Κείμενο: Παναγιώτα Νταλκίτση
Φοιτήτρια Ψυχολογίας ΑΠΘ
Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος
Αντίο. Λέξη γλυκόπικρη σαν άγριο φρούτο. Λέξη με μυριάδες υπολανθάνοντα νοήματα. Τόσο τελεσίδικη, τόσο ανέκκλητη. Λανθάνει κυκεώνας συναισθημάτων, μύχιων σκέψεων, ανείπωτων λόγων. Την προφέρεις με δακρυσμένο βλέμμα, με μάτια υγρά, με κενή απαθή ψυχή. Βουρκώνεις. Αποχαιρετάς. Αποχωρίζεσαι.
Είναι σχεδόν τόσο τελειωτικό και υπερμεγέθες το σημαίνον νόημα αυτής της σύνθεσης των πέντε γραμμάτων. Κρύβονται αμέτρητα γιατί, λύπες, ορδές μελαγχολίας. Αυτός που ‘χει αποχωριστεί κάποιον αγαπημένο, κάπου, κάποτε, δικαίως προτιμά να μην την προφέρει, να μην τη συλλαβίσει. Είναι γνώστης των επόμενων. Γνωρίζει πως όλα θα τραπούν, όλα θα ρέπουν από εκείνη την παγωμένη στιγμή κι έπειτα προς διαφορετική οδό. Μια οδό χωρίς κάποιον που βρισκόταν στο πλάι του, που ίσως ζούσε μέσα του. Η ζωή συνεχίζει να υφίσταται, ωστόσο, η απουσία είναι βαμμένη ανεξίτηλα.
Μοιάζει μελοδραματικό λογύδριο το παραπάνω, ειπωμένο σε τόνους απολυτότητας κι όντως… υπάρχουν και χαρούμενα και χαμογελαστά αντίο. Σε αυτά τα αντίο, εντούτοις, ο γνώστης της γλυκόπικρης γεύσης της απώλειας, της απουσίας, της αδειανής θέσης ενός αγαπημένου, προτιμά κι επιλέγει άκρως συνειδητά φράσεις μετριοπαθείς, λιγότερο επιφορτισμένες με τόσο πόνο, λιγότερο χρωματισμένες με αποχρώσεις οριστικού τέλους. Επιλέγει να ελπίζει πως δεν έχει αποτερματιστεί η κοινή ζωή και τα αμοιβαία όνειρα δεν έχουν σωθεί. Ελπίζει σε ένα ουτοπικό –πολλές φορές- ερχόμενο αντάμωμα που θα αναθερμάνει το συνονθύλευμα των απωθημένων στιγμών.
Το άκουσμα και μόνο της ηχούς της λέξης αυτής είναι ικανό να καταστήσει τη θύμηση περιπλανώμενη σε απεικάσματα ντυμένα με τα μελαγχολικά φορέματα της απώλειας, ντυμένα με το βέλο ενός μικρού θανάτου. Ένας θάνατος; Ναι, ένας θάνατος, ένας μικρός θάνατος. Μπορεί όχι και τόσο μικρός, μπορεί όχι θάνατος μόνον κατ’ ευφημισμόν, μα σίγουρα μια ανεξίτηλα συγκινησιακή ατμόσφαιρα. Υπάρχουν πολυποίκιλα αντίο. Ναι, υπάρχουν. Σε κανένα όμως από αυτά τα αντίο δε λείπει έστω και η επίγευση ενός άλγους, μιας συναισθηματικής κατάρρευσης.
Πώς μπορείς να κλείσεις σφιχτά τα μάτια μπροστά σε μυριάδες εικόνες χαμού; Πώς μπορείς να πάψεις να πονάς; Να πάψεις να μαραίνεσαι με ζοφερές αναμνήσεις; Υπάρχει άραγε αντίδοτο στον πόνο του τελευταίου αντίο; Θα υπάρχει. Μα ναι, υπάρχει! Κάθε αποχωρισμός συνοδεύεται κι από έναν νέο ερχομό. Κάθε απώλεια θα συντροφεύεται από μια απρόσμενη άφιξη ενός νέου προσώπου που θα καταστήσει ξανά τα αδειανά κομμάτια της ψυχής μεστά από πλήρωση, από αγάπη, από μοίρασμα εμπειριών, από εκκολαπτόμενα όμορφα συναισθήματα για τον νεοαφιχθέντα στη ζωή σου.
Θα χαμογελάσει και πάλι η ψυχή, θα ζωντανέψει ξανά το βλέμμα, θα χρωματιστεί για ακόμη μια φορά ο καμβάς της ζωής με τα χρώματα της ίριδας. Θα πραγματωθούν όλα αυτά, τη στιγμή όμως που μολονότι ξεθωριασμένη θα συνεχίζει να φωλιάζει στα άδυτα του νου η ανάμνηση. Η ανάμνηση των παλαιών χαμένων, αυτή τη φορά όμως απαγκιστρωμένη από την οδύνη του προσφάτου, του πένθους της απώλειας, μετουσιωμένη σε γλυκιά μνεία του ότι υπήρξες ευλογημένος να γευτείς ακριβοθώρητες στιγμές με τους χαμένους αγαπημένους σου.