Άρθρο: Κατερίνα Γκικοπούλου
Ψυχολόγος
«Αυτός που ζει χωρίς τρέλα, μικρή μου, μάλλον δεν είναι και τόσο νοήμων όσο νομίζει», μου είπε τις προάλλες ένας άνθρωπος, που ο ίδιος ανήκει στον «κόσμο των τρελών». Μου χαμογέλασε και έφυγε. Και στο βλέμμα του μόνο τρέλα δεν διέκρινα. Πόνο και παράπονο. Αυτά ναι. Ίσως και μια μικρή ικανοποίηση γι αυτό που είπε. Αλλά όχι τρέλα.
Ποιος μπορεί άλλωστε να ορίσει αυτή την έννοια? Από πολύ παλιά ήδη, άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές βρίσκονταν αποκομμένοι, απομονωμένοι και αβοήθητοι. Για πολλούς, η παράξενη αυτή συμπεριφορά είχε τις ρίζες της σε κάποιο δαίμονα που κυριαρχούσε το μυαλό. Γι αυτό και οι μάγισσες θεωρούνταν εκείνες που θα έλυναν με τα ξόρκια τους το μυστήριο. Στην πορεία, όμως, η λογική σκέψη άρχισε να κυριαρχεί σταδιακά και το κέντρο των ψυχικών προβλημάτων μετατοπίστηκε στον εγκέφαλο. Ο Foucault (1975) είναι εκείνος που πρωτοαναφέρθηκε στην έννοια της τρέλας ενώ στην πορεία ο Pinel πρότεινε έναν νέο όρο, εκείνον της «αποξένωσης» προς αντικατάσταση του παλιού και μη δόκιμου. Όσο τα χρόνια περνούσαν, πολλοί ειδικοί άφησαν στο περιθώριο έως και κακομεταχειρίστηκαν ανθρώπους που είχαν ανάγκη τη βοήθειά τους. Πολλοί βρέθηκαν κλεισμένοι σε μικρά και κρύα δωμάτια Νοσοκομείων η Ψυχιατρείων, άλλοι δεμένοι, άλλοι κλειδωμένοι. Υπήρξαν όμως και εκείνοι που προώθησαν ανθρωπιστικές μεθόδους διαχείρισης των ανθρώπων αυτών και τάχθηκαν κατά των φαρμάκων και του εγκλεισμού. Ο Szasz (2006) θεωρούσε πως η φαρμακοθεραπεία καθώς και ο εγκλεισμός αποτελούν ένα μέσο έλεγχου για οποιαδήποτε συμπεριφορά παρεκκλίνει κοινωνικά και δεν μπορεί να ελεγχθεί αλλιώς.
Και το ερώτημα που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι πως φτάνουμε στο σημείο να χάνουμε το μυαλό μας; Πολλές οι θεωρίες γύρω από το θέμα αυτό. Φτάνοντας όμως σήμερα, σύμφωνα με τον Hasley (1977), προκειμένου να δοθεί εξήγηση σχετικά με την προέλευση της ψυχικής ασθένειας οφείλουμε να λάβουμε υπόψιν μας τόσο τον γενετικό παράγοντα όσο και το περιβαλλοντικό. Βέβαια, ο Bion (1979) στηρίζει πως όλοι μας έχουμε ένα κομμάτι φυσιολογικό και ένα που νοσεί. Κατά τη γνώμη μου, αυτό που υπάρχει είναι απλά ο άνθρωπος και η διαφορετικότητα του. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Αυτό μπορεί να τα εξηγήσει όλα: Σκέψεις, κινήσεις, συμπεριφορές. Ας μην ξεχνάμε πως κατά τους αρχαίους Έλληνες, δυο είναι οι δυνάμεις που κυβερνούν τη ζωή μας, το τυχαίο και το πεπρωμένο. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν μπορεί να τα παραβλέψει, δεν μπορεί να ξεφύγει από το σύμπτωμα του. Στόχος λοιπόν δεν είναι να το αποβάλουμε, αλλά να μάθουμε να ζούμε με αυτό αρμονικά.
Σήμερα όμως, έχουμε μάθει έτσι. Να απομονώνουμε το διαφορετικό, αυτό που μας ενοχλεί, αυτό που δεν μας ταιριάζει. Χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια και εύκολους πάντα τρόπους αναζητούμε μια γρήγορη θεραπεία, επιφανειακή. Όμως ξεχνάμε ότι το πιο σημαντικό που αυτοί οι άνθρωποι ζητούν από εμάς είναι λίγη φροντίδα, ένα στοργικό βλέμμα η αλλιώς ανθρωπιά.
«Εμένα να μην με ακούς. Εγώ είμαι τρελός», μου είπε ο ίδιος άνθρωπος. Έτσι νομίζει ή έτσι το κάναμε εμείς να νομίζει;
Βιβλιογραφικές αναφορές
Bion, W.R. (1979). Aux sources de l’expérience. Paris: PUF.
Foucault, M. (1961). Histoire de la folie a l’âge classique. Paris : Union Générale d’Editions.
Szasz, T. S. (2006). Η Βιομηχανία της Τρέλας. (Κ. Γρίβας, Μεταφ.). Εκδόσεις Θεσσαλονίκης.
Palazzolo, J. (2003). Informer le patient en Psychiatrie. Paris: Masson.