Άρθρο: Χριστίνα Ζερδεβά
“Εγώ δεν έχω ανάγκη τα λεφτά, εργάζομαι για την τέχνη. Καλλιτέχνης γεννιέσαι και παραμένεις ακόμα και όταν η φωνή πάψει να είναι το ίδιο θαυμάσια όπως πρώτα”
Μαρία Κάλλας
Εκείνη τη φθινοπωρινή μέρα στο Παρίσι, το ψιλόβροχο είχε πιάσει για τα καλά αλλά με τίποτα δεν προμήνυε τη θλιβερή είδηση που θα έσκαγε λίγο αργότερα σαν βόμβα και θα βύθιζε στο πένθος ολόκληρη την ανθρωπότητα. Παρ’ότι αυτό το πρωϊνό δινόταν μια άνιση μάχη με την υφέρπουσα μουντή ατμόσφαιρα της πόλης, η βροχούλα νωχελικά εξακολουθούσε να νανουρίζει ακόμα τις ναρκωμένες από τη νύχτα αισθήσεις του κόσμου, λες και διαισθανόταν το κακό και προσπαθούσε να αποτρέψει τη μέρα από το να πάρει τις σωστές της διαστάσεις. Ακόμα και τότε, όταν η βροχή άρχισε να δυναμώνει και το σκηνικό να γίνεται ακόμα πιο ζωηρό, πιο θεατρικό, αντιστεκόταν με πείσμα! Συνηθισμένοι οι άνθρωποι σε τούτη τους την καθημερινότητα, συνηθισμένες και αυτές οι πρωϊνές μάχες τους στους δρόμους του Παρισιού, μιας πόλης που λες πως η εικόνα της δραπετεύει συχνά από ταινίες του Ζακ Τατί… Τα νερά έκαναν λιμνούλες εδώ και εκεί και ο κόσμος τις απέφευγε με εκπληκτικές δεξιότητες σε πιρουέτες για να μπορέσουν να διασχίσουν τους δρόμους με μικρά ντελικάτα πηδηματάκια και να αφήσουν πίσω τους οριστικά την πρόκληση που τους εμπόδιζε να συνεχίσουν τα συνήθη. Δεν ήξεραν…
Ήταν 16 του Σεπτέμβρη, όταν στην Rue George Mandel, στο νούμερο 36 θα έσβηνε αθόρυβα από καρδιακή προσβολή μια μεγάλη Κυρία. Ήταν μόνο 53 ετών! Στο άκουσμα της είδησης του θανάτου της μεγάλης ντίβας, δεν μούδιασε μονάχα το βροχερό Παρίσι εκείνης της ημέρας αλλά ολόκληρος ο κόσμος. Παγκόσμια η συγκίνηση. Η φθαρτή της φύση ήταν σαν να ήθελε να την αφήσει νωρίς, να δραπετεύσει από αυτά που της προξενούσαν τόσο πόνο. Η εξασθενισμένη της καρδούλα ίσως και να μην άντεξε τελικά. Όμως, μονάχα η φθαρτή της φύση μας αποχαιρέτησε, οι μύθοι δεν πεθαίνουν ποτέ. Η Καικιλία-Σοφία-Άννα-Μαρία Καλογεροπούλου που πέρασε στην ιστορία σαν την τρυφερή και αντισυμβατική Μαρία Κάλλας, είχε πια σβήσει. Πέρασαν 38 ολόκληρα χρόνια από τότε και σήμερα, αν ζούσε, θα ήταν μια γλυκιά 90χρονη αριστροκρατική γιαγιάκα, βυθισμένη ενδεχομένως μέσα στις τόσες της αναμνήσεις. Ο θάνατος φαίνεται παίρνει νωρίς τους θρύλους δεν τους αφήνει να φθαρούν και να χάσουν την εικόνα εκείνη που πρέπει να ανασύρει από τη μνήμη του το κοινό τους.
