Άρθρο: Σοφία Βέξλερ

Επιμέλεια: Μαρία Κασσεροπούλου
Φιλόλογος


Για να διαβάσετε το #1 μέρος πατήστε εδώ

29 Δεκέμβρη 2014

Η πρώτη μου κίνηση μόλις ανοίγω τα μάτια μου είναι να κοιτάξω το κινητό. Τίποτα. Η ώρα είναι 7 το πρωί. Παίρνω την αδελφή μου και ρωτάω νέα του Μάκη. Κανένα. Δεν αντέχω άλλο. Κλαίω.

”Τουλάχιστον, φοράει ζεστά ρούχα;”

Η Μαρία με παρηγορεί. ”Ζουν τα μικρά. Είναι το πιο σημαντικό.” Δεν κλαίει. Είναι… Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι…

Βρίσκεται στο φλεγόμενο καράβι εδώ και 28 ώρες τώρα. Έχει προσέξει πως έχει πέσει η μεγάλη καμινάδα και ότι τα δυο τρίτα του καραβιού καιγόταν. Τα κύματα ήταν ακόμα τεράστια και ο αέρας πάντα δυνατός. Πρέπει να είμαι δυνατή κι εγώ αλλά μου είναι δύσκολο… Χθες , τέτοια ώρα περίπου ξεκίνησε η τραγωδία.

Ξημέρωσε. Η Μαρία παίρνει τηλέφωνο την μαμά. Δεν απαντάει. Της στέλνει μήνυμα. Είναι 6. Της λέει τι συμβαίνει. Δεν ξέρει τι θα γίνει, θέλει να τους σκεφτόμαστε. Βλέπουν ένα καράβι φορτηγό να κατευθύνεται προς το Νόρμαν Ατλάντικ. Μια σπίθα ελπίδας γεννιέται. Αναγκάζει τον Μάκη να παίρνει τηλέφωνο τους γονείς του. Καλεί επίσης τον κολλητό του. Περιμένουν. Δεν υπάρχει άλλη βάρκα διάσωσης. Αν πρέπει να πέσουν στο νερό, ξέρει πως ο Βασίλης δεν θα επιβιώσει, μπορεί ούτε ο Κωνσταντίνος. Της έρχονται εικόνες του Τιτανικού. Αλλά εδώ είναι χειρότερα επειδή σαν δεν έφτανε το κρύο, η καταιγίδα δεν λέει να σταματήσει. Μοιράζονται επιτέλους παιδικά σωσίβια. Βλέπουν τώρα πια τα κύματα καθαρά. Είναι τεράστια. Δεν υπάρχει ελπίδα διαφυγής μες την θάλασσα, ακόμη και αν είσαι πολύ καλός κολυμβητής. Το καράβι κουνιέται έντονα. Πλησιάζουν δυο οικογένειες. Μια αγγλοελληνική και μια γαλλοελληνική. Κάποιες λέξεις, χαμόγελα. Πλησιάζουν κι άλλα καράβια. Αλλά πως να φύγεις από το καράβι; Το συζητούν με τον Μάκη. Της θυμίζει ότι δεν πρέπει να πηδήξουν σε καμία περίπτωση. Μήπως έρχεται ο θάνατος; Θυμάται πως μικρή της είχαν πει πως είχε κοντή γραμμή ζωής στο χέρι. Το σκέφτηκα κι εγώ αυτό. Φτου, φτου, φτου! Ανοησίες. Ξέρουμε καλά ότι μόνο το ζώδιο μετράει! Χα, χα… Ανοησίες, την ησυχάζει ο Μάκης. Φοβάται η Μαρία πως έχει έρθει η τελευταία της μέρα, πως δεν θα βλέπει τα παιδιά της να μεγαλώνουν. Πως θα ζήσουν χωρίς εκείνη, αν τα καταφέρουν να επιζήσουν; Τόσο μικρά είναι ακόμα… Αναγκάζει τον εαυτό της να σκέφτεται πιο θετικά. Τα μικρά έχουν κουκουλιάσει πάνω της, κουρασμένα και παγωμένα.

Όταν έφτασα στο μαγαζί κάτω από το σπίτι, όπου κρατάω τα παιδιά, βλέπω τους υπαλλήλους αλλά σήμερα δεν χαίρομαι. Ένα πράγμα θέλω μόνο, να είναι ζωντανός ο Μάκης και να βρεθεί με την οικογένειά του. Θέλω να είναι οι τέσσερις τους μαζί και ζωντανοί. Τίποτα άλλο δεν μετράει.

