το κοινό χρησιμοποιώντας τα λόγια του Τσέχωφ, όντας μόνος στην σκηνή. Στην “Βαρετή ομιλία” όμως δεν αισθάνομαι ούτε λεπτό ότι είμαι μόνος στην σκηνή. Αισθάνομαι ότι ανοίγω ευθέως μια συνομιλία με το κοινό. Νιώθω ότι δεν παίζω μόνος, παίζουμε όλοι μαζι. Εγώ και το κοινό γινόμαστε το ίδιο. Πολλές φορές αυτό επηρεάζει και την παράσταση.

Σε ακούω να μιλάς για την εξέλιξη του μονολόγου σε διάλογο και μου έρχεται συνειρμικά στο μυαλό ο Graham Greene, που έγραψε στο “The Heart of the Matter” πως κάθε μονόλογος, αργά ή γρήγορα, θα μετατραπεί σε διάλογο. Πως θα σχολίαζες αυτό το απόφθεγμα από την τελευταία σου εμπειρία;

Στην ουσία δεν υπάρχει μονόλογος. Ακόμη και όταν μιλάω μόνος μου έχω συνομιλητή τον εαυτό μου, άρα αυτόματα γινόμαστε δύο, πόσο μάλλον όταν μιλάς μπροστά και σε κάποιο κοινό.

Ένας μονόλογος διέπεται από τη διαδικασία της συνεχής επαφής και διαδραστικότητας με το κοινό. Πώς θα χαρακτήριζες τη διαδικασία αυτή ως σκηνοθέτης και ηθοποιός;

Η διαδραστικότητα είναι τελευταία, της μόδας. Δεν ξέρω αν είναι καλή η κακή, αλλά νομίζω ότι πολλές φορές τελευταία χρησιμοποιείται για να προκαλέσουμε ίσως και κάποια εντύπωση. Σίγουρα η αντίληψη για το θέατρο έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια προς το καλύτερο, πιστεύω. Ο ηθοποιός είχε την ανάγκη να σπάσει αυτό το τείχος που υπήρχε πιο παλιά, η σκηνή δηλαδή και το κοινό σαν δύο διαφορετικά πράγματα. Τώρα αυτό το χάσμα έχει χαθεί και καλά έκανε. Όταν η διάδραση με το κοινό είναι ουσιαστική και αναγκαία, δημιουργεί πολύ δυνατά συναισθήματα. Το “εδώ και τώρα” που λέμε φτιάχνει σχέσεις αληθινές και όχι προκαθορισμένες, αρκεί να είναι ανάγκη της παράστασης, Στην δική μου παράσταση έτσι όπως στήθηκε, θεώρησα αναγκαίο να συνυπάρχω με τους θεατές διαδραστικά. Γενικά αισθάνομαι λίγο άβολα, όταν βλέπω μια παράσταση με διαδραστικό χαρακτήρα. Θέλω απλώς να παρακολουθήσω χωρίς συμμετοχή ή να συμμετέχω σιωπηλά. Έχω κατά νου ότι ο θεατής δεν πρέπει να νιώθει άβολα σε μια παράσταση γιατί αυτό μπορεί να λειτουργήσει τελείως αρνητικά και στον ίδιο, αλλά και στην παράσταση. Γι’ αυτό το λόγο θεωρώ ότι η διάδραση πρέπει να είναι τόσο όσο.. Στην δική μου παράσταση ξεκινώντας από την συνθήκη της δημόσιας ομιλίας, μου έβγαινε ως ανάγκη να δημιουργήσω αυτή την διαδραστική σχέση με το κοινό, αλλά στο βαθμό που δεν τους φέρνω σε δύσκολη θέση. Συνήθως δεν μιλάνε, αλλά νιώθω ότι απαντάνε από μέσα τους και αυτό είναι ακόμη πιο ωραίο.

Σημαντικό κομμάτι της παράστασης είναι οι απαντήσεις των θεατών στην ερώτησή σου, τι πραγματικα θέλουν από τη ζωή τους. Σου έχει μείνει στο μυαλό κάποια φράση θεατή εν ώρα δράσης στη σκηνή;

Μια κοπέλα μου έγραψε ως απάντηση στην ερώτηση αυτή: ‘να φάω πιτσίνια, πατατάκια, να τα φάω όλα μόνη μου.’ Τόσο απλό, αλλά όταν μπορείς να γεύεσαι αυτά τα καθημερινά, είναι τόσο μεγάλο και σπουδαίο!

Τι άραγε θέλεις πραγματικά εσύ στην ζωή σου;

Θέλω να είμαι ωφέλιμος ως προς την ζωή. Να κάνω πράγματα που με γεμίζουν και με εξελίσσουν ως άνθρωπο. Να χαίρομαι τις απλές στιγμές. Αυτό νομίζω ότι είναι ευτυχία.

Θα ήθελα να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη με ένα μήνυμα προς τους αναγνώστες μας, εμπνευσμένο από την εμπειρία σου στην τελευταία σου δουλειά.

Η ζωή περνάει σαν το τικ τακ του ρολογιού μας. Έχουμε χρέος απέναντί της να κάνουμε πράγματα που μας γεμίζουν πριν να είναι πολύ αργά.

10859326_10152621337058790_1882579999_nΕυχαριστώ πολύ!