Η Μαρία Κάλλας υπήρξε αδιαμφησβήτητα μια απίστευτη προσωπικότητα. Πέρα από το μύθο της, ήταν η πρώτη γυναίκα που «ντρόπιασε» ουσιαστικά το διεθνές star system και το κούφιο του περιτύλιγμα, ένα σύστημα, που στα πρώτα χρόνια της καριέρας της την απέρριπτε για τα κιλά και την εξωτερική της εμφάνιση. Στη συνέχεια βέβαια, αφού την εξύμνησε με διθύραμβους για τη φωνή της, προκλητικά εστίαζε περισσότερο στην προσωπική της ζωή, στη σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση και στη συμβατική ζωή που είχε με το σύζυγό της Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι. Αυτοί οι αχόρταγοι «άνθρωποι» αγαπούσαν να ξετρυπώνουν ή να δημιουργούν πιπεράτες ιστορίες, οι οποίες κατά καιρούς της προξενούσαν τεράστια θλίψη. Η Μαρία όμως ήταν φτιαγμένη από άλλα, πολύ σπάνια υλικά. Ελάχιστοι καλλιτέχνες μπορούν να ξεδιπλώσουν, να αξιοποιήσουν και να μετατρέψουν την τέχνη τους σε μαγεία, κάνοντας την ύπαρξή τους αθάνατη.
Η Μαρία Κάλλας υπήρξε η μεγαλύτερη δραματική «κολορατούρα» που έφτασε ποτέ σε ανθρώπινο αυτί, η ασυναγώνιστη σοπράνο που εκτελούσε τα πιο δεξιοτεχνικά περάσματα και η φωνή της είχε την ιδιότητα να εκτείνεται περίπου μια οκτάβα πάνω από τη συνήθη έκταση μιας κανονικής υψιφώνου. Το εύρος της φωνής της συμπλήρωνε τόσο όμορφα το υποκριτικό της μεγαλείο, το απαράμιλλο πάθος της και η βαθιά προσήλωση που αφιέρωνε στην τέχνη της, στοιχεία που της χάρισαν παγκόσμια αποδοχή και την καταξίωσαν στις καρδιές μας. Χρωστούσε όμως τα πάντα αποκλειστικά στο δικό της ταλέντο, στη σκληρή δουλειά και στην υποκριτική της δυνότητα. Μόνο η μεταμόρφωσή της από ένα «άχαρο» αλλά προικισμένο κοριτσάκι σε έναν αριστοκρατικό και φινετσάτο κύκνο οφείλεται σε έναν άλλο μύθο, τον «μάγο» Πιέρ Πάολο Παζολίνι, ο οποίος πίστεψε ολόψυχα στο «σπόρο» που κουβαλούσε μέσα της η Μαρία.
Η Μαρία άφηνε τη σφραγίδα της σε όποιους την γνώριζαν, σκορπούσε στο δρόμο της τη μαγική της αύρα, το πάθος της που ασυγκράτητο το ένιωθες σε κάθε της κίνηση, στη σύσπαση των μυών του προσώπου της ακόμα και στην πιο αδιόρατη εκδοχή τους. Μαγνήτιζε και υπνώτιζε υπέροχα με το βλέμμα. Όταν τραγουδούσε (στις μεγαλύτερες όπερες του κόσμου μέχρι και στην πλατεία της Λευκάδας που τόσο αγαπούσε, για χάρη του αγαπημένου της) το κοινό απλά παραδινόταν στη μαγική της ερμηνεία.
Δεν είχα την τύχη να την απολαύσω ζωντανά, δεν πρόλαβα. Την «παρακολουθώ» όμως συχνά κάποιες φορές μέσα από τις παραστάσεις της που ευτυχώς κάποιες σώζονται και φαντασιώνομαι τις μαγικές εικόνες, εκείνες τις στιγμές. Κάτι σαν παιχνίδι!
