Άρθρο: Δημήτρης Βαγενάς
Ψυχολόγος
Θαυμάζοντας τους συγγραφείς και υποστηρίζοντας πως πολύ συχνά οδηγούνται σε πορίσματα που οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα διατυπώσει, ο Σίγκμουντ Φρόιντ ανέπτυξε πολλές από τις θεωρίες του έχοντας εμπνευστεί από τα έργα του Σοφοκλή, του Χάινε, του Γκαίτε και του Βιργιλίου, ενώ μία από τις γνωστότερες μελέτες του είναι «Το παραλήρημα και τα όνειρα στην Γκραντίβα», όπου ο Φρόιντ διαβάζει τη νουβέλα του Βίλχελμ Γένσεν υπό το πρίσμα της ψυχανάλυσης. Η τέχνη κέντρισε το ενδιαφέρον και του Γάλλου ψυχαναλυτή Ζακ Λακάν, ο οποίος επιχείρησε να προσεγγίσει ψυχαναλυτικά μία σύντομη ιστορία του Έντγκαρ Άλλαν Πόε με τίτλο «Το κλεμμένο γράμμα». Μάλιστα, οι δύο ψυχαναλυτές επιχείρησαν να ερμηνεύσουν και το σαιξπηρικό «Άμλετ», μέσα από δύο διαφορετικές, αλλά εξίσου ενδιαφέρουσες, προσεγγίσεις.
Το «Οιδιπόδειο σύμπλεγμα», κατά τη διάρκεια του οποίου το νεαρό αγόρι νιώθει δυνατά ερωτικά συναισθήματα για τη μητέρα του κι επιθυμεί να εξοντώσει τον πατέρα του, αποτελεί μία από τις γνωστότερες θεωρίες του Φρόιντ, και τόσο το όνομα όσο και η σύλληψή της οφείλονται στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να μας προκαλεί εντύπωση που για τον πατέρα της ψυχανάλυσης ο Άμλετ είναι ένας άλλος Οιδίποδας, που δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ούτε τα ερωτικά του συναισθήματα προς τη μητέρα του, ούτε τα εχθρικά του συναισθήματα προς το πατέρα του. Για το λόγο αυτό, δυσκολεύεται ν’ αναλάβει τις ευθύνες του: σύμφωνα με την ιστορία του Σαίξπηρ, ο βασιλιάς της Δανίας δολοφονείται από τον αδερφό του, Κλαύδιο, ο οποίος εν συνέχεια παντρεύεται τη χήρα του αδερφού του, Γερτρούδη, και γίνεται βασιλιάς. Ο πρίγκιπας Άμλετ είναι δυσαρεστημένος από την άνοδο του θείου του στο θρόνο κι έτσι, όταν εμφανίζεται το φάντασμα του πατέρα του και του αποκαλύπτει πως δολοφονήθηκε απ’ τον Κλαύδιο, αποφασίζει να πάρει εκδίκηση. Παρότι ο Άμλετ δείχνει αποφασισμένος και δυναμικός, μάλιστα με όλη την αλαζονεία που τον διακρίνει δε διστάζει να στείλει στο θάνατο δυο αυλικούς, του είναι σχεδόν αδύνατο να σκοτώσει το θείο του. Για το Φρόιντ αυτή του η αδυναμία οφείλεται στο ότι ο θείος του πραγματοποίησε τις δικές του ασυνείδητες επιθυμίες: ο Κλαύδιος σκότωσε τον πατέρα του και πήρε τη θέση του στο συζυγικό κρεβάτι, κάτι δηλαδή που ήθελε καταβάθος να κάνει ο ίδιος ο Άμλετ. Συνεπώς, δεν μπορεί να τιμωρήσει τον Κλαύδιο, αφού κι εκείνος ευχόταν το θάνατο του πατέρα του κι αισθάνεται εξίσου ένοχος.