Δεν ξέρω πως περνάει η μέρα. Φαντάζομαι ότι, όπως συνήθως, πήγα τα παιδιά για σκι και πέρασα ένα μεγάλο κομμάτι της ημέρας στο Πομ, το εστιατόριο όπου συχνάζει η οικογένεια, κάτω από τις πίστες του σκι. Η μητέρα των παιδιών με θαυμάζει που με βλέπει τόσο ψύχραιμη. Αν ήξερε… Εκεί μέσα, δεν είναι όπως τα λέει. Μέσα μου βουλιάζουν τα πάντα, η καρδιά μου βράζει. Εκεί μέσα υπάρχει τρόμος, απελπισία, καταιγίδα.

Στο καράβι όπου βρίσκεται η Μαρία με τα παιδιά γίνεται χαμός. Οι επιβάτες φωνάζουν για να συνεχίσουν το ταξίδι τους, βαρέθηκαν να περιμένουν επιζώντες από το Norman Atlantic. Λίγοι δείχνουν ανθρωπιά. Όλη την ώρα μου έρχονται εικόνες από την τραγωδία. Σκέφτομαι αυτά που διάβασα, που είδα, όπως τα βιντεάκια με τον Βασίλη στην αγκαλιά ενός ναύτη από το Cruise Europa και την Μαρία να λέει με τρεμάμενη φωνή πως περιμένει τον άνδρα της. Το βίντεο που τους δείχνει να ανεβαίνουν στο ελικόπτερο, εικόνες που επαναλαμβάνονται στα δελτία ειδήσεων της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ελλάδας. Όλη την ώρα σκέφτομαι αυτά που μου έλεγε η Μαρία…

Το βλέμμα των πιο πολλών μοιάζει άδειο. Βρέχει. Η Μαρία πίνει το νερό που κυλάει στο πρόσωπο της. Έτσι καταλαβαίνει πως διψάει. Το πάτωμα ζεσταίνεται όλο και περισσότερο. Ακούγονται συνεχώς εκρήξεις μάλλον από τα οχήματα. Φοβάται μη ξαναβγούν φλόγες από το πάτωμα.

Καράβια του ιταλικού λιμενικού έρχονται. Η ελπίδα ξαναγεννιέται. Ψάχνουν κάποια άτομα που έχουν μπλοκαριστεί στην τσουλήθρα που οδηγεί τους επιβάτες στις βάρκες διάσωσης. Ανοίγουν την τσάντα τους ο Μάκης και η Μαρία και μοιράζουν νερό και μπισκότα. Αλλά κάνεις δεν θέλει. Θηλάζει τον Βασίλη που όλο πίνει γάλα και κοιμάται. Ο Κωνσταντίνος κρυώνει. Λαμβάνει μηνύματα από μένα που την ρωτώ για πλάκα αν το καράβι που καίγεται είναι το δικό τους.

Καταλαβαίνουν πως δεν γίνεται να τους πλησιάσει κανένα καράβι. Πυροσβεστικά καράβια έχουν φτάσει. Κάποιοι άνθρωποι νευριάζουν. Τσακωμοί. Ένας άνδρας χτυπάει ένα μέλος του πληρώματος, ευτυχώς τον σταματάνε άλλοι. Ακούγεται ελικόπτερο. Είναι από την Guardia Civile. Πρέπει οι γυναίκες και τα παιδιά να ανεβούν στο ψηλότερο σημείο του καραβιού, όπου φυσάει τρελά. Το καράβι κουνιέται τόσο πολύ από τα κύματα, που είναι αδύνατο να παραμείνουν όρθιοι. Η Μαρία κρατάει πολύ σφικτά τα παιδιά της καθώς προχωρούν στα τέσσερα. Όμως φυσάει τόσο πολύ που δεν καταφέρνει το ελικόπτερο να τους φτάσει. Πρέπει να ξανακατέβουν. Έρχεται πάλι και αυτή τη φορά παίρνει 4 ή 6 άτομα. Οι επιβάτες είναι 478. Συν τους πρόσφυγες.

