Άρθρο: Γιώργος Παραδείσης
Ψυχολόγος
Όταν ακούμε ανθρώπους να μιλάνε για την διαδικασία της ψυχοθεραπείας και της συμβουλευτικής, συχνά τους βλέπουμε να τονίζουν την αξία της σχέσης που συνάπτεται ανάμεσα στον θεραπευτή/σύμβουλο και στον πελάτη. Τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι. Η αξία της σχέσης άρχισε να εκτιμάται με την εμφάνιση ενός συγκεκριμένου θεραπευτικού ρεύματος, το οποίο αξίζει της προσοχής μας.
Τόσο η ψυχοθεραπεία όσο και η συμβουλευτική, προσπαθούν να βοηθήσουν τον άνθρωπο να αντιμετωπίσει προβλήματα τα οποία του είναι δύσκολο να αντιμετωπίσει μόνος του. Ο τρόπος με τον οποίο θα προσφερθεί αυτή η βοήθεια, εξαρτάται από το τι αντιλαμβανόμαστε ως «άνθρωπο». Πρόκειται για ένα θέμα φιλοσοφικό.
Κάθε ένα από τα θεραπευτικά μοντέλα τα οποία έχουν διατυπωθεί (Ψυχοδυναμικό, Συμπεριφοριστικό, κλπ) έχει μία εντελώς διαφορετική αντίληψη του ανθρώπου διότι στηρίζεται σε ένα διαφορετικό φιλοσοφικό ρεύμα. Οι θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί και από τις οποίες προκύπτουν τα θεραπευτικά μοντέλα, ονομάζονται «Θεωρίες Προσωπικότητας» και προσπαθούν να εξηγήσουν το πως δομείται ο ανθρώπινος ψυχισμός.
Η συμβουλευτική στηρίζεται κατά κύριο λόγο στον υπαρξισμό και αντιλαμβάνεται τον ανθρώπινο ψυχισμό μέσα από την θεωρία της προσωπικότητας που ανέπτυξαν οι λεγόμενοι θεωρητικοί της «τρίτης δύναμης» στα μέσα του 20ου αιώνα. Οι θεωρητικοί αυτοί πήραν το όνομά τους διότι αντιπαρατέθηκαν στις δύο επικρατούσες θεωρίες που υπήρχαν εκείνη την εποχή, την ψυχοδυναμική και τον συμπεριφορισμό. Ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές της τρίτης δύναμης, ήταν ο Carl Rogers.
Η θεωρία του Rogers για τον ανθρώπινο ψυχισμό πέρασε από διάφορα στάδια και σε κάθε στάδιο άλλαζε και όνομα. Ξεκίνησε με το όνομα «μη-κατευθυντική συμβουλευτική» προσέγγιση και στην συνέχεια ονομάστηκε «πελατοκεντρική προσέγγιση» για να καταλήξει τελικά στον τίτλο «Προσωποκεντρική προσέγγιση».
Η βασική παραδοχή πάνω στην οποία στηρίχθηκε ολόκληρη η θεωρία του Rogers έρχεται σε πλήρη ρήξη με τα δεδομένα της εποχής και διαφαίνεται μέσα από την παρακάτω ρήση του.
«Γνωρίζω καλά ότι για λόγους άμυνας και ενδόμυχων φόβων τα άτομα μπορούν και πράγματι συμπεριφέρονται με απίστευτη σκληρότητα, με τρόπο τρομερά καταστροφικό, ανώριμο, πρωτόγονο, αντικοινωνικό και επιβλαβή. Κι όμως, το πιο συγκλονιστικό και δημιουργικό μέρος της δουλειάς μου είναι να ασχολούμαι με τέτοια άτομα και να ανακαλύπτω στα κατάβαθα της ψυχής τους τις έντονα θετικές τάσεις που υπάρχουν μέσα τους, όπως σε όλους μας.»
Βλέπουμε στην παραπάνω φράση ότι σε αντίθεση με τους ψυχοδυναμικούς που έβρισκαν στα τρίσβαθα του ανθρώπινου ψυχισμού τις καταστροφικές ενορμήσεις του «Εκείνο», ο Rogers στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ο άνθρωπος γεννιέται με έμφυτες θετικές τάσεις. Πιστεύει επιπλέον ότι όλοι έχουν από την φύση την τάση προς την ανάπτυξη και την ολοκλήρωση και η μη μετακίνησή τους προς αυτή την κατεύθυνση, οφείλεται σε εμπόδια τα οποία έχουν βρεθεί στο δρόμο τους. Υποστηρίζει ότι κάθε άνθρωπος έχει επίσης έμφυτη την ικανότητα να αναγνωρίσει αυτά τα εμπόδια και να τα υπερπηδήσει, έτσι ώστε να οδηγηθεί προς την ολοκλήρωση, αλλά αυτό μπορεί να το καταφέρει μόνο μέσα από την σχέση που συνάπτει του με άλλους ανθρώπους.
