Άρθρο: Γεώργιος Κιτσαράς
Ψυχολόγος, Υπ. Διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ
Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος
Γιατί αισθανόμαστε πιο κοντά στον έναν απ’ ότι στον άλλο συνάνθρωπό μας; Γιατί νιώθουμε ότι ορισμένα τραγικά, δυσάρεστα νέα μας αφορούν περισσότερο απ’ ότι κάποια άλλα; Γιατί εκδηλώνουμε οργή, θλίψη, αγωνία (διαδικτυακή και μη) για κάποια άτομα και καταστάσεις, ενώ για άλλα άτομα και άλλες καταστάσεις παραμένουμε σιωπηλοί παρατηρητές; Είναι τόσο έντονα τα στοιχεία ταύτισής μας με την εκάστοτε φαινομενική ενδο-ομάδα στην οποία εντάσσουμε τον εαυτό μας ώστε έμπρακτα να αδιαφορούμε για καθετί άλλο;
Ίσως απλά η αδυναμία μας να αντιδρούμε με τον ίδιο, έντονο τρόπο σε κάθε αρνητικό περιστατικό, σε κάθε θάνατο, σε κάθε τρομοκρατικό χτύπημα, να φανερώνει απλά τα όρια της ανθρώπινης φύσης ως προς την ικανότητα αποδοχής, επεξεργασίας και αντίδρασης απέναντι σε δυσάρεστες και δραματικές ειδήσεις…
Ίσως από την άλλη, όσο απομακρυνόμαστε από πληθυσμούς και ομάδες με τις οποίες μοιραζόμαστε (ή θεωρούμε) ότι μοιραζόμαστε κοινά χαρακτηριστικά, η ικανότητα αντίδρασης, συμπάθειας και κατανόησης να μειώνεται δραματικά. Το να μην αισθανόμαστε το ίδιο για κάποιον που δεν ανήκει στην εκάστοτε ενδο-ομάδα δεν είναι κάτι καινούριο. Ποικίλες έρευνες έχουν δείξει πως ο άνθρωπος διέπεται από μία μοναδική και συνάμα τρομαχτική ικανότητα να αποστασιοποιείται από τον συνάνθρωπό του μέσα από την υιοθέτηση ταυτοτήτων και την ένταξη σε ομάδες, σε τέτοιον βαθμό ώστε ενεργά να αδιαφορεί για την τύχη ακόμα και τη ζωή του άλλου (Becker, 1974; Leyens et al., 2000; Tajfel & Turner, 1979).
Ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο, διαφορετικά αντιδρούμε σε θλιβερά νέα για ένα κοντινό, αγαπημένο μας πρόσωπο και διαφορετικά για κάποιον τον οποίο ορίζουμε ή απλά εκλαμβάνουμε ως «ξένο», ως κάποιον άλλον, ως κάποιον που δεν είμαστε εμείς αλλά που είναι κάτι διαφορετικό.
Η ταύτιση και η αποδοχή ταυτοτήτων ξεκινά πολύ νωρίς· με το που γεννιόμαστε ταυτιζόμαστε, συνειδητά ή μη, ηθελημένα ή μη, με μία σειρά από αυτές: εθνικότητα, γλώσσα, φύλο και ούτω καθεξής. Αυτές οι πρώιμες όπως και οι μετέπειτα ταυτότητες προφανώς και αλλάζουν, διαφοροποιούνται και εν πολλοίς μεταβάλλονται όντας δυναμικά και σε καμία περίπτωση στατικά στοιχεία της προσωπικότητάς μας.
Οι ταυτότητες, η ένταξη σε ομάδες και το αίσθημα του ανήκειν προφανώς και δεν είναι εν γένει αρνητικά. Ωστόσο, ενώ κάθε ταυτότητα μας ενώνει, συνάμα μας απομονώνει. Μας δίνει δεσμούς αλλά δημιουργεί ρήγματα. Μας φέρνει κοντά σε κάποιους αλλά παράλληλα μας απομακρύνει από άλλους.
Ασχέτως των λόγων για τους οποίους αντιδρούμε με διαφορετικής έντασης συναισθήματα και εκδηλώσεις συμπάθειας από τον ένα στον άλλο πληθυσμό και από τη μία στην άλλη κατάσταση, η ουσία είναι ότι πολύ απλά, στο τέλος της ημέρας όλοι μοιραζόμαστε ένα ουσιώδες, κοινό χαρακτηριστικό: είμαστε όλοι άνθρωποι! Οι όποιες επιμέρους διαφορετικές ταυτότητες και οι ομάδες στις οποίες ανήκει κάποιος δεν είναι, και δεν θα έπρεπε να είναι, τίποτε άλλο παρά ένα ακόμα συναρπαστικό κομμάτι στο πολύχρωμο κολάζ του λέγεται ανθρωπότητα.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Becker, H. S. (1974). Labelling theory reconsidered. Deviance and social control. London: Tavistock, 41-66.
Leyens, J. P., Paladino, P. M., Rodriguez-Torres, R., Vaes, J., Demoulin, S., Rodriguez-Perez, A., & Gaunt, R. (2000). The emotional side of prejudice: The attribution of secondary emotions to ingroups and outgroups. Personality and Social Psychology Review, 4(2), 186-197.
Tajfel, H., & Turner, J. C. (1979). An integrative theory of intergroup conflict. The social psychology of intergroup relations, 33(47), 74.