Άρθρο: Γιώργος Παραδείσης
Ψυχολόγος
Ένα από τα πράγματα τα οποία δεν θα φανταζόμουν ποτέ, πριν ασχοληθώ με το επάγγελμα του ψυχολόγου (αλλά και πριν μπω ο ίδιος στο ρόλο του θεραπευόμενου), είναι το πόσα λίγα πράγματα ήξερα για τον εαυτό μου. Δεν θα μιλήσω για «βαθιές» έννοιες, όπως το νόημα της ζωής, ηθικές αξίες, πολιτικά πιστεύω και ούτω καθεξής. Αυτά είναι άλλο επίπεδο, προχωρημένο.
Όταν πρωτοξεκίνησα να υποβάλλομαι σε θεραπεία, συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα καν πως νιώθω ανά πάσα στιγμή. Πήγα να το πάρω προσωπικά και κατάκαρδα και η συζήτηση με τους φίλους δεν βοήθησε. Η καζούρα πήγαινε και ερχόταν.
Δεν ήταν παρά κάποιο καιρό μετά, όταν άρχισα να εργάζομαι ως ψυχολόγος, που συνειδητοποίησα ότι αυτό το πρόβλημα δεν αποτελούσε ένα προσωπικό μου γνώρισμα αλλά μια κοινή πραγματικότητα που μοιραζόμαστε σχεδόν όλοι. Βλέπετε, πολλές φορές στην θεραπευτική αίθουσα, κάνουμε την ερώτηση «πώς νιώθεις;». Εκ πρώτης όψεως μοιάζει η απλούστερη ερώτηση στον κόσμο, αλλά τα πράγματα δείχνουν ότι κάτι τέτοιο απέχει πολύ από την αλήθεια. Κάποιες από τις φορές που ρωτάμε μπορεί να πάρουμε ευθεία ευθεία απάντηση, αλλά συνήθως ερχόμαστε αντιμέτωποι με ρήσεις οι οποίες δεν έχουν την παραμικρή σχέση με συναισθήματα.
«Νιώθω ότι βαριέται να μου μιλήσει»
«Νιώθω ότι έχω πολλή δουλειά»
«Νιώθω ότι δεν καταλαβαίνω»
Κάθε μία από τις παραπάνω απαντήσεις, όπως και πάρα πολλές άλλες που θα συναντήσουμε, στην πραγματικότητα υπονοεί ένα συναίσθημα, αλλά προσπαθεί να το περιγράψει μέσω μίας κατάστασης. Επειδή κάθε κατάσταση μπορεί να προξενεί περισσότερα από ένα συναισθήματα, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι σε ποιο αναφέρεται ο πελάτης και, συνήθως, δεν είναι και εκείνος ο ίδιος βέβαιος.
Ο λόγος για τον οποίο τα παραπάνω παραδείγματα τα συναντάμε συχνά, είναι διττός: Κατ’ αρχάς, το να είμαστε ενήμεροι για τα συναισθήματα που νιώθουμε ανά πάσα στιγμή είναι πρακτικά κάτι πολύ πιο δύσκολο απ’ ότι είναι στη θεωρία. Δεύτερον, πέφτουμε σχεδόν πάντα στην παγίδα να ψάχνουμε μόνο ένα συναίσθημα.
Εάν, για παράδειγμα αναρωτηθούμε πως νιώθουμε αυτή τη στιγμή, το πιο πιθανό είναι ότι θα μας έρθει στο μυαλό ένα συναίσθημα (πχ. βαριέμαι, απορώ, συγχύζομαι).
Στην πραγματικότητα ανά πάσα στιγμή, και για κάθε πράγμα, νιώθουμε μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων αλλά εστιάζουμε μόνο στο πιο έντονο. Δημιουργείται έτσι η ψευδαίσθηση ότι αυτό είναι και το μοναδικό συναίσθημα που νιώθουμε.
Ας δούμε τα παραπάνω σε ένα παράδειγμα:
Την στιγμή που διαπιστώνω ότι μόλις έσκισα ανεπανόρθωτα το αγαπημένο μου παλτό, νιώθω θυμό. Θέλω κάποιον να χτυπήσω, ψάχνω κάποιον να μου φταίει και, αν είμαι εξαιρετικά θερμόαιμος, μπορεί να καταλήξω να κλοτσάω το καταραμένο καρφί που προεξείχε. Την συνέχεια μπορείτε να την φανταστείτε.
