Επιμέλεια Ερωτήσεων: Μαρία Πολυκρέτη
Ψυχολόγος – Αφηγηματική Ψυχοθεραπεύτρια
Υπεύθυνη Πολιτισμού
Η ταινία “Loving Vincent” αποτελεί μια ταινία, αγγλο-πολωνικής παραγωγής που εν μέρει παράχθηκε στην Ελλάδα, και με ελληνικά χέρια, και που προβάλλεται στους κινηματογράφους με μεγάλη επιτυχία. Η ιδιαίτερη αυτή επένδυση θυμίζει το εμβληματικό ύφος των έργων του Vincent Van Gogh, συγκινεί, προβληματίζει και εμπλουτίζει την γνώση γύρω από τον πολύ σημαντικό ζωγράφο V.V.Gogh.
Αγαπητέ κ. Κωνσταντίνε Βασίλαρε,
Θα θέλαμε να μας πείτε,
Πόσα χρόνια ασχολείστε με την παραγωγή ταινιών και πως καταλήξατε σε αυτό το είδος της τέχνης;
Ασχολούμαι με την παραγωγή ταινιών και οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα εδώ και τέσσερα χρόνια στην StudioBauhaus που ιδρύσαμε με τον συνεργάτη μου Ορφέα Περετζή, μετά από σπουδές και εργασία στην Αγγλία και Αμερική. Η ανάμειξη μου με το Αnimation έγινε για δύο λόγους: 1) μεγαλώνοντας στα πλατό της οικογένειας Σοφιανού (Φρουτοπία, Του Κουτιού τα Παραμύθια, Disney Club) όπου η μητέρα μου εργαζόταν και σαν κουκλοπαίχτρια, αλλά και σκηνογράφος και 2) από ένα τυχαίο τρίμηνο internship στα γραφεία της Breakthru Films στην Αγγλία το 2005, που δουλέψαμε στο βραβευμένο με Όσκαρ ταινία μεσαίου μήκους animation “Peter and the Wolf” της Suzie Templeton.
Ποια είναι τα κριτήρια σας όταν επιλέγετε να επενδύσετε στην παραγωγή μιας ταινίας;
Διορθώνω μια λανθάνουσα άποψη για το τι σημαίνει παραγωγός. Ένας παραγωγός παντρεύει το δημιουργικό κομμάτι για την ορθή εκτέλεση μιας ταινίας, με το πρακτικό. Ασχολείται ενεργά σε πολλές περιπτώσεις από την ιδέα σεναρίου, μέχρι και την διανομή της ταινίας όταν έχει ολοκληρωθεί. Είναι υπεύθυνος να βρει πόρους για να εκτελεστεί η ταινία, και όχι να επενδύσει ο ίδιος. Αυτό το μοντέλο λειτουργεί στην Ευρώπη. Σε κάποιες περιπτώσεις, και δυστυχώς σπάνιες, ιδιώτες χρηματοδοτούν μια ταινία, επειδή θέλουν να είναι μέρος μιας άκρως ενδιαφέρουσας και συλλογικής δημιουργικής προσπάθειας, που όταν βλέπει κανείς το αποτέλεσμα στην μεγάλη οθόνη, παίρνει μεγάλη ευχαρίστηση για το τι κατάφεραν, άλλοι και για επενδυτικούς σκοπούς με την ελπίδα ότι η ταινία θα πάει καλά στα ταμεία των σινεμά και στις μεταπωλήσεις και θα βγει στο τέλος κερδισμένος ή, τέλος πάντων, όχι χαμένος.
Τα κριτήρια για το αν μια ταινία θα είναι “εμπορική” είναι πολλά, και αρμόζουν τεράστια συζήτηση και σύγκριση από διάφορα case studies στην εγχώρια αγορά, την Ευρωπαϊκή, αλλά και τη παγκόσμια. Το σίγουρο είναι ότι το ρίσκο είναι μεγάλο αν το δει κανείς σαν επένδυση καθαρά. Σήμερα ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος, οι ταινίες πολλές και οι επιλογές για το πως και τι και που θα δει ο θεατής τη ταινία του ή την σειρά του, εξίσου άπειρες. Οπότε είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση. Για να απαντήσω στην ερώτηση σας: κριτήρια βάσει σεναρίου, ιδιοσυγκρασίας και οράματος του σκηνοθέτη, συνεργατών στις δημιουργικές θέσεις συνεργείου, κριτήρια για το αν η ταινία θα έχει ή απήχηση στο κοινό, ή αν το προφίλ της δείχνει ότι θα είναι “κατάλληλη” για να ταξιδέψει σε μεγάλα διεθνή φεστιβάλ – όπου και εκεί ο ανταγωνισμός όλο και μεγαλώνει, και ειδικά στην Ευρώπη. Το φάσμα των χωρών που πια παράγουν αξιόλογες ταινίες όλο και μεγαλώνει και μονίμως εμφανίζονται νέοι και ταλαντούχοι σκηνοθέτες.
