Κείμενο: Κατερίνα Τσιτούρα
Φιλόλογος
Επιμέλεια: Μαρία Παπαστεφανάκη
Γλωσσολόγος


Tους έχεις δει. Τους έχεις σίγουρα δει. Αν τους ακούσεις λίγο πιο προσεκτικά, θα καταλάβεις. Εκείνοι, βλέπεις, έχουν πάντα δίκιο. Στο πρόσωπό τους ζωγραφίζεται το ύφος του αδέκαστου κριτή και οι ζωηρές χειρονομίες ενισχύουν τη δογματική τους στάση. Στον κόσμο τους υπάρχουν μονάχα το άσπρο και το μαύρο, καθώς η υποψία οποιουδήποτε άλλου χρώματος ενδέχεται να θέσει υπό αμφισβήτηση το μουντό έργο τέχνης τους.

Αρέσκονται σε ισοπεδωτικά συμπεράσματα τύπου: «O Στράτος δεν έχει κουκούτσι μυαλό για να πιστεύει στην ομοιοπαθητική», «Πόσο ανήθικη μπορεί να είναι η Μαρία! Στην ώριμη ηλικία των 18 παράτησε τον σχολικό της έρωτα για τον γόη του γυμναστηρίου», «Ο Κώστας πήρε τον στραβό τον δρόμο, κάτι μάτια τον έπιασαν να επιδίδεται σε γυμνισμό σε παραλία της Αντιπάρου», «Η Δέσποινα τρέχει σε σχολές γονέων προκειμένου να νουθετήσει την ατίθαση έφηβη κόρη αντί να της χαρίσει ένα γερό σκαμπίλι». Κάθε συμπέρασμά τους και μια ταφόπλακα στην ευκαιρία να συναντήσουν τον μοναδικό άλλο πίσω από τις αφοριστικές ετικέτες και τους στείρους χαρακτηρισμούς.

Εάν τυχόν τολμήσεις να αμφισβητήσεις το καθολικό τους κύρος, τότε βροντούν το πόδι στο έδαφος και με αυταρχισμό που θα φθονούσε και ο Χίτλερ στις μεγάλες του δόξες καταπνίγουν την «επανάσταση της διαφορετικότητας», φροντίζοντας να εκτοξεύσουν και τα απαραίτητα προσβλητικά σχόλια προς τον απείθαρχο συνομιλητή.

Στην ουσία τρέμουν τον ίδιο τους τον εαυτό και, έτσι, με περισσή υστερία αγωνιούν να καλύψουν τη δική σου φωνή, από φόβο μήπως αυτή υψωθεί και, έπειτα, τα επιχειρήματα τους καταρρεύσουν σαν τραπουλόχαρτα μπροστά στα μάτια της υπνωτισμένης τους συνείδησης. Απόλυτα ταυτισμένοι με την δική τους οπτική γωνία, νιώθουν ότι αναπνέουν μέσα από την επιβεβαίωσή της και, έτσι, η παραμικρή υποψία αντίστασης ενισχύει το πανάρχαιο ένστικτο της επιβίωσης. Πρέπει να ζήσουν και, για να ζήσουν, πρέπει να αφοπλίσουν με συνοπτικές διαδικασίες τους αντιρρησίες, εγκλωβίζοντάς τους στη ψευδαίσθηση του προσωπικού τους μύθου. Στο στενόμυαλο κεφαλάκι τους, αυτοί είναι οι έξυπνοι και οι άλλοι οι ανόητοι και στο ελιτίστικό τους στρατόπεδο εντάσσονται μονάχα όσοι ενστερνίζονται τυφλά την αυθεντία τους.

Οι αξιότιμοι ξερόλες διαθέτουν εκείνη την επίπλαστη σιγουριά όσων δεν ανακάλυψαν ποτέ αχαρτογράφητες περιοχές, δεν ακούμπησαν το πεισματάρικο πέλμα τους σε άγνωστα ύδατα. Γιατί και η αμφισβήτηση κρύβει κόστος σοβαρό, κάποιες φορές ακόμη και οδυνηρό, μιας και επιβάλλει να γκρεμίσεις παλάτια στην άμμο και να ξεγυμνωθείς από δυσλειτουργικούς μηχανισμούς, άμυνες. Μακριά από την αφεντιά τους όμως τέτοια ταλαιπωρία. Εκείνοι αναπτύσσουν αλλεργία σε όρους όπως «αλλαγή», «ψυχολογία», σπεύδοντας μάλιστα να διευκρινίσουν πως οι παραπάνω αναζητήσεις αποτελούν ίδιον ανθρώπων αδύναμων.

Και, ξέρεις, είναι σταθεροί. Θεέ μου, τόσο σταθεροί. Στέκονται ακριβώς στο ίδιο σημείο, χρόνια ολόκληρα. Δεν διδάσκονται από τα λάθη τους, δεν συνδέονται αληθινά με τους γύρω τους, δεν τολμούν να επανεφεύρουν το πεπρωμένο τους. Οι αλυσίδες της παντοδυναμίας τούς απαλλάσσουν, ίσως, από άγρυπνα βράδια αυτοκριτικής και επαναχάραξης πορείας, ωστόσο, τους φυλακίζουν αιωνίως στην κατάρα της βεβαιότητας, μιας βεβαιότητας που τους χαρίζει την πύρρειο νίκη.

Στο τέλος της διαδρομής χάνουν τόσα πολύχρωμα σύμπαντα και γοητευτικά χαμόγελα, τόσους βασανιστικούς λαβυρίνθους και απελευθερωτικές εξόδους, που ουδέποτε υποψιάστηκαν καν ότι υπάρχουν.