Κείμενο: Αλίκη Κατσαρού
Πανικοβληθήκαμε, η αλήθεια να λέγεται.
Ο μπαμπάς άλλαξε τα εισιτήρια και πήρε τον οδηγό τηλέφωνο να αλλάξει τις ημερομηνίες που θα πάρει το αυτοκίνητό μας στην Κρήτη. Πάντα ο οδηγός το πάει κάτω, με το πλοίο της γραμμής, εμείς το βρίσκουμε στο γκαράζ. Ταξιδεύουμε αεροπορικώς για να μην ταλαιπωρούμαστε.
Ενώ θα ήμασταν από την προηγούμενη Κυριακή στην Κρήτη, υποχρεωθήκαμε να μείνουμε άλλες 9 ημέρες τουλάχιστον στην Αθήνα για να ψηφίσουμε “ΝΑΙ”.
Ο μπαμπάς τρομοκρατήθηκε αρκετά και με την ιδέα του δημοψηφίσματος και με την ασφάλεια των καταθέσεών του. Τα χρήματα που έχει βεβαίως σε επενδυτικά κεφάλαια ξένων χωρών, κυρίως Ελβετία και Γερμανία είναι αρκετά, αλλά αυτό δε σημαίνει πως μας παίρνει να χάσουμε τα χρήματα μας στην Ελλάδα.
Τσαντίστηκα τόσο πολύ με τις ηλιθιότητες και τους χειρισμούς της κυβέρνησης, όχι επειδή μου χάλασαν τις διακοπές -και για αυτό βέβαια-, αλλά κυρίως επειδή κάνουν ακροβατικά και δεν ξέρουν από πολιτική.
Ο πολιτικός πρέπει να είναι σαν τους φίλους του μπαμπά, με γραβάτα, χαρτοφύλακα, γραμματέα και να ξέρει από διπλωματία. Ειδικά με τους ξένους που οι σχέσεις μαζί τους εξασφαλίζουν το συμφέρον μας.
Ήρθαν τώρα τα ταγάρια να κάνουν πολιτική. Αμφιβάλλω αν ξέρουν να φάνε στα δείπνα με τους Ευρωπαίους ηγέτες ή αν μασούν το κρέας με θόρυβο και ρουφούν το κρασί με ήχο. Αμφιβάλλω αν ξεχωρίζουν τη μπεαρναίζ από τη σάλτσα μουστάρδας. Τι να πεις. Αλλά αυτοί μας αξίζουν, γιατί οι πολλοί τέτοιοι είμαστε. Γύφτοι.
Το βλέπω όποτε υποχρεώνομαι να συνδιαλαγώ με ανθρώπους που δεν είναι στο περιβάλλον μας. Τι παιδεία έχουν…! Πάρε τις πωλήτριες, πάρε τους δημοσίους υπαλλήλους, πάρε τις μαμάδες με τα τάπερ στην παραλία, πάρε τα πιο πολλά παιδιά των δημοσίων σχολείων. Δε σου λέω να είναι όλοι ευκατάστατοι, σαν εμάς, που δεν είμαστε πλούσιοι, αλλά ευκατάστατοι, όμως μια ευγένεια, μια παιδεία, γιατί να μην την έχουν; Δεν μπορείς να κάνεις παρέα μαζί τους ούτε για λίγο. Οι πιο πολλοί είναι γύφτοι.
Είμαι πολύ σίγουρη για όσα λέω και δεν είναι θεωρητικά. Τα διαπίστωσα με τα ίδια μου τα μάτια όταν πήγα να εργαστώ αμέσως μετά τις σπουδές μου στο Λονδίνο. Παραδέχομαι πως μου βρήκε ο μπαμπάς αμέσως δουλειά, ενώ άλλοι είναι άνεργοι για καιρό, αλλά τι να κάνω, να μην αξιοποιήσω τις γνωριμίες μας; Πήγα λοιπόν, όχι σε μία, σε τρεις δουλειές, και οι τρεις στον Πειραιά, σε ναυτιλικά γραφεία. Τσακώθηκα και στις τρεις. Γιατί, επαναλαμβάνω, παντού, οι Έλληνες είμαστε γύφτοι.
Έτσι εξηγείται φυσικά και το μεγάλο ποσοστό του ΟΧΙ. Ψήφισαν άνθρωποι που δεν έχουν παιδεία, που δεν ξέρουν να ζουν, δεν ξέρουν τι κάνουν. Οι ψωριάρηδες, όπως λέει η μαμά. Δε φτάνει λοιπόν που έγινε το δημοψήφισμα, πήρε και αυτό το μεγάλο ΟΧΙ, για να αγχώνεται ο πατέρας μου μην και πέσουμε στη δραχμή, μην και γίνει κούρεμα καταθέσεων, μην και δεν ξέρω ‘γω τι και δεν κουνάει ρούπι από την Αθήνα. Κι από πάνω να είναι στενοχωρημένος για την παραίτηση Σαμαρά, που είναι φίλος του και που ο πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ είπε στην τηλεόραση, πριν καν παραιτηθεί ο άνθρωπος «Ο νοών νοείτωΝ».
Εμένα ποιος με σκέφτεται που άνοιξε καινούργιο beach bar στην Ελούντα και ψήνομαι στην κωλο-Αθήνα χωρίς να φταίω σε τίποτα;