Πως αποφασίσατε να συμμετάσχετε στη ταινία «Loving Vincent» που προβάλλεται τώρα στις ελληνικές αίθουσες;
Στη περίπτωση του Loving Vincent επένδυσα κάτι άλλο, χρόνο, πίστη στο project, αλλά και πίστη ότι μπορούσαμε να δημιουργήσουμε μια δυνατή ομάδα painting-animators και στην Ελλάδα – σε μια χώρα που δεν φημίζεται για το Αnimation. Όταν πρωτομίλησα με τον παραγωγό της ταινίας Hugh Welchman, αρχικά σε θεωρητικό επίπεδο για το Αnimation, γρήγορα η συζήτηση πήγε προς την ταινία Αnimation που ετοίμαζαν. Αυτό ήτανε το καλοκαίρι του 2015. Γρήγορα αποφάσισα ότι ήθελα μαζί με τον Hugh και την ομάδα του – με έδρα τη Πολωνία – να επιχειρήσουμε να ανοίξουμε ένα 2ο στούντιο στην Αθήνα, με σκοπό να λειτουργήσει παράλληλα με αυτό της Πολωνίας και να στεγάσει, ως επί το πλείστον, Έλληνες ζωγράφους που θα βρίσκαμε, και θα εκπαίδευαν σε painting-animators. Ο Hugh γρήγορα δέχτηκε και μετά από έρευνα κάναμε ένα open call όπου και δεχτήκαμε κοντά στα 300 βιογραφικά ζωγράφων. Καταλήξαμε σε 90 όπου και καλέσαμε για τριήμερα test στον χώρο του Mabrida στο Κορωπί ,της οικογένειας Σοφιανού, το καταλληλότερο περιβάλλον για μια τέτοια ενέργεια.
Με την ενεργή υποστήριξη και υπομονή του Φαίδωνος Σοφιανού και την βοήθεια και καθοδήγηση των τεχνικών της ταινίας από τη Πολωνία δημιουργήσαμε έναν χώρο που στέγασε 20 PAWS – ή painting animation work stations. Από τους 90 επιλέχθηκαν 40 που εκπαιδεύτηκαν σε διβδόμαδα εντατικά sessions, και ύστερα ξεκίνησε η παραγωγή τον Μάρτιο του 2016 με 20 painting-animators πια στην ομάδα μας. Αποφάσισα να συμμετάσχω γιατί ήταν μια παραγωγή που πολλοί έλεγαν ότι ήταν αδύνατον να εκτελεστεί – να ζωγραφίσουν με λάδι ζωγράφοι μια μεγάλου μήκους ταινία εξ ολοκλήρου σε στιλ Van Gogh χωρίς τη συμβολή προγραμμάτων ή special effects. Τεράστιο ρίσκο, αλλά το αποτέλεσμα ήταν μαγευτικό. Μεγαλεπίβολη προσπάθεια, τρελή, αλλά εάν πετύχαινε το αποτέλεσμα θα ήταν εκθαμβωτικό. Ο 2ος λόγος ήταν για να μπορέσουμε και εμείς στην Ελλάδα να συνεργαστούμε με μια διεθνή παραγωγή animation, και να μάθουμε από τους καλύτερους.
Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για την ομάδα σας στην Ελλάδα, που ανέλαβε ένα βασικό κομμάτι της ζωγραφικής για την ταινία. Τι εμπειρίες αποκομίσατε από την συνεργασία αυτή;
Πράγματι η Ελληνική Εικαστική Ομάδα ανέλαβε να ζωγραφίσει περίπου το 20% της ταινίας που βλέπετε στην οθόνη. Εννιά μήνες εντατικής και κουραστικής δουλειάς. Ενώ όλοι ήτανε εξαιρετικοί ζωγράφοι, έπρεπε να μάθουν μια νέα τεχνική – την τεχνική του Αnimation. Έπρεπε να ζωγραφίζουν έναν τέλειο πίνακα, και αμέσως μετά να τον καταστρέψουν (ή μέρος αυτού) για να προχωρήσουν στο επόμενο καρέ. Όλα δουλεύονταν πάνω στον ίδιο καμβά – οποιαδήποτε κίνηση έπρεπε να προσαρμοστεί σε κάθε καρέ, όπως επίσης να ταιριάξουν τα στόματα των ηθοποιών με τον διάλογο. Αυτό που αποκομίσαμε όλοι είναι ότι με σκληρή πρακτική και εργασία μπορεί ο καθένας να καταφέρει τα πάντα. Οι βάσεις ήταν εκεί – η τεχνική της ελαιογραφίας, οι σωστές πινελιές, η μελέτη του Βαν Γκογκ, αλλά και η τεχνική μίξης χρωμάτων. Υπό νέες συνθήκες και απαιτήσεις όλοι προσαρμόζονται και μαθαίνουν. Ζωγράφοι που στην αρχή δυσκολεύονταν πολύ, μέσα σε 2-3 μήνες κατάφεραν να είναι οι πιο γρήγοροι, αλλά και τεχνικά άρτιοι από όλη την ομάδα του Loving Vincent. Μερικοί που το πήραν ως κάτι για τον ελεύθερό τους χρόνο και δεν αφιέρωσαν τις εργατοώρες που του άρμοζε δεν τα κατάφεραν. Παρόλα αυτά, ήταν μια εξαιρετικά επίπονη δουλειά που για έναν ζωγράφο πολλές φορές ήταν πρωτόγνωρο. Δεν υπήρχε πολύ χώρος για προσωπική δημιουργικότητα και ατομισμό, δούλευαν όλοι υπό την καθοδήγηση αυστηρών όρων και οδηγιών για να καταφέρουμε αυτή η εξαιρετικά συλλογική προσπάθεια να μοιάζει σαν να ζωγραφίστηκε από ένα άτομο. Πολλές φορές ο εγωισμός του δημιουργού έρχεται σε αντίθεση με κάτι τέτοιο. Αυτό όμως απαιτεί το Αnimation, αλλά και γενικά η δημιουργία στο χώρο του σινεμά: συλλογική προσπάθεια με όρους και όρια, για έναν απώτερο σκοπό – το άρτιο τελικό αποτέλεσμα.
Υπήρξαν κάποιες δυσκολίες στην παραγωγή της ταινίας που να κατάφεραν να συσπειρώσουν την ομάδα ακόμα πιο έντονα;
Ομολογώ ότι υπήρχαν διαφορές από το στούντιο το Ελληνικό από το Πολωνικό – έχει να κάνει πολύ με την ψυχοσύνθεση του Έλληνα. Η ελληνική ομάδα – πολύ μικρότερη από αυτή της Πολωνίας – πολλές φορές λειτουργούσε πιο συλλογικά. Εάν η ομάδα ένοιωθε ότι υπήρχαν αδικίες, ή προβλήματα με την παραγωγή σχεδόν σύσσωμοι εξέφραζαν την δυσαρέσκεια, ή ζητούσαν να εξετασθεί εκ νέου κάτι. Η ατμόσφαιρα, όμως, ήταν φιλική και ζεστή, καμιά φορά, παρά ήταν χαλαρή – αλλά στο τέλος μπορώ να πω ότι παρά τις δυσκολίες μερικοί διέπρεψαν και κατάφεραν καταπληκτικά πράματα. Η ζωγραφική τείνει να είναι μια ατομική εργασία, ο καθένας στο ατελιέ του δουλεύει, όποτε θέλει, όπως θέλει, ό,τι ώρα θέλει. Εδώ ήταν 20 άτομα σε έναν χώρο που αν ο ένας δεν έβαζε τα δυνατά του, άφηνε την υπόλοιπη ομάδα πίσω.
