Άρθρο: Φίλιππος Ιωάννου
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής


ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Η πρώτη άνθιση της γλώσσας χρονολογείται γύρω στα δύο πρώτα χρόνια του παιδιού και είναι το βασικότερο συστατικό της βιο-κοινωνικο-συμπεριφορικής αλλαγής που το χωρίζει από τη βρεφική στην τη νηπιακή ηλικία. Ωστόσο, η ανάπτυξη της γλώσσας είναι αδύνατον ναολοκληρωθεί στα δυόμιση χρόνια.

Στην περίοδο μεταξύ δύο και έξι ετών, η νοητική και κοινωνική ζωή των παιδιών μετασχηματίζεται εντελώς χάρη στην εκρηκτική ανάπτυξη της ικανότητάς τους να κατανοούν και να χρησιμοποιούν τη γλώσσα. Υπολογίζεται ότι στην διάρκεια αυτής της περιόδου τα παιδιά μαθαίνουν αρκετές λέξεις κάθε μέρα και ότι ως την ηλικία των έξι ετών το λεξιλόγιό τους περιλαμβάνει οκτώ εώς δεκατέσσερις χιλιάδες λέξεις (Anglin, 1983; Tremplin, 1957). Μπορούν πλέον να καταλάβουν λεκτικές οδηγίες (π.χ. “πήγαινε να πλύνεις τα χέρια σου”) ή ακόμα και να φλυαρούν ενθουσιασμένα για τον παλιάτσο που είδαν στο τσίρκο. Αν και θα συνεχίσουν να αποκτούν λεπτότερες γλωσσικές αποχρώσεις κι ένα πιο εκτεταμένο λεξιλόγιο, τα παιδιά των έξι ετών χρησιμοποιούν τη γλώσσα. Άλλωστε, χωρίς αυτό το επίτευγμα, δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στις νέες γνωστικές απαιτήσεις και στις κοινωνικές ευθύνες που θα τους αναθέσει σε λίγα χρόνια η κοινωνία.

 

ΠΡΟΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Τα παιδία έρχονται στον κόσμο μας με τη γενετική προδιάθεση να ασχοληθούν με τη γλώσσα και να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους γύρω τους. Από τη γέννησή τους, δείχνουν μια προτίμηση για τη γλώσσα έναντι άλλων ειδών ήχου και είναι ικανά να διαφοροποιήσουν τις βασικές κατηγορίες ήχων ή φωνημάτων που χαρακτηρίζουν όλες τις γλώσσες του κόσμου. Λίγες μέρες μετά τη γέννηση τους μπορούν να διακρίνουν τους ήχους της μητρικής τους γλώσσας από τους ήχους μίας ξένης γλώσσας. Πολύ πριν μπορέσουν να μιλήσουν κατανοητά, έχουν περιορίσει το φάσμα των ήχων που μπορούν να αναγνωρίσουν στις ηχητικές κατηγορίες που ακούν γύρω τους. Οι δυνατότητες επικοινωνίας των νεογέννητων αρχικά περιορίζονται σε μια μικρή σειρά εκφράσεων του προσώπου και το κλάμα. Πιο συγκεκριμένα, γύρω στους δυόμιση μήνες η δυνατότητα επικοινωνίας των βρεφών ενισχύεται με το κοινωνικό χαμόγελο. Το ηχητικό τους “ρεπερτόριο” διευρύνεται και περιλαμβάνει τους λαρυγγικούς ήχους, οι οποίοι στη συνέχεια αντικαθίστανται απο το βάβισμα και μετά απο ακατάληπτες λέξεις με ιδιότυπο νόημα. Είναι σημαντικό να αναφερθειίπως κάθε μια από αυτές τις αλλαγές φέρνει το βρέφος πιο κοντά στην παραγωγή αναγνωρίσιμων λέξεων.

