Άρθρο: Μαριλένα Χρόνη
Γραφίστρια – Εικαστικός


Η Ομάδα Bufos Puppet Theatre δημιουργήθηκε το καλοκαίρι του 2011 στην Αθήνα και έκτοτε δίνει παραστάσεις σε σχολεία, θέατρα, μπιστρό, αλλά κυρίως.. στο δρόμο. Παράλληλα ασχολείται με την κατασκευή μαριονέτας και τη διοργάνωση εργαστηρίων κατασκευής και εμψύχωσης κούκλας για παιδιά και μεγάλους. Είχα την τύχη να γνωρίσω τη δουλειά τους και να συμμετέχω ενεργά σε ένα από τα εργαστήρια αυτά και πιστέψτε με, η εμπειρία ήταν ανεπανάληπτη.

Σήμερα στο Animartists λοιπόν μαζί με τη δημιουργό της ομάδας, Αννέτα Στεφανοπούλου, θα ταξιδέψουμε στο μαγικό κόσμο του κουκλοθεάτρου.

Ποια ήταν η αφορμή, που σας ώθησε να ασχοληθείτε με την τέχνη του κουκλοθεάτρου; Τι σας κέρδισε σε αυτή;

Είχα την τύχη να παρακολουθήσω το ετήσιο σεμινάριο κατασκευής και εμψύχωσης κούκλας που συντόνιζε ο Francisco Brito. Μέσα από το μάθημά του, μας οδήγησε στην ανακάλυψη ενός νέου συμπαντος που κρύβεται στα πιο απλά πράγματα και κατοικείται από ένα διαφορετικό είδος ζωής. Το κουκλοθέατρο είναι μια πλούσια και ποικιλόμορφη τέχνη. Περιλαμβάνει εξίσου γλυπτική και πριόνισμα, όσο ζωγραφική και κατασκευαστικές ή φωτιστικές πατέντες. Χρειάζεται φαντασία σε συνδυασμό με μεθοδική και πρακτική σκέψη.

Πώς δημιουργήθηκε η ομάδα Bufos Puppet Theatre και από που πήρε το όνομά της;

Δημιουργήθηκε το 2011, όταν αρχίσαμε να δίνουμε συστηματικά παραστάσεις στο δρόμο με το βασικό ήρωά μας, το Γιοβάν. Ο Γιοβάν είναι μια κούκλα που ιδανικά παίζεται από δύο άτομα. Αυτή η συνθήκη με έφερε σε συνεργασία με κάποιους στενούς φίλους κι αυτό μας μεταμόρφωσε σε ομάδα κουκλοθεάτρου. Το bufos ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσα στο διαδίκτυο, οπότε ήταν οικείο. Επίσης, είναι λέξη που έχει πλάκα να την εκφωνείς και να την ακούς να εκφωνείται. Ο μπούφος, μεταφορικά, είναι αφελής, έχει άγνοια. Όλοι μας έχουμε άγνοια για εκκατομύρια πράγματα, κι αυτό είναι πολύ ανθρώπινο και συμπαθητικό. Κι είναι ενίοτε κι απελευθερωτικό να θυμόμαστε πόσο μπούφοι είμαστε, ο καθένας στον τομέα του.

Τι περιλαμβάνει η διαδικασία δημιουργίας μιας παράστασης κουκλοθεάτρου, από την σύλληψη της ιδέας μέχρι και την υλοποίησή της;

Συνήθως είτε γίνεται η επιλογή κάποιας ιστορίας και αναζητείται ο τρόπος με τον οποίο θα υλοποιηθεί, είτε πρώτα κατασκευάζεται μια ‘τυχαία’ κούκλα κι από εκεί προκύπτει η ανάγκη δημιουργίας κατάλληλου περιβάλλοντος και καταστάσεων, για να μπορέσει αυτή να εκφραστεί. Κι οι δύο τρόποι είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντες κι απαιτητικοί. Στις ανεξάρτητες ελληνικές κουκλοθεατρικές παραγωγές, ένας κουκλοπαίχτης επινοεί ή εντοπίζει την ιστορία, κατασκευάζει τις κούκλες και τα σκηνικά, επενδύει ηχητικά και φωτιστικά την παράσταση και, αν όλα έχουν πάει καλά, την προωθεί. Και όταν εντέλει εκθέτει τη δουλειά του στο κοινό, τότε είναι που ξεκινούν οι διορθώσεις και οι αλλαγές βάσει του τί λειτουργεί και τί όχι. Μπορεί να είναι μια ατέρμονη διαδικασία. Σ’ αυτή τη προσπάθεια, συχνά, η βασική βοήθεια προέρχεται από φίλους, συναδέλφους -φίλους (οι γνωστοί άγνωστοι συναδελφίλοι) κι από το κοινό.

