Άρθρο: Γεωργία Κιζιρίδου,
Εξελικτική – Σχολική Ψυχολόγος, MSc

Επιμέλεια: Μαρία Σουρτζή,
Φιλόλογος


«Εκείνος είναι χαμηλών τόνων και δεν του αρέσει να μιλάει πολύ. Εκείνη μιλάει πολύ και γρήγορα. Εκείνος προτιμά να περνά τον ελεύθερό του χρόνο μόνος του ή με λίγα άτομα. Εκείνη είναι δημοφιλής και έχει πολλές παρέες. Εκείνος όταν θυμώνει ή στενοχωριέται, αποτραβιέται και αναλύει μόνος του τις σκέψεις του. Εκείνη όταν νιώθει παρόμοια συναισθήματα, επιθυμεί να τα συζητάει ανοιχτά και να λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των άλλων. Τι συμβαίνει όταν εκείνος και εκείνη συναντηθούν κάποια στιγμή στη ζωή τους και νιώσουν έλξη ο ένας για τον άλλο;»

Στην πραγματικότητα το ερώτημα είναι αν δύο άνθρωποι, με αλλιώτικο τρόπο έκφρασης και διαφορετική στάση ζωής, μπορούν να συνυπάρξουν σε μια διαπροσωπική σχέση. Αρκετές φορές έχει αναδυθεί η απορία, αν τα ετερώνυμα έλκονται ή απωθούνται, κι αν μια σχέση με διαφορετικούς ανθρώπους -τουλάχιστον φαινομενικά-  μπορεί να αντέξει στο χρόνο.

Υπάρχει όντως πιθανότητα να νιώσει κάποιος έλξη για ένα άτομο που δε μοιάζει με τον ίδιο, ακριβώς γιατί υπάρχει αρχικά η ανάγκη για εξερεύνηση του αγνώστου. Η διαφορετικότητα μπορεί αρχικά να αποτελέσει αφροδισιακό ερέθισμα, διότι πολλοί άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να βιώνουν νέες εμπειρίες που ενδεχομένως να λειτουργούν συμπληρωματικά σε σχέση με τη δική τους προσωπικότητα. Τι γίνεται όμως στην πορεία όταν η στιγμιαία έλξη και παρόρμηση για το ετερώνυμο μεταλλαχθεί σε μια ανάγκη για πιο σταθερή σχέση;

Στο παράδειγμα που παρουσιάστηκε στην ουσία περιγράφονται δύο άνθρωποι με διαφορετικά στοιχεία προσωπικότητας. Ο άντρας είναι εσωστρεφής και η γυναίκα είναι εξωστρεφής. Σε πρώτη φάση μπορεί να μοιάζει γοητευτική πρόκληση η κατάκτηση ενός άγνωστου στόχου. Με το πέρας του χρόνου όμως αναδύονται και αναδεικνύονται οι διαφορές στον τρόπο αντίληψης, και κατ’ επέκταση, αντίδρασης στα καθημερινά βιώματα. Στις στενές προσωπικές επαφές το πρώτο στάδιο του έρωτα και του ενθουσιασμού αντικαθίσταται από ένα διάστημα εκλογίκευσης της σχέσης. Συνήθως οι διαφορές που έμοιαζαν γοητευτικές, μπορεί να γίνουν η αιτία για τριβές και συγκρούσεις. Αν δεν υπάρξει κατανόηση και αποδοχή του άλλου, τότε το πιο πιθανό είναι η σχέση να φθαρεί και να λήξει.

Το ουσιαστικότερο ζήτημα είναι να αναρωτηθούν οι σύντροφοι μεταξύ τους, αν ενδιαφέρονται για μια από κοινού πορεία ζωής, με κοινές αξίες παρά τις διαφορές τους. Σε περίπτωση που πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή, το εσωστρεφές άτομο μπορεί να λειτουργήσει ως η ήρεμη δύναμη στη σχέση που προσφέρει ασφάλεια, ενώ το εξωστρεφές άτομο μπορεί να προσφέρει ανανέωση. Επομένως, δεν πρόκειται για αγεφύρωτες διαφορές, εφόσον δε γίνεται προσπάθεια από καμία πλευρά για άσκηση ελέγχου προς τον άλλο, άρα και για συναισθηματικό ευνουχισμό της προσωπικότητας του άλλου. Με λίγα λόγια, οι διαφορές μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά κι όχι απαραίτητα συγκρουσιακά και ανταγωνιστικά, αν ο στόχος και των δύο πλευρών είναι να διατηρηθεί μια σχέση χωρίς καταπίεση και ακραίους συμβιβασμούς.

Επομένως σε μια σχέση ετερωνύμων, αν η διαφορετικότητα δεν υπερισχύει της επικοινωνίας, του σεβασμού και της εμπιστοσύνης, μπορεί η σχέση εντέλει να λειτουργήσει σε βάθος χρόνου. Εξάλλου, κάθε σχέση είναι μοναδική και ο έρωτας ενέχει το ρίσκο. Το τελικό ερώτημα είναι αν νιώσεις έλξη για κάποιον ετερώνυμο, είσαι σε θέση να πάρεις την ευθύνη για να ζήσεις έναν έρωτα με ένα άτομο που δε σου μοιάζει;

Εμπειρικά και κλινικά μιλώντας, δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές, υπάρχουν μόνο άνθρωποι που επιθυμούν να προσπαθήσουν, κι άλλοι που δεν επιθυμούν να βγουν από τη ζώνη της ασφάλειάς τους.

 


Προτεινόμενη βιβλιογραφία:

McCullers, C. (2008). Η μπαλάντα του λυπημένου καφενείου. Μτφρ. Μ. Κουμανταρέα. Αθήνα: Κέδρος.