Παράλληλα με την ανάπτυξη της ικανότητας να διακρίνουν και να παράγουν γλωσσικά σήματα, τα βρέφη αρχίζουν επίσης να είναι πιο επιδέξια στη συναλλαγή τους με τους ανθρώπους και τα αντικείμενα γύρω τους. Κατά τη γέννηση, οι αδύνατοι μυς τους και η περιορισμένη τους όραση δυσκολεύουν και τις πιο στοιχειώδεις λειτουργίες, όπως ο θηλασμός ή η εξέταση ενός αντικειμένου με συντονισμένο τρόπο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες με την σημαντική υποστήριξη των γονιών αυτές οι λειτουργίες γίνονται μέρος της καθημερινής ρουτίνας που δομεί τις περιορισμένες εμπειρίες του βρέφους. Η πρωτογενής διυποκειμενικότητα, η ικανότητα να εναρμονίσουν τη συμπεριφορά τους με εκείνη ενός άλλου προσώπου και να μοιραστούν εμπειρίες σε μία άμεση, πρόσωπο με πρόσωπο, συναλλαγή, εμφανίζεται γύρω στην ηλικία των τριών μηνών. Είναι εμφανής στους ατελείωτους χαιρετισμούς και χαμόγελα που ανταλάσσουν οι μητέρες με τα βρέφη προς μεγάλη ευχαρίστηση και των δύο.

Γύρω στους εννέα μήνες τα βρέφη αποκτούν τη δυνατότητα να μοιράζονται νοητικές καταστάσεις με ένα άλλο άτομο, μία ικανότητα που αποκαλείται δευτερογενής διυποκειμενικότητα. Η δευτερογενής διυποκειμενικότητα είναι ένας σημαντικός πρόδρομος της απόκτησης της γλώσσας όταν τα βρέφη και εκείνοι που τα φροντίζουν ανταλλάσσουν σήματα, μοιράζονται τη γνώση για αντικείμενα και γεγονότα που συγκεντρώνουν την κοινή τους προσοχή (Tomasello, 1992).

Μεταξύ εννέα και δώδεκα μηνών, τα βρέφη αρχίζουν να δείχνουν αντικείμενα (Bruner, 1983; Franco & Butterworth, 1991). Το δείξιμο είναι καθαρά μία πρωτόγονη πράξη επικοινωνίας, που στοχεύει να δημιουργήσει ένα κοινό επίκεντρο προσοχής. Όταν ένα βρέφος δώδεκα μηνών βλέπει ένα τηλεκατευθυνόμενο αυτοκινητάκι να περνά από μπροστά του, πρώτα το δείχνει και μετά κοιτάζει να δει πως αντιδρά η μητέρα του (κοινωνική αναφορά).

Στους δεκαοκτώ μήνες το δείξιμο γίνεται μία πιο σύνθετη λειτουργία της επικοινωνίας. Σ’αυτό το στάδιο τα παιδιά είναι πιθανότερο να κοιτάξουν πρώτα τη μητέρα για να δουν αν εκείνη κοιτάζει το αυτοκίνητο και μετά να της το δείξουν. Αν τα βρέφη της ίδιας ηλικίας είναι μόνα στο δωμάτιο, όταν εμφανίζεται το ηλεκτρονικό αυτοκινητάκι, έχει παρατηρηθεί πως δεν το δείχνουν εως ότου επιστρέψει ο ενήλικας, αποδεικνύοντας καθαρά ότι το δείξιμο έχει σκοπό και στοχεύει στην επικοινωνία με ένα άλλο πρόσωπο.

Στη διάρκεια του δεύτερου χρόνου της ζωής το “ρεπερτόριο” του παιδιού αυξάνεται με αργό ρυθμό στην αρχή, ο οποίος επιταχύνεται αργότερα. Καθώς συμβαίνει αυτό, τα παιδιά αποκτούν μεγαλύτερη δυνατότητα να κατανοούν και να παράγουν πιο σύνθετες προτάσεις.

