Άρθρο: Δημήτρης Βαγενάς
Ψυχολόγος
Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος
Ο πατέρας της ψυχανάλυσης, Σίγκμουντ Φρόιντ, στηρίχτηκε σε πολλά έργα για ν’ αναπτύξει τις θεωρίες του, αντλώντας υλικό από τον Σοφοκλή, τον Βιργίλιο, τον Γκαίτε και τον Σαίξπηρ, ενώ τα επόμενα χρόνια πολλοί δημιουργοί αξιοποίησαν τις θεωρίες του Φρόιντ για να στήσουν τους χαρακτήρες και την πλοκή των έργων τους, αποδεικνύοντας πως η ψυχανάλυση και η τέχνη ήταν πάντα αλληλοεξαρτώμενες. Πλέον, τα συγγράμματα του Φρόιντ για την ερμηνεία των ονείρων και τη διαίρεση της ψυχής είναι γνωστά στους συγγραφείς και τους σκηνοθέτες, αποτελώντας πηγή έμπνευσης για τα έργα τους, ωστόσο καμία ψυχαναλυτική θεωρία δεν είναι τόσο δημοφιλής όσο η θεωρία του Οιδιπόδειου συμπλέγματος.
Ο Φρόιντ ανέλυσε το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα στην «Ερμηνεία των ονείρων» (1900) και στις «Τρεις μελέτες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας» (1905), αλλά, καθώς κατείχε κεντρική θέση στη θεωρία του αναφέρθηκε σ’ αυτό και στα επόμενα έργα του. Κατά τη διάρκειά του, το αγόρι μεταξύ τριών και έξι ετών (ή εφτά κατά τους μεταφροϊδικούς), αναπτύσσει δυνατά ερωτικά συναισθήματα για τη μητέρα του κι ως εκ τούτου ζηλεύει τον πατέρα του που κοιμάται μαζί της κι εύχεται ενδόμυχα το θάνατό του. Ταυτοχρόνως, αγαπάει βαθιά τον πατέρα του κι αισθάνεται τύψεις που επιθυμεί να τον εξοντώσει. Τα αμφιθυμικά αυτά συναισθήματα τον οδηγούν στο συμπέρασμα πως ο πατέρας του σκοπεύει να τον τιμωρήσει με ευνουχισμό. Το άγχος του ευνουχισμού λειτουργεί προστατευτικά, καθώς το αγόρι προσπαθεί να καταπνίξει τους πόθους του και κατά συνέπεια να συμφιλιωθεί με τον πατέρα του, ούτως ώστε ν’ απαλλαγεί από τις ενοχές του και να μην τιμωρηθεί. Ο Οιδιπόδειος κύκλος ολοκληρώνεται όταν το αγόρι καταφέρνει να ταυτιστεί με τον πατέρα του, τον οποίο πια θαυμάζει, σέβεται κι αποτελεί το ανδρικό του πρότυπο.
Στην τριλογία του Σαμ Ράιμι (2002 – 2007), ο Σπάιντερμαν, ή αλλιώς Πήτερ Πάρκερ, όπως είναι το πραγματικό του όνομα, έχει χάσει και τους δύο γονείς του και μεγαλώνει με τους θείους του, Μπεν και Μέι. Αναλύοντας τον χαρακτήρα του Πήτερ σύμφωνα με τη θεωρία του Φρόιντ, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως ο θείος Μπεν είναι ο πραγματικός του εχθρός κι ως εκ τούτου εύχεται ενδόμυχα τον θάνατό του. Μάλιστα, ο Πήτερ προκαλεί, έστω κι ακούσια, το θάνατο του θείου του, όταν αρνείται να σταματήσει έναν επικίνδυνο ληστή ο οποίος εν συνεχεία σκοτώνει τον Μπεν και φεύγει με το αυτοκίνητό του. Ωστόσο, κατά τον Φρόιντ, το μικρό αγόρι επιθυμεί να σκοτώσει τον πατέρα του για να πάρει τη θέση του στο συζυγικό κρεβάτι, κάτι που δε συμβαίνει στην περίπτωση του Πήτερ, ο οποίος λίγο μετά τον θάνατο του θείου του ενηλικιώνεται και φεύγει από το σπίτι του, αφήνοντας μόνη της τη θεία Μέι. Η σχέση, λοιπόν, που θα μπορούσε ν’ αναλυθεί βάσει του Οιδιπόδειου συμπλέγματος δεν είναι η σχέση του Πήτερ με τον θείο του και τη θεία του, αλλά η σχέση του Πήτερ με τη Μέρι Τζέιν και τον Σπάιντερμαν, δηλαδή τον ίδιο του τον εαυτό.
