Άρθρο: Βασίλειος Ξυνόροδος
Ψυχολόγος
Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος
Η θεωρία της ενδοοικογενειακής βίας αποτελεί μια κυκλική κοινωνική θεωρία που χρονολογείται το 1979. Θεμελιώτρια της θεωρίας είναι η Walker (1979), μια Αμερικανίδα ψυχολόγος η οποία ασχολήθηκε ενδελεχώς με αυτό το φαινόμενο στην Αμερική, δημιουργώντας μάλιστα και το Ινστιτούτο ενδοοικογενειακής βίας, του οποίου αποτελεί και διευθυντικό στέλεχος από το 2004.
Η θεωρία αυτή στηρίζει τη βάση της στην πατριαρχική δομή της κοινωνίας και τη χρήση βίας από μέρους των αντρών, προκειμένου να διατηρήσουν τη σχέση ισχύος και τον έλεγχό τους πάνω στο αντίθετο φύλο. Η μορφή αυτή βίας, αν και συνήθως είναι φυσική (χρήση άμεσης σωματικής βίας) μπορεί να παρουσιαστεί και με άλλες μορφές εξίσου επίπονες για το θύμα όπως συναισθηματικής, ψυχολογικής, λεκτικής, οικονομικής ή σεξουαλικής φύσης.
Ο κύκλος της κακοποίησης-βίας αποτελεί ένα συνεχώς ανατροφοδοτούμενο σύστημα στο οποίο οι βιαιοπραγίες επαναλαμβάνονται πολλαπλές φορές μέσα στη σχέση χωρίς να μπορεί να εκτιμηθεί χρονικά μία παύση ή να δοθεί ένα τέλος σε αυτό το «αέναο» σύστημα. Η βία που λαμβάνει χώρα στη σχέση του θύτη και του θύματος βρίσκει τις ρίζες της στα παιδικά χρόνια του θύτη, καθώς αποτελεί μια μαθημένη συμπεριφορά από το οικογενειακό του περιβάλλον, την οποία κουβαλάει στη δική του μελλοντική οικογένεια και πιθανόν να διαιωνίσει στους απογόνους του καθιστώντας έτσι τον κύκλο αναλλοίωτο στον χρόνο.
Η Lenore Walker, έχοντας μελετήσει πάνω από 1500 περιπτώσεις, θέλησε μέσω της θεωρίας της να εξηγήσει γιατί τα θύματα παρόλο που έχουν αντιληπτικότητα της κακοποίησης και των κακουχιών που υφίστανται, συνεχίζουν να παραμένουν και πολλές φορές να υποστηρίζουν αυτού του είδους τις συμπεριφορές και τους συντρόφους τους, με πρακτικές που στηρίζονται στον φόβο και στη βία κάτω από τη σκιά του κυρίαρχου πατριαρχικού προτύπου.
Η θεωρία της Walker (1979) αποτελείται από 6 διακριτά στάδια τα οποία θα μπορούσαμε να εικάσουμε πως αποτελούν ταυτοχρόνως και τη χρονική περιγραφική απεικόνιση της ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης θύτη και θύματος μέσα στη σχέση.
To στάδιο της συσσώρευσης:
Στο παρόν στάδιο ξεκινά μία κλιμάκωση η οποία δεν έχει άμεση φυσική βία αλλά εμφανίζονται μεμονωμένα περιστατικά «έμμεσης» βίας όπως ψυχολογική, συναισθηματική και λεκτική.
To στάδιο της επιτήρησης-εποπτείας:
Ο θύτης οξύνεται σε τέτοιον βαθμό, καθώς αισθάνεται ότι η εξουσία του στο θύμα έχει ατροφήσει, που η ένταση είναι πλέον αναπόφευκτη και ετοιμάζεται να περάσει στη χρήση άμεσης βίας στο θύμα ώστε να επισφραγίσει την υποταγή του και τη θεμελίωση της εξουσίας του.
Το στάδιο της Έκρηξης:
Πλέον ο θυμός του θύτη και η δίψα του για επιβολή είναι μη διαχειρίσιμη από τον ίδιο. Περιστατικά βίας που θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα του θύματος λαμβάνουν χώρα σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η βίαιη συμπεριφορά του θύτη μπορεί να φτάσει σε όρια εθισμού, ειδικά σε σχέσεις που η αντίσταση του θύματος είναι μηδαμινή και τείνει προς αποδοχή του ρόλου του στην καθημερινή κακοποιητική σχέση του με τον θύτη.