 

ΣΤΑΔΙΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Έως 12 μηνών:

  • Το μωρό αντιδρά στους ήχους
  • Κάνει βλεμματική επαφή.
  • Αναγνωρίζει τη φωνή της μητέρας του.
  • Χαμογελά όταν του μιλάτε.
  • Ανταποκρίνεται στο όνομά του.
  • Γυρίζει το κεφάλι του προς την πηγή των ήχων.
  • Διαθέτει κάποιο βασικό λεξιλόγιο.

Έως 2 χρονών:

  • Το λεξιλόγιό του διαθέτει 20-50 λέξεις.
  • Υπακούει σε απλές εντολές.
  • Χρησιμοποιεί δύο λέξεις για να σχηματίσει φράσεις.
  • Χρησιμοποιεί συμβολικά διάφορα παιχνίδια (π.χ τάισμα μωρού κ.α).

Έως 3 χρονών:

  • Κάνει και απαντάει σε ερωτήσεις.
  • Κάνει απλές προτάσεις.
  • Μπορεί να παρακολουθήσει ένα διάλογο.
  • Του αρέσουν τα παραμύθια και τα παρακολουθεί με ευκολία.

Έως 4 χρονών:

  • Απαντάει σε όλα τα είδη ερωτήσεων.
  • Γίνεται κατανοητό και από ανθρώπους που δεν γνωρίζει.
  • Η ομιλία του πλησιάζει περισσότερο σε αυτή των ενηλίκων όσον αφορά τη γραμματική και το συντακτικό.
  • Διηγείται τις εμπειρίες του.
  • Είναι γεγονός ότι κάθε παιδί είναι διαφορετικό και γι’ αυτό μπορεί να υπάρξει κάποια διακύμανση σχετικά με το χρόνο που κατακτά κάποια δεξιότητα, ωστόσο ο μέσος όρος σημαίνει κάτι και ειδικά αν έχει περάσει εξάμηνο και το παιδί δεν παρουσιάζει πρόοδο, τότε θα πρέπει να υπάρξει προβληματισμός.

 

ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Η γλώσσα, η συστημική και οργανωμένη διάταξη των συμβόλων, προσφέρει τη βάση για το παιδί ώστε να επικοινωνίσει με άλλα πρόσωπα. Όμως δεν κάνει μόνο αυτό: Είναι στενά συνδεδεμένη με τον τρόπο που το παιδί σκέφτεται και κατανοεί τον κόσμο. Του επιτρέπει να στοχάζεται για τα άτομα και τα αντικείμενα στο περιβάλλον του και να διαβιβάζει τις σκέψεις του στους άλλους.

Η γλώσσα έχει πολλά τυπικά χαρακτηριστικά, που το βρέφος πρέπει να κατακτήσει καθώς προχωρεί η γλωσσική του ανάπτυξη. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι:

Η Φωνολογία: Η φωνολογία αναφέρεται στους βασικούς ήχους της γλώσσας, τα φωνήεντα, που συνδυάζονται μεταξύ τους και παράγουν λέξεις και προτάσεις. Για παράδειγμα, στην ελληνική γλώσσα, στις λέξεις “λάθος”, “πάθος” και “βάθος” ο συνδυασμός του γράμματος “λ”, “π” και “β” με άλλα ίδια γράμματα μεταβάλλει, αντίστοιχα, το νόημα των τριών λέξεων. Ο αριθμός των φωνημάτων σε κάθε γλώσσα είναι διαφορετικός. Ορισμένες γλώσσες μάλιστα έχουν μέχρι και δεκαπέντε φωνήματα, ενώ άλλες έχουν μέχρι και ογδόνταπέντε (Akmajian, Demers, & Harnish, 1984).

Τα Μορφήματα: Το μόρφημα είναι η μικρότερη γλωσσική μονάδα με δική της εννοιολογική υπόσταση. Ορισμένα μορφήματα είναι ολόκληρες λέξεις, ενώ άλλα προσθέτουν πληροφορίες, απαραίτητες για την ερμηνεία μιας λέξης, όπως οι καταλήξεις “-ος”, “-η” και “-ο”, που προκαθορίζουν το γένος.

Η Σημασιολογία: Σημασιολογία είναι οι κανόνες που διέπουν την έννοια των λέξεων και των προτάσεων. Καθώς αναπτύσσεται η γνώση της σημασιολογίας στο παιδί, αυτό γίνεται όλο και πιο ικανό να κατανοήσει τη λεπτή διαφορά ανάμεσα στις προτάσεις, (π.χ. “Ο Γεώργιος χτύπησε από την μπάλα”, που είναι η απάντηση στην ερώτηση “Γιατί ο Γεώργιος δε θέλει να παίξει ποδόσφαιρο?” και “Η μπάλα χτύπησε τον Γεώργιο”, που χρησιοποιείται για την περιγραφή μιας τρέχουσας κατάστασης).

Στη μελέτη της ανάπτυξης της γλώσσας πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στη γλωσσική κατανόηση, δηλαδή την κατανόηση του λόγου και τη γλωσσική παραγωγή, δηλαδή τη χρήση της γλώσσας για επικοινωνία. Η σχέση μεταξύ των δύο διέπεται από μία αρχή: Η κατανόηση προηγείται της παραγωγής. Στην πρώτη υπάγονται οι δραστηριότητες με τις οποίες το παιδί δέχεται ακουστικά σήματα και οφείλει να απαντήσει. Αυτές οι δραστηριότητες ξεκινούν από την απλή αναπήδηση (π.χ. όταν ένας δυνατός θόρυβος ξαφνιάζει το παιδί) ως την υπακοή σε προφορικές οδηγίες. Ένα παιδί ηλικίας δεκαωκτό μηνών μπορεί να κατανοεί πολύπλοκες οδηγίες που του δίνονται από έναν ενήλικα (π.χ. “πάρε το μαξιλάρι και βάλτο στην καρέκλα για να κάτσεις πάνω του”), όμως είναι πιθανό να μην κατορθώσει να βάλει στη σειρά λέξεις όταν θελήσει να μιλήσει.

Επίσης, σε όλη τη βρεφική ηλικία ο ρυθμός ανάπτυξης της κατανόησης του λόγου είναι ταχύτερος απο τον ρυθμό ανάπτυξης της γλωσσικής παραγωγής. Για παράδειγμα, στη βρεφική ηλικία, απο τη στιγμή της έναρξης της ομιλίας, η κατανόηση διευρύνεται κατά εικοσιδύο νέες λέξεις τον μήνα, ενώ η παραγωγή κατά εννέα νέες λέξεις (Benedict, 1979; Tincoff & Jusczyk, 1999; Rescorla, Alley & Christine, 2001).

 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΣΕΩΝ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΕΞΙΟΤΙΤΕΣ

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως η κατανόηση της γλώσσας στηρίζεται αποκλειστικά σε ακουστικά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα τα έργα στα οποία θα αναφέρουμε παρακάτω να μην ταιριάζουν σε βαρύκοα παιδιά. Εντούτοις, πρέπει να λάβουμε υπόψην την πολλή μεγάλη δυσκολία διάγνωσης προβληματικής ακοής σε καθυστερημένα διανοητικά παιδιά, διότι τα παιδιά που υποθέτουμε πως είναι κωφά μπορεί να μην αντιδρούν για πολλούς άλλους λόγους από αυτούς της βαρηκοΐας. Γι’αυτό, προτείνουμε να περιλάβουμε αυτά τα έργα στο πρόγραμμα σπουδών μέχρις ώτου έχουμε τη βεβαιότητα ότι το παιδί είναι πράγματι κωφό.