Με αυτές τις βασικές παραδοχές, ο Rogers έρχεται άμεσα σε αντίθεση με μια πληθώρα κατεστημένων απόψεων για την μέχρι τότε ψυχολογία. Κατ’ αρχάς συνθλίβει την μέχρι τότε πεποίθηση ότι «ο θεραπευτής ξέρει καλύτερα». Ο άνθρωπος δεν αντιμετωπίζεται πλέον σαν κάποιον ο οποίος δεν έχει την ικανότητα να εμβαθύνει στον ψυχισμό του, όπως υποστήριζαν οι υπόλοιπες θεωρίες. Μπορεί και να αναγνωρίσει τα εμπόδια που τον ανακόπτουν και να τα αφαιρέσει, και μάλιστα μόνο ο ίδιος ο πελάτης είναι ικανός να καταλάβει τι του συμβαίνει και να το μεταδώσει στον θεραπευτή. Έτσι η συμβουλευτική αλλάζει από κατευθυντική σε μη-κατευθυντική. Ο σύμβουλος δεν χρειάζεται πλέον να δίνει συμβουλές, ούτε να καθοδηγεί τον πελάτη, παρά μόνο να συνάψει μία ειλικρινή σχέση μαζί του, μέσα από την οποία ο πελάτης θα κατορθώσει να πραγματώσει το πλήρες δυναμικό του.
Ο ρόλος του συμβούλου σύμφωνα με το Rogers, είναι να βοηθήσει μέσα από την συμβουλευτική σχέση τον πελάτη να περάσει από τρία στάδια. Στο πρώτο στάδιο ο πελάτης θα καταφέρει αφού αναπτύξει εμπιστοσύνη προς τον σύμβουλο, να απελευθερώσει και να εκφράσει τα συναισθήματά του, τα οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν καταπιεσμένα ή κρυμμένα. Στο δεύτερο στάδιο, βλέποντας και βιώνοντας τα συναισθήματα που κατάφερε να απελευθερώσει, ο συμβουλευόμενος αποκτά μια ενόραση πάνω σε αυτά και καθίσταται πλέον ικανός να αναγνωρίσει τα εμπόδια τα οποία βρίσκονται στο δρόμο του. Αφού συμβεί αυτό, ο πελάτης περνάει στο τρίτο και τελευταίο στάδιο, στο οποίο μπορεί πλέον να αξιοποιήσει την αυτογνωσία που απέκτησε από τα τρία προηγούμενα για να κάνει επιλογές οι οποίες θα τον βοηθήσουν να αναπτυχθεί.
Βλέπουμε από τα παραπάνω ότι ο σύμβουλος στην Ροτζεριανή θεωρία έχει έναν εντελώς μη παρεμβατικό ρόλο. Όλη την δουλειά την κάνει ο πελάτης, αλλά την κάνει αξιοποιώντας την σχέση που χτίζει με τον σύμβουλο. Εδώ βρίσκεται και μία από τις σημαντικότερες παραδοχές στην θεωρία του Rogers, την οποία πλέον έχουν ασπαστεί πάρα πολλοί θεωρητικοί:
Αυτό που θεραπεύει, δεν είναι ούτε ο σύμβουλος, ούτε η θεραπευτική μέθοδος. Αυτό που θεραπεύει είναι η σχέση.
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Gustad, John W. Berdie, Ralph F. (Ed). (1953). Roles and relationships in counseling. , (σελ. 3-19). Minneapolis, MN, US: University of Minnesota Press. σελ. 37.
Pervin, L.A. John O.P. (2001). Θεωρίες προσωπικότητας. Έρευνα και εφαρμογές. Εκδ. Τυπωθητω
Rogers, C. (1980). A way of being. Mariner Books; 1 edition.
Λοϊζου, Μ. Μ. (2001). Η συμβουλευτική ψυχολογία στην εκπαίδευση. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα