Άρθρο: Κατερίνα Τσιτούρα
Φιλόλογος


Και αν δεν ξανα ανταμώσουμε στα ίδια μέρη, θα είναι επειδή η ζωή μας επιφυλάσσει άλλα, καλύτερα. Και θα με κοιτάξεις και πάλι με εκείνο το ζεστό βλέμμα που ενώνει τα κομμάτια της παιδικής αθωότητας και με οδηγεί με ασφάλεια πίσω σε ό,τι ένιωσα σπίτι μου. Γιατί η οικογένεια θα ισοδυναμεί αιωνίως με όσους επιλέξαμε να μας συντροφεύουν στο ταξίδι προς την Ιθάκη…

Τι αντιπροσωπεύει, άραγε για εσένα η ευτυχία; Ίσως, τώρα, να κλείνεις τα μάτια και με σύμμαχο την πλούσια φαντασία σου να οραματίζεσαι τον εαυτό σου σε μια παραλία, κάπου εκει, στη μέση του πουθενά, με συντροφιά τα ηχηρά κύματα της ξεγνοιασιάς και τη χρυσή άμμο της απελευθερωτικής ψυχικής λιακάδας.

Μπορεί, όμως, να είσαι ένας από εκείνους τους κάτασπρους τύπους που η θυελλώδη σχέση σου με τον ήλιο μεταφράζεται σε ένα ατέρμονο κυνηγητό με τα εγκαύματα τρίτου βαθμού και σε μια απεγνωσμένη κατανάλωση γιαουρτιών στη φλογισμένη από τις υπεριώδεις ακτίνες του ορκισμένου εχθρού, πλάτη σου. Για εσένα, λοιπόν, η ευτυχία ενδεχομένως να φωλιάζει στο χιονισμένο τοπίο ενός ορεινού χωριού, εκεί όπου η φωτιά από το τζάκι απαλύνει την καρδιά και οι αναμνήσεις σαν μια ζεστή κουβέρτα, τυλίγουν τις ελπίδες του μέλλοντος.

Και έπειτα, κάποιοι διατείνονται ότι ο έρωτας μονάχα θα μας λυτρώσει από την πνιγηρή αίσθηση της θνητής μας φύσης αφού το πάθος δύο σωμάτων συντονισμένων στη συχνότητα της επιθυμίας έχει τη δύναμη να συντηρεί τη ψευδαίσθηση της αθανασίας.

Για εμένα, από την άλλη, η ευτυχία κρυβόταν πάντοτε στα χαμογελαστά πρόσωπα μιας φιλικής συντροφιάς, σε βραδιές με κόκκινο κρασί και μεθυστικές συζητήσεις, στους ανθρώπους εκείνους που συναντήσαμε κάποτε και δεν ξεχάσαμε ποτέ, ασχέτως αν οι διαδρομές των λεωφορείων της ζωής άλλαξαν και οι στάσεις της ενηλικίωσης προκάλεσαν ρωγμές στο τζάμι της κοινής καθημερινότητας.

Οι φίλοι των φοιτητικών μας χρόνων αλλά και οι άλλοι, αυτοί που ήρθαν στο δρόμο μας λίγο αργότερα μα κατάφεραν να σημαδέψουν με το μελάνι τους τις σελίδες του βιβλίου μας, δεν έφυγαν στιγμή από το πλάι μας. Ο Ιρλανδός συγγραφέας, C. S. Lewis είχε πει ότι ο έρωτας ξεγυμνώνει τα σώματα ενώ η φιλία αποκαλύπτει τους χαρακτήρες.

Και σκέφτομαι όσους καφέδες κατέληξαν σε στοχασμούς πάνω στη ζωή και στο θάνατο, σε σημασιολογική ανάλυση βαθυστόχαστων μηνυμάτων τύπου ‘θα σε δω σε λίγο΄(και για να σε βάλω στο κλίμα, στο δικό μου παράλληλο φιλικό σύμπαν , η τελεία σήμαινε επικείμενο χωρισμό, το θαυμαστικό προσπάθεια προσέγγισης του υποψήφιου θηράματος μέσω εκδήλωσης ενθουσιασμού , τα αποσιωπητικά μυστηριώδη τύπο με φοβία δέσμευσης, παράλληλη σχέση και ροπή προς τα μαλακά ναρκωτικά).

Οι κούπες καφέ περιέργως, σαν να συμβόλιζαν την ταύτιση των ψυχών και οι ήχοι από τα γέλια την φιλότιμη προσπάθεια να ξορκίσουμε έναν χρόνο που κυλά και παρασύρει τα νερά των ονείρων μας. Και ύστερα, τα δάκρυα των χωρισμών, των χαμένων ευκαιριών, πόσα πιο γλυκά κυλούσαν στα μάγουλα μας όταν συνοδεύονταν από τα καθυσυχαστικά λόγια των φίλων, όταν η θλίψη που τα συνόδευε χανόταν στις αγκαλιές των ανθρώπων που ποτέ δεν μας πρόδωσαν.

Οι φίλοι σου δεν ήταν απαραίτητα όσοι σου έμοιαζαν, παρόλο που μοιραζόσασταν έναν κοινό κώδικα αξιών.