Η Μέρι Τζέιν είναι συμμαθήτρια του Πήτερ και ο έρωτάς τους απασχολεί και τις τρεις ταινίες, κάνοντας πολλούς να υποστηρίξουν πως ο Σπάιντερμαν αποτελεί στην ουσία μια «κρυμμένη» ερωτική ιστορία. Ο έρωτας του Πήτερ για τη συμμαθήτριά του είναι εμφανής από τις πρώτες σκηνές της πρώτης ταινίας, ωστόσο εκείνος είναι ένας εσωστρεφής έφηβος κι εκείνη ένα από τα ομορφότερα κορίτσια του σχολείου, έτσι ο Πήτερ αποφεύγει να εκδηλώσει τα συναισθήματά του. Όταν αποκτά ειδικές δυνάμεις και, σχεδιάζοντας μια στολή για να κρύψει την ταυτότητά του, γίνεται γνωστός ως Σπάιντερμαν, καταφέρνει να σώσει τη Μέρι Τζέιν από τους επικίνδυνους αλήτες που την παρενοχλούν και ν’ ανταλλάξει μαζί της το πρώτο του φιλί, το οποίο, όμως, της δίνει χωρίς να βγάλει τη μάσκα του. Ο Σπάιντερμαν σώζει ξανά τη Μέρι Τζέιν κι εκείνη δείχνει ερωτευμένη μαζί του, ωστόσο αυτό δε χαροποιεί ιδιαίτερα τον Πήτερ, αφού στην πραγματικότητα δεν μπορεί να γίνει δική του. Στο τέλος της πρώτης ταινίας η Μέρι Τζέιν εκμυστηρεύεται στον Πήτερ πως είναι ερωτευμένη μαζί του, αλλά αυτός της λέει να παραμείνουν φίλοι, θεωρώντας πως εχθροί του Σπάιντερμαν θα της κάνουν κακό αν ανακαλύψουν την πραγματική του ταυτότητα. Όπως, λοιπόν, το μικρό αγόρι καταπνίγει τα ερωτικά του συναισθήματα για τη μητέρα του και ταυτίζεται με τον πατέρα του, έτσι κι ο Πήτερ απορρίπτει τον έρωτα της Μέρι Τζέιν κι αποδέχεται τη νέα του ζωή ως Σπάιντερμαν.
Στη δεύτερη ταινία ο Πήτερ προσπαθεί να ισορροπήσει τα καθήκοντά του στην καταπολέμηση του εγκλήματος με τις απαιτήσεις της προσωπικής του ζωής. Παρότι με τη Μέρι Τζέιν έχουν παραμείνει φίλοι, δεν καταφέρνει να είναι κοντά της όταν εκείνη τον χρειάζεται, αφού περνάει τις περισσότερες ώρες της ημέρας ως Σπάιντερμαν, προσπαθώντας να σώσει την πόλη από την εγκληματικότητα. Όταν βλέπει τις δυνάμεις του να εξασθενούν και καταλαβαίνει πως το πρόβλημα δεν είναι σωματικό αλλά οφείλεται σε ψυχολογικό στρες, ο Πήτερ πετάει τη στολή του Σπάιντερμαν κι αποφασίζει να αφοσιωθεί στην προσωπική του ζωή. Με άλλα λόγια, ο Πήτερ σκοτώνει το Σπάιντερμαν, όπως το παιδί θέλει να σκοτώσει τον πατέρα του έτσι ώστε να εκπληρώσει τις ερωτικές του επιθυμίες. Πράγματι, εγκαταλείποντας τη ζωή του Σπάιντερμαν, ο Πήτερ είναι πια έτοιμος να ανταποκριθεί στα συναισθήματα της Μέρι Τζέιν. Ωστόσο, οι συνθήκες θ’ αναγκάσουν τον Πήτερ να φορέσει ξανά το κουστούμι του Σπάιντερμαν για να πολεμήσει το κακό. Στο τέλος της δεύτερης ταινίας η Μέρι Τζέιν μαθαίνει την αλήθεια και αποδέχεται και τις δύο ταυτότητες του αγαπημένου της, δημιουργώντας ερωτική σχέση μαζί του, θυμίζοντας μητέρα που δείχνει στο γιο της πως τον αγαπάει εξίσου με τον άντρα της, καταφέρνοντας έτσι να βρει μια ισορροπία μεταξύ τους. Όπως, λοιπόν, το μικρό παιδί ταυτίζεται με τον πατέρα του, έτσι κι ο Πήτερ ανακαλύπτει πως δε θα μπορούσε να ζήσει χωρίς τον άλλο του εαυτό. Ωστόσο, η πάλη του Πήτερ με τον Σπάιντερμαν θα συνεχιστεί μέχρι και την τρίτη ταινία, ενώ η σχέση του με τη Μέρι Τζέιν θα περάσει πολλές δοκιμασίες μέχρι να ολοκληρωθεί αισίως (;) στην τελευταία σκηνή της τελευταίας ταινίας.
Σε ανάλογα συμπεράσματα θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε και για άλλους σούπερ – ήρωες, υποστηρίζοντας π.χ. πως στη σχέση του με τη Λόις Λέιν, ο Κλαρκ Κεντ αντιπροσωπεύει το παιδί που είναι ερωτευμένο με τη μητέρα του και ο Σούπερμαν τον πατέρα του που κοιμάται μαζί της. Αν, ακόμα, απομακρυνθούμε από τα κόμιξ και τις ταινίες, μπορούμε να πούμε πως ο ερωτικός αντίζηλος του αγοριού δεν είναι πάντα ο πατέρας του και πως πολλές σχέσεις, ακόμα και μεταξύ ενηλίκων, θα μπορούσαν ν’ αναλυθούν βάσει του Οιδιπόδειου συμπλέγματος.
Διαβάστε εδώ για τον Σπάιντερμαν και τις λειτουργίες του Εγώ
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
Freud, S. (1975). The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud / Vol. IV (1900): The Interpretations of Dreams – First Part. London: The Hogarth Press and The Institute of Psycho – Analysis.
Freud, S. (1975). The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud / Vol. X (1909): Two Case Histories (‘Little Hans’ and the ‘Rat Man’). London: The Hogarth Press and The Institute of Psycho – Analysis.
Michaud, S. (2010). Literature and Psychoanalysis. In L.B. Behar, P. Mildonian, J.M. Djian, D. Kadir, A. Knauth, D.R. Lopez & M.C. Silva (Eds.), Comparative Literature: Sharing Knowledges for Preserving Cultural Diversity: Volume 1 (pp. 229 – 235). Oxford: Eolss Publishers Co.
Peaslee, R. M. (2005). “With great power comes great responsibility”: Central psychoanalytic motifs in Spider-Man and Spider-Man 2. Ανάκτηση στις 10 Μαρτίου 2017 από http://psyartjournal.com/article/show/m_peaslee-with_great_power_comes_great_responsibil