Ξαπλώνω αναπαυτικά κάπου όμορφα, κλείνω τα μάτια και αφουγκράζομαι. Την ακούω να με συνεπαίρνει ολόκληρη καθώς προσπαθώ αβίαστα να νιώσω πως θα ήταν αν βρισκόμουν κάπου εκεί μέσα στο λαμπερό της κόσμο. Θα τράνταζε φαντάζομαι η φωνή της το χώρο καθώς θα ξεχυνόταν ασυγκράτητη, με τόση δύναμη, τόσο υπέροχη που θα καθήλωνε ακόμα και τον τελευταίο αδαή. Βελούδινοι οι ήχοι θα ταξίδευαν τις αισθήσεις, συγκλονιστικές οι εικόνες και εσύ θα ένιωθες δέος και αυτό το συναίσθημα της πληρότητας που κυριεύει, ακινητοποιεί. Η αγάπη θα έπαιρνε σίγουρα υπόσταση και θα διαπερνούσε τη ψυχή. Νιώθω αυτή τη νεκρική σιωπή, αυτή τη μυστηριακή παύση που προηγείται μιας παράστασης, πως θα «προετοίμαζε» κατάλληλα το κοινό που θα είχε τη τύχη να βρίσκεται στην πανέμορφη αίθουσα του θεάτρου. Αντιδρώ απρόσμενα όμορφα στο ξέσπασμα της απίστευτης φωνής της, αντιλαμβάνομαι τη γοητεία που θα ασκούσε και αισθάνομαι τα πρωτόγνωρα συναισθήματα που θα προκαλούσε. Συγκλονιστικές εκείνες οι στιγμές, σαν να γινόσουν μέρος της όπερας, λες και συμμετείχες και εσύ σ’αυτή την ομορφιά. Ρίγη γαλήνιας δύναμης, συντονισμένα μαγικά και αρμονικά μεταξύ τους, φιλτραρισμένα μέσα από έναν κρυστάλλινο ήχο θα σε διαπερνούσαν όσο αυτή θα σε έλουζε μονάχα με το «φως» της. Ύστερα; Ύστερα, η αναμενόμενη στιγμή της κάθαρσης θα έφτανε ακριβώς πάνω στην κορύφωση του έργου, θα την ένιωθες ίσαμε το μεδούλι. Είναι αυτή η «κάθαρση» που επιφυλάσσουν μονάχα πολύ συγκεκριμένα γεγονότα στη ζωή και …οι αρχαίες τραγωδίες!
Κάπου εκεί στο τέλος, η μορφή της θα χανόταν για λίγο πίσω από τη βαριά βελούδινη κατακόκκινη κουρτίνα καθώς αυτή θα γλυστρούσε αργόσυρτα πάνω στο σανίδι και θα ένοιωθες το αεράκι της μαζί και μια ευωδιά, τη δική της. Είναι η στιγμή που ενώνονται όλα αυτά μαζί και οδηγούν σε ένα κρεσέντο συναισθημάτων. Τότε, είναι η στιγμή που νιώθεις ξεκάθαρα το μεγαλείο της να σε συνεπαίρνει ολοκληρωτικά. Τα καλά όνειρα κρατούν πάντα λίγο και σου μένουν, τα συναρπαστικά ταξίδια γίνονται αξέχαστες θύμισες που η λήθη δεν εξαφανίζει, τις συγκλονιστικές παραστάσεις όμως τις «φυλακίζεις» με προσοχή στα κατάβαθα για να ξαναζωντανεύουν σε στιγμές αφάνταστης πλήξης.
Εκείνες τις ανεπανάληπτες στιγμές μονάχα ένα δυνατό χειροκρότημα μαζί με τις μονότονες, γεμάτες έξαψη επεφυμίες θα μπορούσαν να διακόψουν για να σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα, σε αυτή την ιεροτελεστία του τέλους όταν αποθεώνεις απαιτώντας αχόρταγα να ξαναντικρύσεις τη θεϊκή σου Casta Diva. Το χειροκρότημα θα ακουγόταν λίγο παράταιρο αν δεν ήταν αναγκαίο καθώς πηγάζει κατευθείαν μέσα από την ψυχή σαν μια ανάγκη μυστικής διασύνδεσης που προκαλεί η καθηλωτική ερμηνεία ενός καλλιτέχνη. «Νόρμα», «Μήδεια», «Αδριανή Λεκουβρέρ» είναι κάποιες από τις όπερες που καμιά άλλη δεν κατάφερε να φέρει εις πέρας με το δικό της μεγαλείο, τη δική της άνεση και τη δική της ξεχωριστή τεχνογνωσία. Η μαγική μας Μαρία ξεπερνούσε τα φυσικά όρια.