Ποιο το συναίσθημα (συναισθήματα) σας ύστερα από την θέα του τελικού αποτελέσματος μέσα από την προβολή της ταινίας στις αίθουσες;
Το πιο ευχάριστο πέραν από το φανταστικό τελικό αποτέλεσμα που με τον τελικό ήχο και την μουσική του Clint Mansell μας ανατρίχιασε σε κάποιες στιγμές, ήταν να δούμε την ταινία με όλους τους ζωγράφους μαζί στην αίθουσα και να αναφωνούν ποια σκηνή είχε κάνει ποιος, πόσο δύσκολο ήτανε, ή ότι μπορούσε και καλύτερα. Εμείς που το ζούσαμε κάθε μέρα, μια συγκεκριμένη σκηνή έφερνε πίσω μνήμες, όπως στιγμές από τον καυτό Αύγουστο στο Κορωπί με τα τζιτζίκια να φωνάζουν έξω, έναν τσακωμό, μια χαρά κάποιας ζωγράφου που επιτέλους τελείωσε μια σκηνή διάρκειας 10 δευτερολέπτων που της πήρε 1,5 μήνα, μια στεναχώρια κάποιου ζωγράφου που του ζητήθηκε να ξαναρχίσει από την αρχή λόγω λαθών, ή τα πολλά γέλια με τα αστεία του καθένα στο booth του, που γινόντουσαν πηγαδάκια.
Το animation αποτελεί μια σύγχρονη ενότητα στον χώρο της τεχνολογίας και του Κινηματογράφου. Ποιες δυνατότητες μπορεί να δώσει στον χώρο της παραγωγής, κατά την άποψη σας;
Η τέχνη του Αnimation, ή καλύτερα στα ελληνικά της «εμψύχωσης» θα μπορούσε να πει κανείς ότι ξεκίνησε από την νεολιθική περίοδο όπου στις σπηλιές άνθρωποι προσπάθησαν να αναπαραστήσουν την κίνηση ζώων ή ανθρώπων. Αργότερα, στο θέατρο σκιών, Ζoetropes, Draw on film, κουκλοθέατρο, Καραγκιόζης. Στη τέχνη του κινηματογράφου, επίσης, έχει περάσει τα 100 χρόνια, με τα πρώτα δείγματα animation ακόμα και το 1908. Παρόλα αυτά, με τα χρόνια αυτό που θεωρούμε Αnimation, από τον Disney και τη Χιονάτη και 7 Νάνοι π.χ. μέχρι σήμερα, έχουμε εξελιχθεί. Η τέχνη και η βάση, όμως, της “εμψύχωσης”, είτε είναι σε σκίτσο, σε 3D computer, ή stop motion puppet animation, είναι η ίδια. Αυτό που έχει ενδιαφέρον, πέραν της τεχνολογίας, αλλά και της τεχνογνωσίας, είναι ότι το Αnimation έχει ξεφύγει από την γενική άποψη ότι αφορά μόνο τα παιδιά. Ταινίες, όπως το Anomalisa του Kauffman που είναι μια καθαρά ενήλικη ταινία, εμφανίζονται στο σινεμά. Επίσης, χρησιμοποιείται εκτενώς σε ντοκιμαντέρ, όπως στο docu-animation, όπου ιστορικά γεγονότα, ή αναπαραστάσεις, ή πολύ βίαιες μνήμες συνεντευξιαζόμενων αποτυπώνονται με animation, όπως π.χ. στο Camp 14. Δεν παύει να είναι όμως ένας άλλος τρόπος να πει κανείς μια ιστορία – εάν η τεχνική του Αnimation υπηρετεί την ιστορία, τότε έχει νόημα αισθητικά, και ουσιαστικά.
