Κείμενο: Θοδωρής Κούκιας
Το Βερολίνο μοιάζει λίγο με ταινία του Ντέιβιντ Λιντς. Δεν σε κερδίζει με την πρώτη ματιά. Ούτε με τη δεύτερη. Θέλει τον χρόνο του. Και ξαφνικά για κάποιο περίεργο λόγο θέλεις κι άλλο. Και μόνο όταν τελειώσει το ταξίδι, αρχίζεις να καταλαβαίνεις τι έχει συμβεί και τι έχεις κερδίσει. Αρχιτεκτονικά, η πόλη είναι λίγο άναρχη, ενδεχομένως και ακαλαίσθητη. Τεράστια γυάλινα κτίρια που «καταπίνουν» όμορους γοτθικούς ναούς, ξεφλουδισμένα, ψυχεδελικά γκράφιτι που προσπαθούν να ομορφύνουν μουντές πολυκατοικίες, Mc Donald’s και Starbucks που έχουν φυτρώσει στη θέση του τείχους του Βερολίνου… νέο και παλιό, μοντερνισμός και συντηρητισμός, διεκδικούν το μετερίζι τους στην αέναη μάχη των εντυπώσεων.
Και πώς να μην είναι η πόλη των αντιθέσεων αφού μέχρι το 1989 ήταν χωρισμένη στα δύο, στο ανατολικό κομμάτι και στο δυτικό κομμάτι, μια πόλη φιλέτο στο στόμα δύο πεινασμένων σκύλων, του καπιταλισμού και του κομμουνισμού. Και πώς να μη γελάσει κανείς ειρωνικά όταν στη θέση «του τείχους της ντροπής» φιγουράρουν πια Franchise καταστήματα που υψώνουν με τη σειρά τους ένα άλλο τείχος, αυτό της ομοιογένειας και της μαζικοποίησης! Ο Ben, ξεναγός σε free walking tour ήταν δέκα ετών όταν έπεσε το τείχος. «Ξέρεις, δεν ήξερα τι θα πει μπανάνα μέχρι που περάσαμε στο δυτικό Βερολίνο… ούτε σοκολάτες είχαμε. Και αν με ρωτήσεις τι θυμάμαι πιο πολύ από εκείνη την περίοδο, είναι η γεύση της Milka στο στόμα μου. Δεν έχω νιώσει μεγαλύτερη χαρά στη ζωή μου μέχρι σήμερα. Το δυτικό Βερολίνο έχει γεύση milka…» μου εξομολογείται. «Η οικογένειά μου περίμενε σε λίστα δέκα χρόνια για να αποκτήσει δικό της αυτοκίνητο. Όμως είχαμε παγωτό. Κι ας περιμέναμε καμιά ώρα στην ουρά. Αληθινό παγωτό από γάλα, χωρίς συντηρητικά. Πόσο μου έχει λείψει εκείνο το παγωτό… ίσως και να μην ήταν τόσο άσχημα τελικά…» συμπληρώνει και με κατευθύνει προς το DDR, ένα εντυπωσιακό μουσείο που προβάλει την καθημερινή ζωή των ανατολικογερμανών πριν την πτώση του τείχους.
Δεν έχουν απομείνει πολλά κομμάτια του τείχους στην πόλη. Αλλά και αυτά που έχουν απομείνει έχουν μετατραπεί σε τουριστική ατραξιόν ή έχουν κομματιαστεί και καταλήξει σε μικρά σακουλάκια που πωλούνται προς ένα ευρώ. Και όποτε ξεμένει ο πλανόδιος πωλητής, αρπάζει τη βαριοπούλα και γυρνάει από μάντρα σε μάντρα για να ανατροφοδοτήσει την αγορά με «τουριστικό υλικό» που θα βαφτίσει «ιστορικό». Θύμα της τουριστικής βιομηχανίας έχει πέσει και ένα από τα πιο ιστορικά σημεία της πόλης, το Checkpoint Charlie, πάλαι ποτέ σημείο εισόδου από το ανατολικό στο δυτικό κομμάτι. Αν ξαφνικά αντικρίσεις δυο συνοριοφύλακες να χαριεντίζονται με νεαρές τουρίστριες μπροστά από παλλόμενα σελφοκόνταρα, είσαι στο σωστό σημείο.
Αν θέλεις να αποφύγεις τέτοιου είδους σκηνικά, κατευθύνσου με γοργά βήματα προς το νησί των μουσείων. Ένα συγκρότημα πέντε μουσείων που περιβάλλονται από τον ποταμό Spree. Φαντάσου δηλαδή ένα ανοιχτό Mall, αλλά με μουσεία αντί για μπουτίκ. Ο μουσειακός συγκεντρωτισμός στα καλύτερά του. Δημοφιλέστερο όλων εκείνο της Περγάμου, το οποίο φιλοξενεί ανακατασκευασμένα στις πραγματικές τους διαστάσεις πολλά από τα μνημεία της περιβόητης αρχαιοελληνικής πόλης της Μικράς Ασίας -πάλι καλά που δεν έφτιαξαν και έκτο μουσείο και παρέμειναν κάποια μνημεία στον τόπο τους, πονεμένα ζητήματα… άστα-.
Αν δεν είσαι λάτρης της αρχαίας ιστορίας κατευθύνσου προς την πύλη του Βρανδεμβούργου και αναζήτησε το μνημείο του ολοκαυτώματος, ένα από τα πιο σύγχρονα μνημεία της πόλης και από τα πιο φορτισμένα ολόκληρης της χώρας. Πρόκειται για έναν λαβύρινθο από 2711 τσιμεντένιους πλίνθους σε διάφορα μεγέθη, που σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι παραπαίεις μέσα σε ένα αυστηρό, μακάβριο περιβάλλον. Ένα έργο τέχνης με εμφανή αναφορά στον παραλογισμό και στην ισοπεδωτική λογική των απολυταρχικών καθεστώτων μέσα στα οποία καλείται ο κάθε άνθρωπος να αναζητήσει τις δικές του ισορροπίες.
Λίγο πιο κάτω θα συναντήσεις το κτίριο του υπουργείου οικονομικών της Γερμανίας -πρώην στρατηγείο της πολεμικής αεροπορίας των Ναζί-, που ενδεχομένως θυμάσαι από την ταινία «Επιχείρηση Βαλκυρία»-. Κάνε τον γύρω του και αναζήτησε τις περιβόητες τοιχογραφίες που κοσμούν τους εξωτερικούς τοίχους και δείχνουν ευτυχισμένους εργάτες του ανατολικού καθεστώτος. Οι ντόπιοι λένε ότι «μπήκε χέρι» στη δουλειά του καλλιτέχνη από προπαγανδιστές ανατολικογερμανούς ώστε να δείχνουν οι εργάτες ακόμη πιο χαρούμενοι, να φαίνεται το αστραφτερό τους χαμόγελο που στην αρχική εκδοχή του έργου απουσίαζε… -διότι ως γνωστό εργάτης δίχως χαμόγελο δεν υπάρχει-.
Ανάμεσα στα παράταιρα κτίρια λοιπόν ζει το πραγματικό Βερολίνο. Η έννοια «εναλλακτικός» αποκτά πραγματική υπόσταση σε τούτη την πόλη. Μια λέξη που χαρακτηρίζει τόσο τη μουσική σκηνή της γερμανικής πρωτεύουσας, όσο και γενικότερα τα καλλιτεχνικά της δρώμενα. Δύσκολα μπορεί να ανταγωνιστεί κάποια άλλη ευρωπαϊκή πόλη την πληθώρα live εμφανίσεων συγκροτημάτων που παίζουν από dark metal μέχρι funky jazz μέσα σε μικρά καφέ ή μπαρόκ αρχοντικά. Αν θες μια γερή δόση βερολινέζικης διασκέδασης η γειτονιά Kreuzberg είναι μονόδρομος. Εκεί θα συναντήσεις μερικά από τα πιο υποψιασμένα, underground μπαράκια του Βερολίνου διακοσμημένα με μεταχειρισμένα έπιπλα, ανάμεσα σε γκαλερί, και πάγκους λαχαναγοράς, με θέα μερικά από τα πιο εντυπωσιακά γκράφιτι της πόλης, τα οποία ανανεώνονται πιο συχνά και από ελληνική κυβέρνηση εν καιρώ κρίσης. Οι μυρωδιές currywurst και ζεστού στρούντελ μήλου δεν πρόκειται να σε αφήσουν να αγιάσεις.
Πολλοί ταξιδιωτικοί οδηγοί παρουσιάζουν την Potsdamer platz, την κεντρική πλατεία του Βερολίνου, ως μια από τις ομορφότερες και πολυσύχναστες πλατείες της Ευρώπης. Αν έχεις ταξιδέψει έστω και λίγο καταλαβαίνεις το μεγαλείο του ψέματος. Τα ξαναείπαμε… το Βερολίνο δεν είναι ούτε οι πλατείες του, ούτε η αρχιτεκτονική του! Η ομορφιά του κρύβεται στις αντιθέσεις του, στην ιστορία του και στις μη προβεβλημένες γωνιές του. Οπότε αφήστε τις πλατείες για τους οδηγούς, τραβήξτε δυο-τρεις σέλφι στην πύλη του Βρανδεμβούργου και στην στήλη της Νίκης, έτσι για ξεκάρφωμα και ξεχυθείτε στις ανατολικές και δυτικές γειτονιές της πόλης που κρύβουν τις πιο αυθεντικές ιστορίες στα σπλάχνα τους.