Κείμενο: Μανώλης Νικόλτσιος
Δικηγόρος
Επιμέλεια: Χαρούλα Ξανθοπούλου
Φιλόλογος
Ιστορίες μιας σελίδας. Σελίδα 35
Από εκείνο το πρωί δεν είχε πάρει πρωινό στο κρεβάτι.
Κι αν είχε χρόνο αυτός έφτανε ίσα ίσα να πατήσει το κουμπί του βραστήρα και έπειτα να ανακατέψει μια κουταλιά σκόνη στιγμιαίου καφέ για να τον πιει στο πόδι.
Ποτέ ξανά πρωινό στο κρεβάτι, ποτέ καφές για δύο στην καφετιέρα.
Τέλειωσαν και τα γαλατάκια, οι μερίδες. Τον τελευταίο καφέ έτυχε να τον θέλουνε κι οι δύο τους με πολύ γάλα. Κι όπως παράτησε στο νεροχύτη τις κούπες, δίπλα στο άδειο τάπερ που φύλαγε τα’ αλλαντικά, έτσι έμειναν άπλυτες. Μαζί με τις επόμενες, που μέρα με τη μέρα συγκεντώθηκαν. Μέχρι τη στιγμή που βγήκαν και οι χριστουγεννιάτικες, εκείνες που ‘ταν στο ντουλάπι μέσα μέσα.
Κατάλαβε πως δεν μπορούσε πια να το τρενάρει. Και μέσα στις κούπες, εκείνες με τον καφέ τον «λάτε» βρήκε τη μούχλα που ‘χε αφήσει το γάλα. Δεν είχε ξαναδεί μωβ μούχλα. Σκέφτηκε πως κάτι ωραίο του ‘χε μείνει τουλάχιστον, έβαλε AVA στο σφουγγάρι και τις έπλυνε.