Θα ήθελα να μου μιλήσετε για το πως βιώνετε εσείς τη διαδικασία του να δίνετε σε άψυχα υλικά, μορφή, οντότητα και προσωπικότητα. Με ποιον τρόπο εμπλέκεστε προσωπικά σε αυτή την ιεροτελεστία;

Γύρω μας κρύβονται άπειρες ιστορίες. Το να τις ανακαλύπτεις θυμίζει λίγο ανασκαφή, εξερεύνηση αμαζονίου, ψάξιμο στο μπαούλο, υπεργαλαξιακό ταξίδι. Στην περίπτωση της κούκλας που προκύπτει τυχαία χωρίς να προορίζεται για κάποια συγκεκριμένη χρήση, μπορεί να συμβεί το ο,τιδήποτε. Ξεκινάς να επεξεργάζεσαι ένα άμορφο υλικό και μισή ώρα αργότερα μια, τυχαία πάλι, χαρακιά/ ψαλιδιά/ σκαρπελιά αποκαλύπτει έναν πολύ αστείο ή τρομαχτικό τύπο. Κάπου εκεί αρχίζει να εμφανίζεται ο νέος ήρωας για τον οποίο δεν γνωρίζουμε τίποτα. Αυτός χρειάζεται να του δανείσουμε τα χέρια μας και να του δώσουμε χώρο και χρόνο, για να μας αφηγηθεί με τον καλύτερο τρόπο την ιστορία του.

Η Rene Baker, μια δασκάλα κουκλοθεάτρου από την Αγγλία, μας βοήθησε πολύ στην αποκάλυψη της προσωπικότητας του ήρωα ζητώντας μας να βρούμε ‘τί είναι αυτό που αρέσει στην κάθε κούκλα να κάνει’. Ουσιαστικά, η προσέγγιση της υποδηλώνει οτι δεν χρειάζεται να ‘χειραγωγούμε’ μια κούκλα βάζοντάς την να εκτελεί πράγματα που εμείς έχουμε στο μυαλό μας, με τον παγιωμένο τρόπο που τα γνωρίζουμε. Παρά να την αφήνουμε ελεύθερη να μας δείξει την δική της πρωτότυπη κινησιολογία κι έκφραση.

Το 2012 γεννήθηκε ο ρεμπέτης Γιοβάν, μια ιδιαίτερη μαριονέτα, που αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής μουσικής παράδοσης και κουλτούρας. Σε μια εποχή όπου η παράδοση φθίνει, πως μπορεί αυτός ο χαρακτήρας να την τροφοδοτήσει;

Το 2012 σας είπε οτι γεννήθηκε; Το 2011 ήταν, δεν το πιστεύω οτι άρχισε από τώρα να κρύβει χρόνια!

Το ρεμπέτικο δεν εμφανίστηκε ως μουσικό είδος, με εμπορικό στόχο. Ήταν η κοινή έκφραση και γλώσσα μιας- μικρής αρχικά- μερίδας ανθρώπων. Αυτή η γλώσσα ήταν ανάγκη να επικοινωνηθεί.. Με απλό λόγο, μίλησε για τα ζητήματα που προκαλούν βάσανα κι ευτυχία στον κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως χώρου και χρόνου. Οι ρεμπέτες δέχονταν τη ζωή τους στο σύνολό της με όλη την ποικιλία συναισθημάτων και καταστάσεων, την τραγουδούσαν και μ’ αυτό τον τρόπο την ξόρκιζαν. Ίσως να έχουμε ανάγκη να θυμηθούμε αυτή τη δυναμική στην αντιμετώπιση της ζωής.

Ποια είναι η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ κουκλοπαίχτη και μαριονέτας; Τι ενεργοποιείται μέσα σας;

Οι κούκλες τις περισσότερες φορές μοιάζουν πολύ με τους κατασκευαστές τους. Είναι μια περίεργα χαρούμενη σχέση με αρκετή ευθύνη. Πρέπει να είσαι όσο πιο συνεπής γίνεται ως προς την κίνηση, το ρυθμό και την έκφραση της κούκλας, προκειμένου να μην προδώσεις… τη ζωή της! Είναι μαγικό το γεγονός, ότι τελικά αυτές δίνουν ζωή σ’ εμάς. Συνήθως, δύο αλληλοεξαρτούμενα σώματα (της κούκλας και του κουκλοπαίχτη) προσφέρουν – το ένα στο άλλο – ελευθερία εκφρασης, για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα των προβών και της παράστασης τουλάχιστον.

Μέσα από την πορεία σας μέχρι σήμερα, αισθανθήκατε πως η παράσταση του κουκλοθεάτρου μπορεί να λειτουργήσει και θεραπευτηκά για εσάς και το κοινό; Κι αν ναι, με ποιον τρόπο.

