Άρθρο: Βιργινία Κολιού
Φοιτήτρια Ψυχολογίας

Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος


Ο βιασμός είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που λανθασμένα μοιάζει άμεσα συνυφασμένο με τη σεξουαλική ικανοποίηση, ενώ πρόκειται για ένα πολύ πιο περίπλοκο ζήτημα. Το κίνητρο του βιασμού δεν είναι η σεξουαλική απόλαυση αλλά η ταπείνωση της γυναίκας και η ανάγκη επιβεβαίωσης της ισχύος και της δύναμης ενός άντρα. Η σεξουαλική πράξη λειτουργεί ως μέσον για την επιβεβαίωση αυτή και όχι ως αυτοσκοπός. Αξίζει να σημειωθεί πως ο βιασμός είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει και με τα δύο φύλα στον ρόλο του θύματος αλλά στην προκειμένη περίπτωση θα εστιάσουμε στη σεξουαλική κακοποίηση που υφίστανται οι γυναίκες. Πώς λοιπόν ορισμένες κοινωνικές αντιλήψεις μπορεί να συνεπάγονται ανοχή στον βιασμό;

Όπως έχει επιβεβαιωθεί, στο υπάρχον κοινωνικό πλαίσιο, οι γυναίκες – θύματα σεξουαλικής κακοποίησης προστατεύονται πολλές φορές βάσει της ιδιότητάς τους και όχι της πράξης που υπέστησαν αυτής καθεαυτής. Για παράδειγμα οι ιερόδουλες γυναίκες δεν αντιμετωπίζονται ως αξιόπιστα θύματα στις περιπτώσεις βιασμού και κατ’ επέκταση δεν προστατεύονται στον ίδιο βαθμό με τις υπόλοιπες γυναίκες. Αυτό συμβαίνει διότι οι τελευταίες, είναι γυναίκες, είτε σεμνές, αγνές ή παρθένες, είτε σύζυγοι και συνεπώς «αντικείμενα σεξουαλικής ατομικής ιδιοκτησίας» που προφανώς δικαιούνται τον σεβασμό και τη δικαίωση από τον νόμο. Προκαλεί βέβαια εντύπωση το γεγονός ότι παρόλο που διανύουμε τον 21ο αιώνα, η γυναίκα εξακολουθεί, έστω και έμμεσα, να αντιμετωπίζεται ως κτήμα του άντρα.

«Οι γυναίκες είναι φύσει μαζοχιστικά όντα, επιδιώκουν τον πόνο, ο οποίος μάλιστα τους προκαλεί απόλαυση» (Freud, 1924). Ο ίδιος, μέσα από αναλύσεις του, διαμόρφωσε την εικόνα της γυναίκας ως το ον της έλλειψης που εναγωνίως αναζητά και επιθυμεί τον αντρικό φαλλό. Οι αναλύσεις του γνωστού ψυχαναλυτή χρησιμοποιήθηκαν τόσο υπεραπλουστευτικά που κατέληξε να υποστηρίζεται, χωρίς δική του πρόθεση, πως οι γυναίκες ενδόμυχα επιθυμούν τον ίδιο τους τον βιασμό.

Από την άλλη, το αν η παθητικότητα είναι εγγενές χαρακτηριστικό της γυναίκας ή διαμορφώνεται από την κοινωνία, είναι ένα ερώτημα η απάντηση του οποίου μοιάζει προφανής. Από το πρώτο στάδιο κοινωνικοποίησης τα παιδιά μαθαίνουν να ανταποκρίνονται στον ρόλο του φύλου τους. Το πώς λοιπόν η κοινωνία ορίζει τη γυναικεία και την ανδρική συμπεριφορά είναι κάτι που μαθαίνεται. Οι συμπεριφορές είναι πολλές φορές συμβολικές αλλά ωθούν συνήθως τα αγόρια σε μια μορφή μεγαλύτερης επιθετικότητας και ισχύος και τα κορίτσια σε μια μορφή υποταγής. Από εκεί φυσικά προκύπτει και η άποψη ότι «οι άντρες δεν κλαίνε συχνά ή αν το κάνουν καλό είναι να μην το δείχνουν». Να μην δείχνουν δηλαδή την ανθρώπινη και άρα ευαίσθητη πλευρά που φυσικά και έχουν.

Είναι γεγονός πως υπάρχει ένα είδος νομιμοποίησης της σεξουαλικής βίας, λόγω των κοινωνικών αντιλήψεων και των στερεοτύπων. Όσο όμως γίνεται έμμεσα αποδεκτή η ανδρική βία και η γυναικεία παθητικότητα, τόσο η κοινωνία θα οπισθοδρομεί. Αν όμως αναλύσει κάνεις το ζήτημα του βιασμού και όλες εκείνες τις μικρές λεπτομέρειες που ευνοούν την ύπαρξή του θα συνειδητοποιήσει και το μικρότερο μερίδιο ευθύνης που μπορεί να του αναλογεί. Η χρήση λέξεων στο καθημερινό λεξιλόγιο όπως: «γκόμενα, δεύτερη, γύναιο κ.λπ.» ενισχύει τα κοινωνικά στερεότυπα. Η ύπαρξη και μόνο των τελευταίων μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες και αυτό γιατί ο ψυχικά άρρωστος άνθρωπος θα τις μεταφράσει διαφορετικά και θα τις μετατρέψει σε βία, ή μάλλον σε δικαίωμα άσκησης της βίας. Εξάλλου, το λεξιλόγιο είναι ο καθρέπτης της σκέψης μας και αντίστοιχα η σκέψη διαμορφώνεται μέσω του λεξιλογίου. Σκέψη και γλώσσα δηλαδή αλληλοεπηρεάζονται.

Ας μην ξεχνάμε όμως πως εμείς αποτελούμε την κοινωνία και συνεπώς μπορούμε να καθορίσουμε τις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές που κυριαρχούν σε αυτή. Εδώ κολλάει και το πολύ εύστοχο ρητό που λέει πως όλοι επιθυμούν την αλλαγή αλλά κανείς δεν είναι διατεθειμένος να την κάνει. Για να συμβεί το τελευταίο, ίσως πρέπει ο καθένας να σκεφτεί πού φταίει και πού όχι. Και επειδή ενδεχομένως το «φταίει» είναι βαριά λέξη για να την αντέξει κανείς, μπορώ να την αντικαταστήσω με το: «πού συνειδητά ή ασυνείδητα ευθύνεται». Έτσι, ίσως ακούγεται πιο ωραίο και κατ’ επέκταση πιο εύκολα αποδεκτό. Αν όμως ισχύει αυτό, τότε ίσως το πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση της ανοχής απέναντι στον βιασμό, ως κοινωνικό φαινόμενο, είναι το να αντέξει κανείς την αλήθεια για τον εαυτό του. Αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα….