Κείμενο: Κατερίνα Τσιτούρα
Φιλόλογος
Όλοι έχουμε ζήσει την περίεργη εμπειρία του χωρισμού. Κάποιες φορές ανασαίνουμε με ανακούφιση, καθώς απαλασσόμαστε από την ενοχλητική αίσθηση του να συντηρείς μια σχέση από συνήθεια και μόνο, και ορισμένες άλλες, πιο επώδυνες ασφαλώς, βιώνουμε το τέλος ως έναν μικρό θάνατο και θρηνούμε για εκείνον που χάσαμε, μα κυρίως για το κομμάτι μας αυτό που πήρε για πάντα μαζί του.
Ο καθένας αντιδρά με έναν πολύ προσωπικό τρόπο στην αυλαία της παράστασης που λέγεται σχέση, ωστόσο κοινός παρανομαστής των περισσότερων χωρισμών αποτελεί η αλόγιστη κατανάλωση χαρτομάντηλων, η θέαση ρομαντικών ταινιών με άδοξο τέλος, η παρηγορητική κουβέντα των φίλων και, στις πιο απελπισμένες περιπτώσεις, η εμμονή των αναρίθμητων κλήσεων στο κινητό του πρώην έρωτα.
Δεν χαρακτηρίζεται τυχαίο το γεγονός ότι η Lucy Brown και οι συνάδελφοί της παρομοίασαν τον έρωτα με την εξάρτηση από τα ναρκωτικά, ερμηνεύοντας, έτσι, τις ακραίες συναισθηματικές αντιδράσεις που σχετίζονται με την ερωτική απόρριψη ( οι πιο πολλοί από εμάς κλαίμε στον ώμο φίλων, ενώ, ευτυχώς, μόνο η μειοψηφία καταλήγει σε κλινική κατάθλιψη, αυτοκτονίες και δολοφονία!!!).
Μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα έρευνα που εκπονήθηκε πάνω στο θέμα ΄χωρισμός και επιπτώσεις του στην ανθρώπινη ψυχολογία’ αποτελεί εκείνη του Edward Smith και των συναδέλφων του, που αφού συνέλεξαν ένα δείγμα ανθρώπων με νωπή την εμπειρία χωρισμού, επεχείρησαν να εξετάσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα αυτών μέσω μαγνητικής τομογραφίας, ακριβώς τη στιγμή που κοιτούσαν φωτογραφίες των πρώην συντρόφων και στο μυαλό τους στριφογύριζαν όσα έζησαν μαζί τους. Στη συνέχεια, οι ερευνητές προχώρησαν στην εξέταση της εγκεφαλικής δραστηριότητας του παραπάνω δείγματος, ύστερα από άσκηση πόνου στο μπράτσο ή θέαση φωτογραφιών φιλικών προσώπων για να καταλήξουν στο συμπέρασμα της συγγένειας του σωματικού πόνου με τον πόνο χωρισμού.
Και φέρνω στο νου μου όλα εκείνα τα παραδείγματα φίλων, τις δικές τους ιστορίες, τους επώδυνους αποχωρισμούς τους και την απόφαση τους ν’ αλλάξουν σελίδα στη ζωή για ν’ αναρωτηθώ:
“ Πως μερικοί από εμάς αλλάζουμε τη σελίδα για να επιστρέψουμε λίγο αργότερα στην ίδια και να επιχειρήσουμε να γράψουμε πάνω σε κενές γραμμές που πια δεν υφίστανται;”
Και για να γίνω πιο σαφής:
“ Τι μας οδηγεί στο να επιλέγουμε σε ξαναζεσταμένα φαγητά τη στιγμή που τα ολόφρεσκα υλικά μαραίνονται στο ψυγείο μας;”
Θυμήθηκα την ιστορία ενός φίλου. Γνώριμη σε όλους μας, ίσως…
Ο Χρήστος, που λες, διατηρούσε τρία χρόνια σχέση με τη Στέλλα. Από τον πρώτο, κιόλας, χρόνο, άρχισε να παραπονιέται για έλλειψη επικοινωνίας στη συναναστροφή τους, τον δεύτερο οι καβγάδες έμοιαζαν πιο συχνοί και από τις απειλές για έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωπαική Ένωση και τον τρίτο ξάπλωναν και οι δύο στο ντιβάνι του ψυχολόγου, εξουθενωμένοι από έναν έρωτα που δεν οδηγούσε πουθενά.
Όταν ο Χρήστος βρήκε τη δύναμη να προχωρήσει, διαλαλούσε σε φίλους, γνωστούς, ίσως ακόμη και άγνωστους περαστικούς, τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, ότι τα τρία εκείνα χρόνια υπήρξαν μαύρα και ότι επιτέλους ένα τεράστιο ουράνιο τόξο ανέτειλε στον ουρανό της ζωής του και τύφλωσε το σκοτάδι της πνιγηρής συνήθειας με το όνομα Στέλλα.
Τον πρώτο ενθουσιασμό διαδέχτηκε η ανάγκη βίωσης της ελευθερίας και της έξαψης των περιστασιακών δεσμών. Ύστερα, ωστόσο, ο φίλος μου επιθυμούσε να βιώσει και πάλι τη θαλπωρή της σχέσης, ή έστω μια πιο αναβαθμισμένη εκδοχή αυτής της περίφημης θαλπωρής.
Ανακάλυπτε τότε με έκπληξη ότι το σύμπαν δεν ανταποκρινόταν άμεσα στις επιθυμίες του και, αντ΄ αυτού, προσγείωνε στην αγκαλιά του αποτυχημένα ραντεβού και καλοσερβιρισμένες χυλόπιτες.
Η ανασφάλεια του Χρήστου διογκωνόταν επικίνδυνα και μια μέρα λες και μεταμορφώθηκε σε πλάσμα αποφασιστικό και αυτοκαταστροφικό, άρπαξε το χέρι του και τον ανάγκασε να σχηματίσει τον αριθμό της μισητής Στέλλας στο τηλέφωνο του.
Χωρίς να θέλω να μακρηγορώ, οι δύο αντίπαλοι αγώνα ρινγκ τα ξαναβρήκαν και ακολούθησαν την, συνήθως, προδιαγεγραμμένη πορεία των επανασυνδέσεων τέτοιου είδους. Τα παθιασμένα φιλιά και οι υποσχέσεις της περιόδου χάριτος διαδέχτηκαν η πικρή συνειδητοποίηση ότι ο πρώην εξακολουθεί να είναι το άτομο που κάποτε έκανε το νευρικό σύστημα να χορεύει σε ρυθμούς σάλσα και η απογοήτευση για το δεύτερο τέλος μιας σχέσης που κατευθυνόταν με μαθηματική ακρίβεια στο γνωστό και άρα ασφαλές αδιέξοδο.
Κάθε έρωτας υπακούει σε διαφορετικούς κανόνες, ασφαλώς ,και κάθε ιστορία γράφεται από άλλη πένα. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι κοινός παρανομαστής των περισσότερων επανασυνδέσεων αποτελεί η ανασφάλεια που επιτρέπει στη μνήμη να λειτουργεί επιλεκτικά, η δύναμη της συνήθειας, ο φόβος να λειτουργήσουμε πέρα από τα συνήθη όρια μας και να συμβιβαστούμε με τη μοναξιά, έστω και για λίγο.
Η επιλογή πάντοτε δική μας.
Όταν υπάρχουν, όμως, τόσα λάθη που μας περιμένουν να υποκύψουμε στη σαγήνη τους γιατί, άραγε, να επιμένουμε στα ίδια;…
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Kross, E., Berman, M.G., Mischel, W., Smith, E.E., & Wager ,T.(2011).Social rejection shares somatosensory representations with physical pain. Proceedings of the National Academy of Sciences, 108(15), 6270-6275.
Fisher, H.E, Brown,L. L., Aron,A. Strong, G.. Mashek., D. (2010). Reward, Addiction and Emotion Regulation Systems Associated with Rejection in Love. Journal of Neurophysiology, 104: 51-60.