Η ταινία κέρδισε το βραβείο της καλύτερης ταινίας animation στα βραβεία της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ενώ ήταν υποψήφια και για Χρυσή Σφαίρα, για BAFTA, τώρα και για Όσκαρ Animation. Πως αντιλαμβάνεστε την τεράστια αυτή απήχηση τόσο στο κοινό, όσο και στους κριτικούς;
Έχει να κάνει με την γοητεία του Van Gogh στους ανθρώπους: η δουλειά του η ίδια, η ζωή του, και το τι συμβολίζει. Είναι και ένα pop φαινόμενο τα τελευταία χρόνια – που πολύ το κριτικάρουν πολλές φορές. Από mouse pads, παπούτσια, αφίσες, και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Ο Van Gogh «πουλάει» και κανείς δε μπορεί να πει το αντίθετο. Άλλα για την ταινία “Loving Vincent” πιστεύω ότι η απήχηση έχει να κάνει με το μεράκι, την αφοσίωση, τη προσοχή στη λεπτομέρεια, και το ότι είναι φτιαγμένο στο χέρι. Φαίνεται στο μάτι του ανθρώπου που έχει βαρεθεί τα τέλεια vfx, την κρυσταλλένια εικόνα με τις νέες κάμερες που όλο και πιο ευκρινής γίνεται. Φαίνεται ότι οι 120 κλασσικά εκπαιδευμένοι ζωγράφοι ίδρωσαν, αναστέναξαν πάνω από τους καμβάδες τους, με αληθινά χρώματα, και πινελιές που έχουν ζωή από μόνες τους. Τα λαθάκια κάνουν αυτή τη ταινία ιδιαίτερη, η τρίχα του πινέλου που ξέμεινε στο κάποιο καρέ της ταινίας.
Η όλη σας δημιουργική εργασία πάνω στην ταινία θα σας έφερε πιο κοντά στην ζωή και την ιδιοσυγκρασία του ζωγράφου Vincent Van Gogh, όπως και τους θεατές. Τι σας έκανε εντύπωση στην ιστορία του «πατέρα της σύγχρονης Τέχνης» και τι δυναμική θεωρείτε πως κρύβει μια βιογραφική ταινία-ιστορία;
Το ότι δούλευε αυτός ο άνθρωπος και συνέχιζε το έργο του ακάθεκτος με κανένα ίχνος επιτυχίας ή κατάρτισης. Δούλευε για τον εαυτό του, και τους ανθρώπους γύρω του που αγαπούσε. Τον εκμεταλλεύτηκαν, και δεν πρόλαβε να χαρεί την επιτυχία του. Όμως, δικαιώθηκε με το παραπάνω. Θεωρώ ότι ταινίες βιογραφικές ή biopics συχνά πασαλείβουν τα γεγονότα ή την ιδιοσυγκρασία ενός ανθρώπου. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να χωρέσει κανείς μια ζωή σε 2 ώρες. Προτιμώ ταινίες που επιλέγουν και μένουν σε μια φάση ή περίοδο της ζωής τους. Μπορείς να καταλάβεις πιο πολλά. Συμπληρωματικά θα πρότεινα τη ταινία του Robert Altman «Vincent and Theo» αν κάποιος θα ήθελε να δει και άλλη ταινία για την ζωή του. Το εύρημα της πλοκής Loving Vincent δουλεύει, διότι οι θεατές μαζί με τον Armand Roulin ανακαλύπτουν πτυχές της ζωής του ζωγράφου, που κάποιες φορές μπορεί να είναι και ανακριβές γιατί ακούει πολλές απόψεις από άτομα που συναναστράφηκαν με τον Βαν Γκογκ κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ο καθένας βγάζει το συμπέρασμά του.
Ετοιμάζετε κάτι για το μέλλον;
Ναι, είμαστε σε διαδικασία μεταπαραγωγής για τη 2η ταινία του Βαρδή Μαρινάκη «Ζίζοτεκ» που θα βγεί στις αίθουσες το 2019, και προετοιμάζουμε την πρώτη ταινία της Αρασέλης Λαιμού «Αγία Έμυ». ΄Όσο για μια ταινία animation ελληνική θα το ήθελα πολύ – ειδικά stop motion puppet animation, αλλά πρέπει να βρεθεί το κατάλληλο πρότζεκτ, και οι κατάλληλοι συνεργάτες. Είναι κάτι που θα το ήθελα πολύ να το καταφέρουμε.
Τρεις λέξεις που θα ομόρφαιναν τον κόσμο.
ΛΟΓΙΚΗ – ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ – ΑΦΟΣΙΩΣΗ
Μια ευχή για τους Animartists.
Να συνεχίζετε να μιλάτε για τον Πολιτισμό και Τέχνη μέσα από την οπτική σας, όλες οι τέχνες και επιστήμες αλληλοενώνονται και η συνεργασία μεταξύ όλων μας θα αποφέρει την επιτυχία και ένα καλύτερο μέλλον.
Ευχαριστούμε πολύ κ. Βασίλαρε!