Υπήρχαν, λοιπόν, οι πιο αντισυμβατικοί, που σε τραβούσαν από το χέρι και σε ενθάρρυναν να αναμετρηθείς με τους πιο κρυφούς σου φόβους για να βγεις νικητής, για να απαλλαγείς μια και καλή από την ανόητη ανάγκη αποδοχής από όλους και να ανακαλύψεις τον αληθινό σου εαυτό, τον χαμένο στα πρέπει, στις νόρμες που καλύπτουν τα αστέρια της ευτυχίας.

Και θυμήσου τώρα και τους άλλους, τους πιο ντροπαλούς και εσωστρεφείς, που τα μαγουλά τους βάφονταν κόκκινα στις κοινωνικές εκδηλώσεις και με δυσκολία κατάφερναν να ψελλίσουν δύο λόγια στις επαφές με αγνώστους. Πάντοτε διακριτικοί και ανθρώπινοι, σου άφηναν χώρο και χρόνο να εκφραστείς και με το χαμόγελό τους απάλυναν τις στιγμές έντασης.

Κάπου εδώ συναντάς και τους καλλιτέχνες, τους ορκισμένους λάτρεις του θεάτρου, της ποίησης , της λογοτεχνίας που σου έστηναν σκάλες για να δραπετεύσεις από τον πεζό κόσμο της καθημερινότητας και να οικοδομήσεις έναν νέο, χρωματισμένο από τη δημιουργικότητα των ευαίσθητων ταξιδιωτών.

Οι αισιόδοξοι, τραβούσαν πεισματικά τις κουρτίνες του σκοτεινού σου δωματίου, τις στιγμές που ο φόβος σκίαζε το φως του ουρανού και οι άλλοι, οι ρεαλιστές, σε προσγείωναν με ασφάλεια όταν τα φτερά της έπαρσης σε εκτόξευαν στο σύμπαν της ύβρης.

Ο ρομαντικός ψυχολόγος της παρέας σου ανέλυε με επιστημονικά επιχειρήματα γιατί η αγάπη έχει τη δύναμη να σε σώσει από τον κακό σου εαυτό και ο κατά συρροή άπιστος φίλος σε διαβεβαίωνε ότι δεν αξίζει να νιώθεις τύψεις που πρόδωσες την μακροχρόνια σχέση σου διότι πολύ απλά η μονογαμία δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα κακόγουστο αστείο, που καθόλου δεν συνάδει με την ανθρώπινη φύση σου(αντιλαμβάνομαι, ασφαλώς, πόσο πιο εύκολο σου ήταν να τα βάλεις με το αδυσώπητο πεπρωμένο της θνητής ιδιότητας από το να κατηγορήσεις τον ίδιο τον εαυτό σου για το παραπάνω ατόπημα).

Και να και ο κοινωνικός. Ο τύπος που άνοιγε την ατζέντα του και σε έκλεινε στον κόσμο των ατέλειωτων πάρτι, εκεί όπου ο χορός ξορκίζει τους προβληματισμούς και ο πορτιέρης υποκλίνεται στο πορτοφόλι των γνωριμιών σου.

Δεν ξεχνάς ποτέ τον φιλόδοξο συνοδοιπόρο, φυσικά. Σου έστελνε τις κατάλληλες αγγελίες για εργασία, προέβαινε σε ενδελεχή και ιδιαιτέρως εύστοχη ανάλυση των δυνατών και τρωτών σημείων του βιογραφικού σου, σε μυούσε στα μυστικά της σωστής στάσης σώματος για συνέντευξη και σου υπενθύμιζε ότι καλή δουλειά δεν είναι εκείνη στην οποία θα βολευτείς αλλά η άλλη, αυτή που σε προκαλεί να αναμετρηθείς με τον ίδιο τον εαυτό σου για να του αποδείξεις ότι είσαι καλύτερος από ό,τι φαντάστηκες.

Ο επικοινωνιακός τύπος της παρέας ανέλυε μαζί σου και την παραμικρή λεπτομέρεια της ημέρας ενώ ο σιωπηλός αφουγκραζόταν τη μοναξιά σου.

Όλοι τους τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους , τόσο μοναδικοί όσο και οι αναμνήσεις που τύλιξαν το κουβάρι του κοινού πεπρωμένου σας.

Τα χρόνια πέρασαν και κάποιοι έκαναν οικογένεια, χάθηκαν στους χαοτικούς ρυθμούς της απαιτητικής καριέρας, μετακόμισαν σε άλλες πόλεις, οι πιο τολμηροί έστησαν τις ζωές τους σε ξένες χώρες. Και όμως, κάθε φορά που κοιτάς τον ουρανό ξέρεις ότι κάπου αλλού αντικρίζουν και εκείνοι τον ίδιο ακριβώς ουρανό. Τους σκέφτεσαι… Με χαμόγελο, με νοσταλγια, με αγάπη. Και το ξέρεις καλά, θα ξαναανταμώσετε, Κάποτε, θα καθίσετε και πάλι μαζί, στο ίδιο μεγάλο τραπέζι, για να διαπιστώσετε με ανακούφιση ότι ο καιρός που κυλά δεν έχει τη δύναμη να αλλοιώσει τη γεύση ενός καφέ που γέμισε τις κούπες της αληθινής φιλίας.

Θα συναντηθείτε ξανά, αυτό είναι βέβαιο, καθώς, να το θυμάσαι, τα μονοπάτια των συνταξιδιωτών χωρίζουν μονάχα προσωρινά.

Ένα τρένο με ατέλειωτα βαγόνια η ζωή μα προλαβαίνεις να τρυπώσεις σε εκείνο που επιθυμείς. Τι λες, θα το τολμήσεις;