Έρχονται κι άλλα ελικόπτερα αλλά τίποτα από τον ελληνικό στρατό. Πως γίνεται; Η Ελλάδα είναι πολύ πιο κοντά από την Ιταλία…

Έρχεται ελικόπτερο να πάρει επιβάτες. Όλοι θέλουν να ανεβούν. Σπρώχνουν, φωνάζουν. Κάποιοι ναύτες, με τους όποιους είχαν μιλήσει πριν η Μαρία και ο Μάκης, αρπάζουν τον Βασίλη και τον Κωνσταντίνο από την Μαρία για να τους ανεβάσουν στο ελικόπτερο. Ουρλιάζει η Μαρία. Τους θέλει κοντά της. Τραβάνε τον Βασίλη από το χέρι του προς τα πάνω. Βρίσκει τρόπο να τους προφτάσει χωρίς να προλάβει να χαιρετήσει τον άντρα της. Βρίσκεται πάλι στο ψηλότερο σημείο, κρατώντας γερά τα μικρά. Τα πυροσβεστικά καράβια ξεκινάνε να ρίχνουν νερό πάνω στο Norman Atlantic. Καταβρεγμένοι όλοι, παγωμένοι. Ο Κωνσταντίνος εξαντλημένος. Επιλέγονται άτομα που χρειάζονται άμεση βοήθεια για να φύγουν πρώτοι. Έρχεται κι άλλο ελικόπτερο, εκείνο έχει καλάθι για παιδιά και κάτι σαν σωσίβιο για ένα άτομο που κρέμεται σ’ένα σχοινί. Παίρνουν ένα ή δυο άτομα και τους πάνε σε δυο καράβια που βρίσκονται γύρω. Ζητάει η Μαρία από έναν διασώστη αν μπορούν να τους πάρουν. Είναι κρύος ο Βασίλης και όλο κοιμάται. Μακάρι να μην είναι ήδη αργά…

Έρχεται επιτέλους η σειρά τους. Ανεβαίνουν στο καλάθι. Σκέφτεται τον Μάκη που έμεινε κάτω στην κόλαση. Είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνουν σε ελικόπτερο και θα ήθελε ο Κωνσταντίνος να είναι χαρούμενος, επειδή τα λατρεύει. Οι διασώστες είναι ήρωες.

Λαμβάνω συνεχώς τηλεφωνήματα και μηνύματα. Μου δίνουν πληροφορίες, μου ζητάνε κυρίως. Είμαι ο σύνδεσμος ανάμεσα Ελλάδα και Γαλλία αφού η Μαρία κρατάει τις μονάδες της για μας. Έχω γίνει τηλεφωνικό κέντρο. Ένα τρομαγμένο και απελπισμένο τηλεφωνικό κέντρο που χάνεται σε μια καταιγίδα.

Μόλις φτάνουν στο Cruise Europa, ένας ναύτης τους φέρνει ζεστό τσάι και στεγνά ρούχα καθώς πλένουν τα δικά τους. Εξετάζονται από γιατρούς. Σημειώνουν τα ονόματά τους. Επιβάτες προσφέρουν την βοήθειά τους. Μια οργάνωση από Αγγλία, η Help Syria, άνδρες ντυμένοι με μακριά άσπρα ρούχα, κάνουν ότι μπορούν για να φανούν χρήσιμοι. Δίνουν πάνες. Ο Βασίλης μόνο πίνει και κοιμάται. Αρνείται να φάει. Ο Κωνσταντίνος είναι καλύτερα τώρα. Παίζει λίγο αλλά συνεχίζει να ρωτάει για τον μπαμπά του. “Θα έρθει σύντομα” του απαντά η Μαρία.

Η Μαρία αναγνωρίζει γνωστά πρόσωπα από το Norman Atlantic. Τους δίνουν φαγητό και καμπίνα για τρία άτομα. Δεν έχει κρεβάτι για τον Μάκη…

Στο Cruise Europa μιλάει με μια επιζώντα μητέρα που δεν έχει τον δεκατριάχρονο γιο της μαζί της. Ξέρει πως βρίσκεται σε άλλο καράβι αλλά δεν ξέρει σε ποιο. Άλλοι επιζώντες δεν ξέρουν καθόλου τι απέγινε η οικογένειά τους.

Το βράδυ η Μαρία ζητάει πληροφορίες από το πλήρωμα αλλά τίποτα. Ο Κωνσταντίνος αποκοιμιέται στο πάτωμα της καμπίνας. Φαντάζεται τα χειρότερα η Μαρία. Τι να συμβαίνει στο Norman Atlantic;

Της φαίνεται ότι καίγεται κι αυτό το καράβι. Κουνιέται πολύ. Αν έχει πεθάνει ο Μάκης, τι θα πει στα παιδιά; Να προσποιηθεί ότι είναι ζωντανός ή να πει ότι υπάρχει πιθανότητα να έχει πεθάνει; Θα αντέξει το Norman Atlantic; Μήπως θα εκραγεί; Οι περισσότεροι δεν έχουν σωθεί… 

Τελικά, κατά τις 5 το απόγευμα με παίρνει ο Δημήτρης για να μου πει πως ο Μάκης τηλεφώνησε στην μητέρα του.

Είναι δηλαδή ζωντανός;

Είναι σίγουρη η Δήμητρα, η μαμά του Μάκη; Μήπως το περίμενε τόσο πολύ που το φαντάστηκε; Επικοινωνώ με την μητέρα μου αλλά δεν το λέω ακόμη στους υπολοίπους, για να μην ματιάξω την κατάσταση.

Φαίνεται πως βρίσκεται σε ένα πολεμικό καράβι, το San Giorgio. Είναι από τους τελευταίους που έφυγαν από το φλεγόμενο Νόρμαν Ατλάντικ. Το  στρατιωτικό San Giorgio πρέπει να παραμείνει στην ζώνη. Στο μεταξύ, ακούγεται μια απίστευτη ιστορία για ντζιχαντιστές που έχουν ανέβει σ’ένα καράβι από τη Μολδαβία. Τελικά, όμως πρόκειται για πρόσφυγες. Ήταν πρόσφυγες χωρίς χαρτιά, παράνομοι, που δεν έχουν δικαίωμα σε μια ζωή χωρίς πόλεμο και πείνα. Δεν ήταν ντζιχαντιστές… Και σε τέτοια στιγμή, οι αρχές σκέφτονται αυτό: να εμποδίσουν απελπισμένους ανθρώπους να ξεφύγουν από το πόλεμο, από την πείνα…

30 Δεκέμβρη 2014

Διαβάζω ηλίθια άρθρα και ηλίθιες δηλώσεις από επιζώντες, που κατηγορούν μετανάστες για την φωτιά. Ένας Τούρκος λέει πως είδε Πακιστανούς ή Αφγανούς να ανάβουν φωτιά σ’ ένα φορτηγό για να ζεσταθούν. Όποιος έχει ταξιδέψει με καράβι το χειμώνα, ξέρει πολύ καλά πως δεν έχει κρύο στα γκαράζ. Επίσης, όποιος γνωρίζει πρόσφυγες και τους τρόπους που έχουν για διαφυγή, ξέρουν ότι δεν παίρνουν ποτέ το ρίσκο να βρεθούν πριν φτάσουν στο προορισμό τους, που είναι συνήθως η Γερμανία, η Σουηδία, η Αγγλία ή η Γαλλία. Μια γνωστή τραγουδίστρια όπερας που βρισκόταν στο φλεγόμενο καράβι λέει στα κανάλια ότι στο καράβι οι ξένοι φερόταν αισχρά, έσπρωχναν, έκλεβαν, κλπ. Τα συνηθισμένα ρατσιστικά σχόλια. Απορώ πως όταν ζεις τέτοιο τρόμο, μπορείς να σκέφτεσαι τέτοια πράγματα, να σου έρχονται αυτές οι χυδαίες ιδέες.

Ευτυχώς διαβάζω και την μαρτυρία ενός άλλου επιβάτη, που μιλάει αλλιώς για τους ξένους ειδικά για τους Φιλιπινέζους του φορτηγού πλοίου που τους έσωσε. Συγκινήθηκε πολύ με την ανθρώπινη συμπεριφορά τους. Διηγείται πως ένα παιδί με ‘’άσχημα τατουάζ’’, με άσχημο νόημα δηλαδή, έκλαιγε μπροστά στους Φιλιπινέζους, ζητούσε συγγνώμη όσες ρατσιστικές πράξεις έκανε στη ζωή του. Πόσο χάρηκα που διάβασα κάτι τέτοιο… 

Το San Giorgio πηγαίνει τους επιζώντες στο λιμάνι του Brindisi της Ιταλίας ενώ το Cruise Europa μεταφέρει τους δικούς του στην Ηγουμενίτσα, εκεί που επιβιβάστηκαν σχεδόν τρεις μέρες πριν. Η Μαρία και τα μικρά ανεβαίνουν σ’ένα ταξί καλεσμένο από την γαλλική πρεσβεία μάλλον. Πηγαίνουν πίσω Θεσσαλονίκη, αλλά όχι Πανόραμα, όχι χωρίς τον Μάκη. Καλαμαριά πάνε στους γονείς του Μάκη, που ζούσαν τον Γολγοθά τους τόσες ώρες. Εκεί έχουν συγκεντρωθεί κάτι καλοί φίλοι των παιδιών για υποστήριξη στους γονείς.