Αν και ο Λακάν δίνει επίσης έμφαση στη σχέση του Άμλετ με τη Γερτρούδη, η προσέγγισή του είναι διαφορετική: για το Γάλλο ψυχαναλυτή ο Άμλετ έχει παγιδευτεί στις επιθυμίες της μητέρας του, φτάνοντας στο σημείο να χάσει την ανεξαρτησία του και να μην μπορεί ν’ αναγνωρίσει τις δικές του επιθυμίες. Από τη μια αγαπάει τον πατέρα του και μισεί το συμφεροντολόγο και ιδιοτελή θείο του, που δε δίστασε να δολοφονήσει τον ίδιο του τον αδερφό, από την άλλη όμως γνωρίζει πως αυτός ο μισητός θείος είναι πια σύζυγος της μητέρας του. Έχοντας ταυτιστεί λοιπόν μαζί της και νιώθοντας υποχρεωμένος να δεχτεί τις επιλογές της, δεν ξέρει αν πρέπει να υπακούσει στις επιθυμίες του νεκρού πατέρα του και να εκδικηθεί τον Κλαύδιο ή να επικροτήσει τις επιλογές της μητέρας του και να συμφιλιωθεί μαζί του. Ο Λακάν δίνει επίσης έμφαση στην Οφηλία, τονίζοντας πως ο Άμλετ αντιλαμβάνεται τα τρυφερά του συναισθήματα προς εκείνη μόνο αφότου έχει ήδη πεθάνει. Για το Γάλλο ψυχαναλυτή η Οφηλία αντιπροσωπεύει ένα «αντικείμενο μικρό α», δηλαδή ένα αντικείμενο ικανό ν’ αφυπνίσει τις επιθυμίες του Άμλετ. Εκείνος όμως, έχοντας παγιδευτεί στις επιθυμίες της μητέρας του, δεν μπορεί ν’ αναγνωρίσει τις δικές του ανάγκες κι έτσι μένει μακριά της. Σύμφωνα με τη λακανική θεωρία, μόνο όταν το «αντικείμενο μικρό α» σταματήσει να είναι προσβάσιμο μπορεί να μετατραπεί στο αντικείμενο της επιθυμίας του Άμλετ. Έτσι, η Οφηλία γίνεται το αντικείμενο της επιθυμίας του Δανού πρίγκιπα μονάχα όταν είναι νεκρή.
Όσοι είναι εξοικειωμένοι με την ψυχαναλυτική σκέψη αμέσως καταλαβαίνουν πως και οι δύο ερμηνείες είναι αυθαίρετες και υποκειμενικές: κανένας από τους δύο ψυχαναλυτές δε στράφηκε στον Άμλετ για να οδηγηθεί σε νέα συμπεράσματα, αντιθέτως, τον προσάρμοσαν στις θεωρίες τους ψάχνοντας αποδεικτικά στοιχεία. Παρόλα αυτά, τέτοιου είδους ερμηνείες πάντα θα έχουν ενδιαφέρον για όσους ασχολούνται με την τέχνη και τη ψυχολογία, ακόμα κι αν στα μάτια του σημερινού αναγνώστη φαντάζουν σε κάποιο βαθμό παρωχημένες.
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Calderón, N. M. (2015). A Lacanian Reading of Hamlet: The Mourning Subject of Desire. Revista De Lenguas Modernas. (22), pp. 25 – 34.
Freud, S. (1953). The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud / Vol. IV (1900): The Interpretations of Dreams – First Part. London: The Hogarth Press and The Institute of Psycho – Analysis.
Lacan, J. (1982). Desire and the Interpretation of Desire in Hamlet. In S. Felman (Eds.), Literature and Psychoanalysis: The Question of Reading Otherwise (pp. 11 – 52). Baltimore: John Hopkins UP.
Michaud, S. (2010). Literature and Psychoanalysis. In L.B. Behar, P. Mildonian, J.M. Djian, D. Kadir, A. Knauth, D.R. Lopez & M.C. Silva (Eds.), Comparative Literature: Sharing Knowledges for Preserving Cultural Diversity: Volume 1 (pp. 229 – 235). Oxford: Eolss Publishers Co.