Εάν όμως εκείνη την ίδια στιγμή, σταματήσω και αφουγκραστώ τον εαυτό μου, θα διαπιστώσω ότι πέρα από τον θυμό μου, νιώθω λύπη για την απώλεια του παλτό. Μπορεί ταυτόχρονα να βρω και κάποια ψήγματα φόβου για το πώς θα ανακοινώσω στην σύντροφό μου, ότι ο μισός μας μηνιαίος προϋπολογισμός, θα διατεθεί στην αγορά ενός νέου παλτό -έχω και ακριβά γούστα πανάθεμά με. Κάπου εκεί τριγύρω μπορεί να είναι μαζεμένη και κάποια ποσότητα χαράς, επειδή μετά από χρόνια θα αγοράσω επιτέλους κάτι καινούριο για τον εαυτό μου.
Όλο το παραπάνω είναι μια περίπλοκη κατάσταση την οποία μπορεί να τη βιώνω αλλά, μέχρι να μπω στην διαδικασία ανάλυσης που περιγράψαμε, δεν την έχω συνειδητοποιήσει πλήρως. Εάν δεν έχω αφουγκραστεί και αναλύσει τα συναισθήματά μου, αυτό το οποίο μένει είναι η αίσθηση ότι ήμουν θυμωμένος αλλά με έναν κάπως διαφορετικό τρόπο απ’ ότι τότε που είχα θυμώσει γιατί είχα τσακωθεί με το φίλο μου το Φοίβο. Διότι αυτή τη φορά βίωσα αυτό το συγκεκριμένο μείγμα συναισθημάτων, ενώ τότε ήταν ένα εντελώς διαφορετικό. Έτσι, αν δεν έχω αναλύσει την κατάσταση, την επόμενη φορά που θα νιώθω ένα παρόμοιο κοκτέιλ συναισθημάτων για κάποιον λόγο, και κάποιος θα με ρωτήσει «Πώς νιώθεις;», είναι πιθανό να του απαντήσω: «Νιώθω σαν να έσκισα το αγαπημένο μου παλτό».
Συνήθως οι καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε στη ζωή μας, είναι (από συναισθηματικής απόψεως) όπως αυτή που περιγράφηκε παραπάνω. Βιώνουμε κάθε λεπτό πολύ περισσότερα συναισθήματα απ’ ότι έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε.
Το να κατορθώσω να αναγνωρίσω το πώς νιώθω για κάποια κατάσταση, μπορεί κάποιες φορές να είναι από μόνο του αρκετό για να δώσει λύση στο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζω. Στο παράδειγμα που αναφέρθηκε παραπάνω, η συνειδητοποίηση των δευτερευόντων συναισθημάτων, θα μπορούσε να με οδηγήσει από τον θυμό, στην απόφαση: «Ωραία, θα αντιμετωπίσω το φόβο μου, θα το ανακοινώσω, και θα βγω πασιχαρής για ψώνια».
Ακόμα και όταν δεν λύνει το πρόβλημα, η ενημερότητα μπορεί να με κάνει να συνειδητοποιήσω άλλα προβλήματα που κρύβονται από πίσω. Πάλι στο παράδειγμά μας: «Είναι δυνατόν να φοβάμαι να ανακοινώσω ότι έκανα ένα λάθος; Τι τρέχει με τη σχέση μου;»
Η κατάκτηση της συναισθηματικής ενημερότητας είναι λοιπόν μια δύσκολη διαδικασία που δεν είναι δυνατόν να την ακολουθώ κάθε στιγμή της ημέρας μου, αλλά όσο περισσότερο αφουγκράζομαι τον εαυτό μου, τόσο πιο εύκολο γίνεται να είμαι ανά πάσα στιγμή ενήμερος για το πως νιώθω.
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Gellerd, S.D. (1983). Όμοιος ομοίω ζευγαρώνει… Αθήνα: Διογένης.
Μπουκάι, Χ. (2000). Ο Δρόμος της Αυτοεξάρτησης. Αθήνα: Όπερα