Δεν έχουμε άλλα νέα του Μάκη εκτός από το τηλεφώνημα που έλαβε η μητέρα του. Ξέρουμε ότι αυτοί στο Brindisi δεν μπορούν να πετάνε, λόγω χιονιού…

31 Δεκέμβρη 2014

Κατά τις 5 το απόγευμα ο Μάκης παίρνει επιτέλους τηλέφωνο την Μαρία. Βρίσκεται στo αεροδρόμιο της Αθήνας, περιμένει αεροπλάνο για Θεσσαλονίκη μαζί με άλλους επιζώντες.

Θα γιορτάσουν μαζί το καινούργιο έτος, μαζί με τους φίλους και την οικογένεια σπίτι τους. Χαιρόμουν τόσο πολύ γι’ αυτούς, που όπως βράδιασε και αφού μίλησα κι εγώ με τον Μάκη, ένιωσα τρομερή μοναξιά. Ήθελα τόσο πολύ να βρίσκομαι μαζί τους…

14 Μαΐου 2015

Σήμερα ο Κωνσταντίνος δεν ήθελε να μπει για μπάνιο. Φοβόταν το νερό…

Την πρώτη μέρα του 2015 ο Βασίλης μπήκε στο νοσοκομείο για πνευμονία. Τώρα βλέπει παντού φωτιά και εκρήξεις. Μέτα το αρχικό σοκ, αναγεννήθηκε και έπρεπε να τα μάθει όλα από την αρχή.

Τίποτα δεν τέλειωσε. Εμείς ήμασταν τυχεροί και έχουμε τους δικούς μας ανθρώπους ζωντανούς και σχετικά καλά, αλλά υπάρχουν ακόμα οικογένειες που ψάχνουν τους δικούς τους.

Περίπου τριάντα άτομα έχουν πεθάνει ή αγνοούνται. Περίπου γιατί υπήρξαν και μετανάστες, που δεν μπήκαν σε λίστα. Και να έμπαιναν; Ο κόσμος γουστάρει τέτοιες ιστορίες αλλά βαριέται γρήγορα. Αλλάζουμε γρήγορα θέμα. Ειδικά όταν οι επιβάτες είναι απλοί άνθρωποι, χωρίς τα πολλά λεφτά των επιβατών του Costa Concordia. Οι πιο πολλοί, Έλληνες και Ιταλοί, που δεν ενδιαφέρουν το κοινό. Όπως οι χιλιάδες πρόσφυγες που πνίγονται καθημερινά χωρίς να προκαλέσουν το ανάλογο ενδιαφέρον.

Ο μικρός ο Ραέντ, ένα εφτάχρονο παιδί που είχε καταφέρει μαζί με τον πατέρα του και την θεία του να ξεφύγει από τον τρόμο του πολέμου της Συρίας και να μπει σε καράβι για την Ευρώπη, είναι ανάμεσα στους αγνοούμενους μαζί με την θεία του.

Μητέρες με μικρά παιδιά και αγνοούμενο άνδρα, επιζούν όπως μπορούν. Χωρίς πια την οικονομική υποστήριξη του συζύγου τους. Χωρίς ψυχολόγους. Χωρίς νέα. Χωρίς σορό.

Τίποτα δεν τέλειωσε. Είμαστε όλοι αλλαγμένοι, σοκαρισμένοι. Μπορεί να μην ήμουνα πάνω στο καράβι αλλά νιώθω σαν να ήμουνα. Για μένα πια, υπάρχει η ζωή πριν το καράβι και μετά. Η ζωή προ Norman Atlantic και η ζωή τώρα. Τώρα που δεν ξέρω πως θα καταφέρω να ανέβω σε καράβι, στο Cruise Europa κιόλας, κάτι που θα γίνει σύντομα…