Κείμενο: Γεωργία Κιζιρίδου
Σχολικη-Εξελικτική Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Μαρία Παπαστεφανάκη
Γλωσσολόγος


“Με τον Γιάννη ξεκινήσαμε να βγαίνουμε ενώ ήμουν ήδη σε μια σχέση που είχε φθάσει σε ένα τέλμα. Σχεδόν παράλληλα κάναμε σχέση και τότε λειτούργησε η νέα γνωριμία ως σωτήρια λέμβος. Όμως, λόγω του ότι η σχέση μας είχε ως βάση την παρανομία, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη. Αρχικά, οι εκρήξεις ζήλιας ήταν κολακευτικές, γιατί ένιωθα ποθητή κι αυτός έδειχνε ερωτευμένος. Όμως τώρα πλέον όλο αυτό λειτουργεί σαν ασφυκτικός κλοιός. Ψάχνει το κινητό μου, την τσάντα μου και γενικώς ψάχνει αφορμές για να ξεκινήσει ο καβγάς μεταξύ μας. Είναι σαν να θέλει να αποδείξει ανά πάσα στιγμή ότι δεν είμαι πιστή κι ότι δεν μου αξίζει η αγάπη του. Φοβάμαι τη μοναξιά και δεν ξέρω αν είναι σωστό να χωρίσω.”

Η ζήλια είναι απαραίτητο συστατικό σε μια σχέση ή ένα εμπόδιο σε αυτήν; Η ζήλια είναι ένα συναίσθημα που έχουν νιώσει όλοι οι άνθρωποι στη ζωή τους. Όπως με όλα τα συναισθήματα, έτσι και με τη ζήλια, το κλειδί βρίσκεται στην αναγνώριση, την έκφραση και στη διαχείριση τους. Στον “Οθέλλο”, το γνωστό έργο του Σαίξπηρ, ο πρωταγωνιστής σκότωσε τη νεόνυμφη γυναίκα του, γιατί είχε πειστεί πως έχει εξωσυζυγικές σχέσεις. Έτσι, το “σύνδρομο του Οθέλλο” αναφέρεται στην έκφραση της παθολογικής κι εμμονικής ζήλιας στις διαπροσωπικές σχέσεις, καθώς και στις συνέπειες αυτού στην καθημερινότητα του ζευγαριού. Επομένως, υπάρχει φυσιολογική και παθολογική ζήλια σε μια σχέση;

Σύμφωνα με τον Freud, η ζήλια μπορεί να είναι α) φυσιολογική, β) νευρωτική, γ) παθολογική. Στη φυσιολογική ζήλια, το άτομο μπορεί και εντοπίζει την πηγή που προκάλεσε αυτό το συναίσθημα και είναι σε θέση να επανέλθει, αφού εξετάσει με τη λογική τα συμβάντα. Στη νευρωτική ζήλια, αυτός που ζηλεύει και κατηγορεί τον άλλον είθισται να αμύνεται και να προβάλλει τη δική του συμπεριφορά στον/στην σύντροφο. Στην παθολογική ζήλια, τα αίτια είναι πολύ βαθύτερα και δεν σχετίζονται με τον έρωτα και την αγάπη προς τον άλλον. Συνήθως έχει να κάνει με ατομικά ζητήματα του ατόμου, τα οποία έχουν την αφετηρία τους στην πατρική οικογένεια. Πρόκειται για άτομα που μεγάλωσαν σε συναισθηματικά ανασφαλές περιβάλλον, χωρίς σταθερότητα. Μπορεί οι γονείς τους να είχαν απρόβλεπτη συμπεριφορά ως προς τους ίδιους κι αυτό να τους δημιούργησε την ανάγκη να είναι μονίμως σε επιφυλακή κι εγρήγορση, για να έχουν την αποδοχή. Ακόμα, μπορεί να τους δημιούργησαν οι γονείς τους την αίσθηση ότι είναι κατώτεροι από τους άλλους και δεν αξίζουν να αγαπηθούν. Υπάρχουν και οι περιπτώσεις που οι εμπειρίες μέσα στην πατρική οικογένεια ήταν ιδιαιτέρως τραυματικές κι έτσι κλωνίστηκε η εμπιστοσύνη στις διαφυλικές σχέσεις (π.χ. διαζύγιο γονέων, εξωσυζυγικές σχέσεις του ενός ή/και των δύο γονέων. Τι χαρακτηριστικά έχει, επομένως, η έκφραση της παθολογικής ζήλιας;

Το άτομο που ζηλεύει παθολογικά έχει ανακριτική διάθεση και ελεγκτική συμπεριφορά, που οδηγεί σε αποπνικτική ατμόσφαιρα μέσα στη σχέση. Σύμφωνα με τον Ellis, η ζήλια λειτουργεί ως “αυτοπροκαλούμενη μιζέρια”, αφού το άτομο επιλέγει να λειτουργεί ως θύτης, αλλά να νιώθει μονίμως θύμα. Ο μεγαλύτερος φόβος είναι αυτός της εγκατάλειψης και μάλιστα για ένα άτομο που το θεωρεί ανώτερο από τον εαυτό του. Προκειμένου να μειώσει τον φόβο και το άγχος που του δημιουργείται από τη σχέση, προσπαθεί να μειώσει τις κοινωνικές τους επαφές σε σημείο που να αγγίζει τον κοινωνικό αποκλεισμό και την απομόνωση. Σε κάποιες περιπτώσεις που αδυνατεί να διαχειριστεί τις παράλογες σκέψεις του οδηγείται σε βίαιη συμπεριφορά προς τον/την σύντροφο, σε απειλές, σε εξύβριση, σε καταστροφή της περιουσίας του ατόμου και σε ακραίες περιπτώσεις, ακόμα και σε απόπειρα δολοφονίας. Με λίγα λόγια, τα άτομα αυτά δεν θέτουν ως προτεραιότητα μέσα στη σχέση να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, αλλά να ελέγξουν την κατάσταση. Στην πραγματικότητα όμως το άτομο που ζηλεύει παθολογικά αναζητά με τελείως λάθος τρόπο να αγαπηθεί και καταλήγει να ζητιανεύει την αγάπη. Αξίζει, άρα, να συνεχιστεί μια σχέση που βασίζεται στη ζήλια και στην καχυποψία;

Η ανοχή και η άρνηση του ζητήματος δεν βοηθά στην ολοκληρωμένη αντιμετώπισή του. Η ανοιχτή και ειλικρινής επικοινωνία σε συνδυασμό με την αυτογνωσία είναι τα βασικά κλειδιά για μια ισότιμη σχέση. Η παραδοχή πως δεν είναι εφικτός ο έλεγχος όλων των παραγόντων σε μια σχέση, συμπεριλαμβανομένης και της απιστίας από τον/την σύντροφο, μπορεί να αποβεί λυτρωτική σκέψη. Σε περίπτωση που βρίσκεσαι σε σχέση που σε ζηλεύουν, ρώτα τον εαυτό σου αν αξίζεις μια τέτοια παρανοϊκή και εμμονική έκφραση αγάπης. Αν είσαι το άτομο που συνήθως ζηλεύει και προσπαθεί διακαώς να αποδείξει ότι υπάρχει άλλη σχέση, πάρε αποστάσεις κι αναρωτήσου: Αν ήμουν άλλος, θα έκανα δεσμό μαζί μου κάτω από αυτές τις συνθήκες; Θα με άντεχα ως σύντροφο; Σε κάθε περίπτωση, η ζήλια δεν είναι κολακευτική σε μια σχέση, αλλά δυσλειτουργική έκφραση σκέψεων και συναισθημάτων που επιδέχονται βελτίωση και αλλαγή.


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Ruge, K.C. & Lenson, B. (2005). Ζήλια, προδοσία, οργή. Το σύνδρομο του Οθέλλο και πώς να απαλλαγείτε από αυτό. Αθήνα: Μπουκουμάνης.