Άπειρες οι λεπτομέρειες που συνθέτουν τη μεγαλειώδη πορεία της ελληνίδας σοπράνο, θυελλώδης η επαγγελματική και προσωπική της ζωή, τα στοιχεία του χαρακτήρα της πολύπλευρα και αντικρουόμενα έκτισαν επάξια το μύθο της. Ακόμη συζητιούνται, αναλύονται, προκαλούν και αναπαριστώνται σε ταινίες, βιβλία και διαλέξεις. Δεν θα σταθώ εγώ στη ζωή της, στους έρωτές της, στη δόξα της ή στη θλίψη της. Είναι τόσο γνωστά όλα αυτά, μπορείς και εσύ εύκολα να τα βρεις εάν το θέλεις. Εγώ θα ήθελα απλά να είχα την τύχη να γνωρίσω αυτή τη μεγαλειώδη ντίβα, να κουβεντιάσω μαζί της, να την ακούσω, να την «νιώσω». Με το έμφυτο μοναδικό χάρισμα που προικίστηκε και τη δύναμη της ψυχής της απέδειξε έμπρακτα στη ζωή τι είναι σημαντικό και με «δίδαξε» πως πλάθονται οι ντίβες. Δεν γινόμαστε βέβαια όλοι μας σπουδαίοι, με τη θέληση όμως την υπομονή και το θάρρος ο καθένας μπορεί να γίνει σημαντικός πρώτα απ’ όλα μέσα του. Με τη φαντασία μου εξακολουθώ ακόμα να «κτίζω» κομάτι-κομάτι το παζλ της ψυχοσύνθεσής της. Δεν κρύβω το θαυμασμό μου για αυτή τη γυναίκα, όσο δοξάστηκε άλλο τόσο πόνεσε, στάθηκε όμως με αξιοπρέπεια στην «απρέπεια» των καιρών που έζησε. Η δική μας Μαρία πέρασε στην ιστορία, όχι μόνο σαν ένα μοναδικό μουσικό φαινόμενο αλλά και σαν μια προσωπικότητα που προκάλεσε απίστευτα συναισθήματα.
Για να αντιληφθούμε καλύτερα τι σημαίνει να ερμηνεύεις ένα ρόλο στη σκηνή, ας θυμηθούμε τα δικά της λόγια που είχε πει κάποτε η ίδια: «Το κοινό θα έπρεπε να καταλαβαίνει τι δουλειά, τι ένταση, τι κούραση και τι αγάπη πάνε σε κάθε φθόγγο, σε κάθε λεξούλα για να μην αναφερθώ στις κινήσεις και στην υποκριτική, που είναι αναπόσπαστο μέρος του ρόλου». Κάπως έτσι, μου φαίνεται, πως θα έβλεπε και την ίδια της τη ζωή, με τόσο πάθος. Δεν είναι τυχαίοι οι συγκλονιστικοί έρωτες! Πρέπει να υπάρχει απόθεμα. Η ζωή είναι μια παράσταση, το πως τη ζούμε και πως την «αποδίδουμε» είναι που μας κάνει ξεχωριστούς!
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Πολύβιος Μαρσάν, Μαρία Κάλλας, “Η ελληνική σταδιοδρομία της”. Εκδόσεις Γνώση.
Βασίλης Νικολαΐδης, “Οι μεταμορφώσεις μιας τέχνης”. Εκδόσεις Μπάστας-Πλέσσας.
ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, Μαρία Κάλλας, “Δέκα χρόνια από τον θάνατο της ντίβας”.
ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, Μαρία Κάλλας.
ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΑΣ. Εκδόσεις Ανατολικός.
Πίτερ Έβανς, “Ωνάσσης”. Εκδόσεις Κάκτος.
http://aromalefkadas.gr “Μαρία Κάλλας, η δική μου Ντίβα”, της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη/