Άρθρο: Μαρία Κακούρη
Φοιτήτρια Ψυχολογίας
Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Χασαπλαδάκης
“Ο βιασμός αποτελεί τη βίαιη έκφραση μιας εγωιστικής, υλικής, αρσενικής απαίτησης που αποκλείει κάθε συμβολική παρέμβαση και αρνείται στη γυναίκα τον ελεύθερο προσδιορισμό του εαυτού της. Ο βιαστής, αρνούμενος την κοινωνικοποιημένη έννοια της συναισθηματικής επικοινωνίας, αρνείται στην πραγματικότητα την αγάπη. Ο βιαστής ενδέχεται να είναι ψυχοπαθής, αλλά πιο συχνά είναι ένα ψυχικά διαταραγμένο άτομο…” Porot A.
Διάφορες προσεγγίσεις έχουν δομηθεί προκειμένου να εξηγήσουν το προφίλ του βιαστή και να οριοθετήσουν κάποια βασικά στοιχεία της προσωπικότητάς του. Μπορούμε να χωρίσουμε τις υπάρχουσες θεωρίες σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Αφενός συναντούμε τις ψυχοπαθολογικές προσεγγίσεις, οι οποίες αναζητούν τα αίτια του βιασμού στους ατομικούς παράγοντες, αφετέρου διακρίνουμε τις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις που μάχονται να ανακαλύψουν τι οδήγησε το βιαστή στην εγκληματική πράξη αναζητώντας τους όρους του κοινωνικού περιβάλλοντος του δράστη.
Οι ψυχοπαθολογικές απόψεις υποστηρίζουν ότι ο βιαστής είναι ένα ψυχικά άρρωστο άτομο. Μάλιστα, τονίζουν ότι η συμπεριφορά του θεωρείται έκφραση νευρωτικής, ψυχοπαθητικής ή σχιζοφρενικής συμπτωματολογίας. Η προκείμενη οπτική στοχεύει στην απόδοση συγκεκριμένων γνωρισμάτων στο βιαστή, τα οποία θα τον ξεχωρίσουν από τους υπόλοιπους εγκληματίες. Πιο αναλυτικά, έχει υποστηριχθεί ότι ο βιαστής πάσχει από ένα απωθημένο σύμπλεγμα ευνουχισμού ή σεξουαλικής ανεπάρκειας, που αναγκάζεται να μεταμφιέσει μέσα από μία σεξουαλική συμπεριφορά. Ακόμη, ο ίδιος υπήρξε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων. Τέλος, η αντιφατική, σκληρή και παράλληλα ερωτική, μητρική συμπεριφορά αποτελεί έναν καθοριστικό παράγοντα στην τέλεση της βίαιης πράξης του.
Τα παραπάνω γνωρίσματα καταγράφηκαν προκειμένου να σκιαγραφήσουν το προφίλ του βιαστή. Αν όμως, διακρίνουμε την πολυπλοκότητα και την πολυμορφία τους, κατανοούμε ότι είναι αδύνατο να ορίσουμε την προσωπικότητα του βιαστή. Άλλωστε, τα προαναφερθέντα στοιχεία προσωπικότητας θα μπορούσαν κάλλιστα να παρατηρηθούν σε οποιονδήποτε τύπο εγκληματία ή ακόμη και σε ένα άτομο που ποτέ του δεν τόλμησε να παραβεί το νόμο. Τέλος, αξιοσημείωτο είναι ότι ο μέσος βιαστής δεν ανταποκρίνεται στην εικόνα του ψυχοπαθή περιθωριακού εγκληματία. Απεναντίας, σύμφωνα με έρευνες ο μέσος βιαστής ανήκει στην κατηγορία των «ευυπόληπτων πολιτών».
Από την άλλη πλευρά, συναντούμε, όπως προαναφέραμε, τις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις, οι οποίες ερευνούν τα αίτια του βιασμού στο κοινωνικό περιβάλλον. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο βιαστής μετατρέπεται από «ψυχολογική» σε «κοινωνική περίπτωση». Αρχικά, θα εξηγήσουμε τη «θεωρία του υπό- πολιτισμού της βίας», κατά την οποία ο βιασμός συναντάται στις πιο χαμηλές κοινωνικά τάξεις. Στόχος σε αυτή την περίπτωση δεν αποτελεί το σεξ. Ο εγκληματίας μέσα από την επίθεση επιθυμεί να προσλάβει το κύρος και το γόητρο που του λείπουν και φυσικά, δεν εισπράττει από την κοινωνική του τάξη.
Βέβαια, η κοινωνιογεννετική υπόθεση εμφανίζει σημαντικές ελλείψεις, δεδομένου ότι δεν εκδηλώνουν όλα τα άτομα των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων τέτοιου είδους εγκληματικές πράξεις. Επιπροσθέτως, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι τα άτομα υποβαθμισμένων κοινωνικά τάξεων έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να συλληφθούν από τις αρχές και να καταδικαστούν. Αυτό συμβαίνει, γιατί ουκ ολίγες φορές το σύστημα προστατεύει τα άτομα των ανώτερων κοινωνικά τάξεων.
Μία ακόμη θεωρία που ανήκει στις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις είναι εκείνη της σχετικής αποστέρησης. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο άνδρας αισθάνεται την απόρριψη της γυναίκας πολύ πιο έντονα στην κοινωνία που ζούμε. Πώς εξηγείται όμως αυτό; Η φιλελεύθερη σεξουαλικά κοινωνία που ζούμε δεν μπορεί να βοηθήσει τον άνδρα να δημιουργήσει εκλογικευμένους μηχανισμούς, ώστε να εξηγηθεί η απόρριψη από τη γυναίκα- κατάσταση η οποία σε μια απαγορευτική κοινωνία θα μπορούσε να ευδοκιμήσει.
Παρόλο που και η θεωρία της σχετικής αποστέρησης εκπέμπει μια λογικοφάνεια, δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξήγηση για τη σεξουαλική επίθεση. Αυτό συμβαίνει, διότι στηρίζεται σε στατιστικά δεδομένα και προσπαθεί απλοϊκά να δημιουργήσει μια αιτιώδη σχέση. Τέλος, καλό θα ήταν να μην προσδίδουμε τέτοια καθολικότητα στην έννοια της αποστέρησης, αφού κι άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνητρο βιασμού.
Αναλύοντας, επομένως όλες τις προσεγγίσεις- ψυχοπαθολογικές και κοινωνιολογικές- καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι είναι αδύνατο να σκιαγραφήσουμε το προφίλ του βιαστή περιορίζοντας τα χαρακτηριστικά του με τόσο απόλυτο τρόπο. Τα αίτια που τον οδήγησαν στην εγκληματική πράξη είναι σίγουρα περίπλοκα και κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά.
Προτεινόμενη Βιβλιογραφία
Φωτεινή Τσαλίκογλου, (1996). Μυθολογίες βίας και καταστολής. Εκδόσεις: Παπαζήση
Porot A. (1959). Precis de Psychiatrie Medico-Legale. Paris: Maloine.