Το στάδιο της μετάνοιας:
Μετά τη μη οριοθετημένη χρονική περάτωση του βίαιου ξεσπάσματος του θύτη προς το θύμα, ο θύτης αποκτά και πάλι μερικό αυτοέλεγχο και εμφανίζει σημάδια μεταμέλειας για την πρότερη συμπεριφορά του καθώς και ενδείξεις αυτοενοχής.
Το στάδιο των (προσωπικών) επιδιώξεων:
Ο θύτης όντας πλήρως μεταμελημένος για τις πράξεις του, επαναπροσεγγίζει το θύμα προσπαθώντας να επαναοριοθετήσει διαύλους και γέφυρες επικοινωνίας μαζί του και υπόσχεται ότι δεν θα βιαιοπραγήσει στο θύμα ποτέ ξανά.
To στάδιο του «μήνα του μέλιτος»:
Σε αυτό το στάδιο έχει επέλθει η αναθέρμανση των συναισθημάτων στο ζευγάρι, μία «αναγέννηση» όπου ουσιαστικά πραγματοποιείται μια προσπάθεια και από τους δύο να αφεθούν στη λήθη όλα τα προγενέστερα περιστατικά βίας και να οριοθετήσουν ένα νέο ξεκίνημα και μια κοινή πορεία.
Ουσιαστικά, με αυτό το στάδιο δεν κλείνει αλλά επανατροφοδοτείται ο κύκλος κακοποίησης-βίας επιστρέφοντας στο πρώτο στάδιο, αυτό της συσσώρευσης. Κατά την άποψη της Walker για να σπάσει αυτός ο κύκλος τη βίας σημαίνοντα ρόλο οφείλουν να διαδραματίσουν η εκπαίδευση, το σύστημα δικαιοσύνης και οι επαγγελματίες κοινωνικών υπηρεσιών, βοηθώντας στην υιοθέτηση καθολικών δια βίου παρεμβατικών προγραμμάτων προσέγγισης των θυτών στα διάφορα στάδια του κύκλου, αλλά και των εν δυνάμει θυτών που υπήρξαν μάρτυρες περιστατικών ενδο-οικογενειακής βίας. Ειδικά στους προαναφερθέντες νέους είναι υψίστης σημασίας η στελέχωση εξειδικευμένου προσωπικού καθώς και προσωποκεντρικών προγραμμάτων, ώστε να σπάσει ο κύκλος της βίας πριν την ενσωμάτωση της κακοποιητικής συμπεριφοράς στην ενηλικίωση των ατόμων.
Παρόλο που η θεωρία της Walker (1979) απολαμβάνει αναγνωρισιμότητας και αποδοχής μέχρι τις μέρες μας, δεν είναι λίγοι οι επικριτές της που διαφωνούν σε θεμελιώδη σημεία της θεωρίας της.
Η προαναφερθείσα θεωρία δέχτηκε κριτική όχι ως προς τη βάση της, αλλά ως προς τη διεισδυτική της ανάλυση και εγκυρότητα, καθώς θεωρήθηκε πολύ απλοϊκή σε σχέση τουλάχιστον με μετέπειτα αναλυτικότερες θεωρίες που ασχολούνται με την ενδοοικογενειακή βία (Johnson, 2006)). Eπίσης, η κριτική εστιάζεται στο ερευνητικό υλικό της Walker, το οποίο αποτελείται κυρίως από ανέκδοτα στοιχεία ενός μάλλον μικρού ποσοστού γυναικών, το οποίο, όπως παραδέχεται η ίδια, δεν επιλέχθηκε μέσω τυχαίας δειγματοληψίας, οπότε οποιαδήποτε γενίκευση των αποτελεσμάτων θα μπορούσε να κριθεί επισφαλής.
Βιβλιoγραφικές αναφορές
Johnson S.A. (2006). Physical Abusers and Sexual Offenders: Forensic and Clinical Strategies. CRC Press.
Walker – Lenore E. (1979) The Battered Woman. New York: Harper and Row.