Κείμενο: Κατερίνα Τσιτούρα
Φιλόλογος
Επιμέλεια: Μαρία Παπαστεφανάκη
Γλωσσολόγος
Όταν ήμασταν παιδιά, το σύμπαν έμοιαζε ολοφώτεινο και η καρδιά αφουγκραζόταν την ουσία αυτού. Είσαι τόσο σίγουρος όμως; Και αν εκείνες οι πρώτες, δειλές σκιές σού ψιθύριζαν ήδη ότι το μίσος υπάρχει και διαιρεί κόσμους;
‘Παιδιά, έχουμε μια νέα μαθήτρια κοντά μας’, ανακοίνωνε ο δάσκαλος κάποιο κρύο πρωινό του Δεκέμβρη, πίσω στις αίθουσες του Δημοτικού. Την έλεγαν Χρύσα, είχε όμορφα, ξανθά μαλλιά και μπλε περήφανο βλέμμα.
‘Από τη Βόρεια Ήπειρο κρατάει η σκούφια της’ , άκουσα δύο αγόρια πίσω μου να σχολιάζουν χαμηλόφωνα. Και το παραμύθι της άσπιλης παιδικότητας ξεσκέπαζε τους δράκους του εθνικισμού, που μας καταδιώκουν από τα παρθενικά ακόμη βήματά μας πάνω στη γη.
Η Χρύσα δεν εντάχθηκε ποτέ σε εκείνο το σχολείο της ‘Άριας Φυλής’, καθώς η ετικέτα του ‘διαφορετικού’ και, συνεπώς, ‘επικίνδυνου’, δεν ξεκόλλησε ούτε στιγμή από το νόστιμο προσωπάκι και την αγνή ψυχή της.
Και εξακολουθούμε, που λες, να φυλλομετρούμε σελίδες στο παραμύθι του τρόμου. Σκληροπυρηνικοί Έλληνες εκτοξεύουν προσβλητικά σχόλια σε ανήλικους πρόσφυγες που τολμούν να διεκδικήσουν το δικαίωμά στην εκπαίδευση, ενώ, στην άλλη άκρη της γης, ο νέος πρόεδρος της Αμερικής υψώνει τοίχους και συννεφιάζει ουρανούς.
Αναρωτιέμαι ποιος, άραγε, Θεός χωρίζει τους πολίτες σε ανθρώπους δύο ταχυτήτων. Ποιος δικαστής κρίνει και καταδικάζει με γνώμονα την καταγωγή, το χρώμα ή τη θρησκεία; Ποιο βαθύ σύμπλεγμα κατωτερότητας μας ωθεί να γυρεύουμε απεγνωσμένα την επιβεβαίωση της ισχύος μας σε τρομαγμένα βλέμματα και ρημαγμένες καρδιές; Γιατί, όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε και ο Λήο Ρόστεν: ‘Πάντοτε ο αδύναμος εμφανίζεται σκληρός, βάρβαρος. Την ευγένεια τη βρίσκουμε μονάχα στον ισχυρό’.
Θυμήθηκα εκείνη τη συνάδελφο, πίσω σε ένα λύκειο της Αμερικής. Η συζήτηση αφορούσε την απορρόφηση των προσφύγων στις χώρες και η ίδια έσπευδε να τονίσει πως το κράτος προέλευσής της θα προσφέρει καταφύγιο μονάχα στους καλούς χριστιανούς. Οι υπόλοιποι ας πνιγούν, σωστά; Έπειτα, υποθέτω, επιστρέφεις σπίτι, κάνεις τον σταυρό σου και, λίγο πριν αποκοιμηθείς, μετράς αλλόθρησκους νεκρούς αντί για προβατάκια…
Ας χωριστούμε σε δύο στρατόπεδα λοιπόν· στους περήφανους φιλοπάτριδες, που πορεύονται σε αυτή τη ζωή με γνώμονα το τρίπτυχο έθνος-θρησκεία-οικογένεια, και στους κάπως πιο άτυχους, που είδαν τα σπίτια τους να καίγονται στις φλόγες και τον θάνατο να ανασαίνει ενοχλητικά πλάι τους. Λίγη προσοχή, ωστόσο. Ξέρεις, τα όρια ανάμεσα στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα δεν είναι τόσο ευδιάκριτα όσο εικάζεις, και ο θύτης μπορεί να καταλήξει θύμα κάποτε. Και έπειτα, θα μπει σε κάποια περιπέτεια, ασφαλώς, αφού θα καταφέρει να σωθεί μονάχα εάν πληροί τις βασικές προϋποθέσεις έθνους και θρησκείας που ο ίδιος όρισε.
Μια απόλυτη συνενοχή καλύπτει το τείχος του ρατσισμού· και ένα νέο μαχαίρι ακονίζεται κάθε στιγμή που ο φόβος ή η ψευδαίσθηση ανωτερότητας φιμώνει το στόμα.
Η Χρύσα εγκατέλειψε το σχολείο νωρίς αηδιασμένη από τις χυδαίες προσβολές και την αναίτια κακία. Η Χρύσα θα μπορούσε να είναι ο καρδιακός σου φίλος, το παιδί σου, ακόμη κι εσύ. Στο σχολείο της ζωής, θυμήσου, δεν υπάρχουν αιωνίως προνομιούχοι μαθητές, καθώς ένας κύκλος το πεπρωμένο, ένας σοφός δάσκαλος το κάρμα…