Το γέλιο, η ενεργοποίηση της φαντασίας και των συναισθημάτων είναι θεραπευτικές καταστάσεις. Νομίζω, ότι μέσα από μια παράσταση αλλάζει για λίγο κάτι. Βλέπουμε ένα πλάσμα άλλης κλίμακας κι άλλης μορφής ζωής, που μοιράζεται ένα κοινό κωδικά μαζί μας κι επικοινωνεί κατευθείαν με την καρδιά μας. Σαν να ξανασκεφτόμαστε τα πράγματα με μια νέα ματιά, σαν να φρεσκάρουμε τον εγκέφαλο μας. Επίσης, μπορούμε εύκολα να παρατηρήσουμε τη θεραπευτική ιδιότητα της κούκλας, όταν έρχεται σε επαφή με ανθρώπους μικρούς και μεγάλους, που εκφράζονται κι επικοινωνούν διαφορετικά από το τρόπο του μέσου όρου. Ενώ κάποιος ενήλικας ενδεχομένως να μη μπορεί να τους βοηθήσει να εκφραστούν, με την κούκλα ισχύουν τελείως νέοι κανόνες. Υπάρχει κάποια – σχεδόν ανεξήγητη – κατανόηση, ταύτιση κι εμπιστοσύνη. Προσωπικά, λειτούργησε εξαιρετικά βοηθητικά και θεραπευτικά ως προς την επικοινωνία και την έκφραση.

Τις παραστάσεις σας, εκτός από παιδιά, τις παρακολουθούν και μεγάλοι. Σκέφτομαι πως μπορεί η τέχνη σας να αφυπνίσει, με ιδιαίτερα περίτεχνο τρόπο, το παιδί που κρύβουν μέσα τους. Θα ήθελα να ακούσω, αν έχετε βιώσει κάτι τέτοιο και πώς ήταν. 

Στο κουκλοθέατρο δρόμου κυρίως, μια πολύ συνηθισμένη εικόνα είναι τα σκοτεινά ή προβληματισμένα πρόσωπα ενηλίκων που, μετά την αιφνίδια γνωριμία τους με την κούκλα, συνεχίζουν την πορεία τους με μια πιο φωτεινή όψη ή -τουλάχιστον- με ένα μειδίαμα . Εκεί δίνεται ένα από τα ωραιότερα στοιχήματα, να καταφέρουμε να τα φωτίσουμε. Το οτι μπορείς να βοηθάς πρόσωπα να ζωντανέψουν, συμπεριλαμβανόμενου και του δικού σου, είναι από τις μεγαλύτερες πληρωμές αυτής της δουλειάς. Το κοινο μοιάζει να διασκεδάζει και μαζί να καλύπτει κάποια ανάγκη. Ίσως αυτού του ευχάριστου ξυπνήματος από τη συνήθη εικόνα και ροή της καθημερινότητας. Στις ‘Σημειώσεις από το κουκλοθέατρο δρόμου’ του Στάθη Μαρκόπουλου, και σε άλλα κείμενά του, περιγράφεται πολύ μεστά αυτό που συμβαίνει στο ενήλικο κοινό όταν έρχεται σε επαφή με μια κούκλα.

Τα Ίχνη Εμπορίου ξεκίνησαν τον 2ο κύκλο δράσεων στη Στοά Εμπόρων. Από 1 Δεκεμβρίου – 15 Μαρτίου, τα κενά καταστήματα παραχωρούνται δωρεάν σε δημιουργούς και μετατρέπονται σε Δημιουργικές «Ανταλλακτικές» Κυψέλες. Συμμετέχετε κι εσείς με την ομάδα ”ΚΟΥΚΛΟΣΠΙΤΟ”. Θα ήθελα να μας μιλήσετε για την δράση αυτή και την συμμετοχή σας σε αυτή.

Τα Ίχνη Εμπορίου είναι μια πρωτοβουλία δύο νέων αρχιτεκτόνων, του Χάρη Μπίσκου και της Μάρθας Γιαννακοπούλου . Τα, εδώ και χρόνια, κλειστά καταστήματα της Στοάς Εμπόρων παραχωρούνται ως χώροι εργασίας και εκθετήρια για ένα περιορισμένο διάστημα σε νέους δημιουργούς. Οι ομάδες που φιλοξενούνται στη Στοά καταπιάνονται με τελείως διαφορετικά, αν και στη βάση τους ομοιογενη, αντικείμενα. Ομοιογενή ως προς τη χειροναξία και την παραγωγή ιδεών ή ‘πολιτισμού’. Η γνώση που ανταλλάσσεται και οι δημιουργίες που παράγονται μέσα σ’ αυτή τη στοά είναι σε αφθονία. Όπως επίσης οι φιλικές σχέσεις και συνεργασίες. Είναι μια πολύ πλούσια εμπειρία.

Τι περιλαμβάνουν τα μελλοντικά σας σχέδια; Πού θα μπορούσε να παρακολουθήσει το «έργο» σας κανείς;

Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα πλάνα. Υπάρχουν πολλά όνειρα κι επιθυμίες για νέες κούκλες, εργαστήρια, παραστάσεις και ταξίδια. Στο διαδίκτυο υπάρχει η σελίδα μας στο γνωστό μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Και με τον ερχομό της άνοιξης, θα ξαναρχίσουμε να δίνουμε παραστάσεις δρόμου.


  Περισσότερες Πληροφορίες

FB: Bufos Puppet Theatre