Η ανάπτυξη της ικανότητας να κατανοεί το παιδί την ομιλία είναι εξαιρετικά σημαντική για κάθε διαδικασία μάθησης. Αν το παιδί μπορεί να είναι προσεκτικό στις προφορικές οδηγίες, να τις εσωτερικεύσει και να τις μάθει, όλες οι μαθήσεις θα διευκολυνθούν. Επομένως, η εξάσκηση στην κατανόηση της γλώσσας πρέπει να υπάρχει σε κάθε πρόγραμμα σπουδών.

Η σειρά των έργων που παρουσιάζονται παρακάτω μπορεί ν’αρχίσει με τα πολύ μικρά παιδιά και να συνεχιστεί μέχρι τη σχολική ηλικία. Τα παιδιά αρχίζουν να παράγουν ήχους με το στόμα τους απ’τον πρώτο μήνα της ζωής τους. Η κατοπινή ανάπτυξη της γλώσσας εξαρτάται εν μέρει απ’αυτούς τους πρώτους ήχους. Τα παιδιά που ενθαρρύνουμε να συνεχίσουν και που τα ανταμείβουμε από πολύ νωρίς μπορούν ν’ αναπτύξουν πολύ νωρίς ικανότητες αυτού του τομέα. Μπορούμε, για παράδειγμα, να μετατρέψουμε σε λέξη έναν ήχο που παράγει το παιδί και ο οποίος δεν έχει κανένα νόημα. Ο ενήλικας προσφέρει μια λέξη ξεκινώντας απ’τον ήχο ή το θόρυβο που παράγει το παίδι, που με τη σείρα του θα μιμηθεί τον ενήλικα. Ο ρόλος της μίμησης στη μάθηση της ομιλίας είναι μείζωνος σημασίας και γι’αυτό η μίμηση είναι σημαντικό να συνοδεύει όλα τα έργα της ομιλίας.

Ο γενικός στόχος των ασκήσεων της ομιλίας, ένας στόχος μακροπρόθεσμος, πρέπει να ομολογήσουμε πως είναι να επιτρέψει στο παιδί να συμμετέχει πραγματικά σε μια λεκτική συναλλαγή. Το παιδί πρέπει να είναι ικανό να καταλάβει ό,τι λέγεται και να δίνει να καταλάβουν οι άλλοι τι θέλει να πει το ίδιο. Αν αντιληφθούμε οτι ένα παιδί υποφέρει από μια φυσική αναπηρία που εμποδίζει την παραγωγή μιας κατανοητής ομιλίας, είναι απαραίτητο οι γονείς του να συμβουλευτούν ένα λογοπαιδαγωγό. Παρά  ταύτα, γονείς και δάσκαλοι μπορούν συχνά ν’αυξήσουν την ποιότητα της γλώσσας ζητώντας απ’το παιδί να προφέρει καλύτερα. Συχνά. όταν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί καταλαβαίνουν αυτό που λέει το παιδί παρά το γεγονός ότι το λέει άσχημα, απαντούν χωρίς να απαιτούν μια καλύτερη έκφραση. Το παιδί βλέπει ότι γίνεται αντιληπτό και συμπεραίνει ότι το έκανε σωστά. Αν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί αποκτήσουν τη συνήθεια να προφέρουν καθαρά τα λόγια τους και απαιτούν από το παιδί να επαναλαμβάνει καθαρά, δε θα κάνουν για πολύ τον κόπο να προσπαθούν να βελτιώσουν την ποιότητα της ομιλίας του παιδιού. Πρέπει, εντούτοις, να αποφύγουμε να το πιέσουμε πολύ, σε σημείο που να του αφαιρέσουμε την ευχαρίστηση να εκφράζεται. Θα ευνοήσουμε επίσης την παραγωγή μιας σωστής ομιλίας, απαιτώντας όσο είναι δυνατόν μια προφορική έκφραση παρά κινήσεις, στην αναζήτηση μέσων επικοινωνίας. Όταν το παιδί μπορεί να έχει με τις κινήσεις ό,τι επιθυμεί, δε θα έχει λόγο να κάνει προσπάθεια να μάθει να μιλά.

Τέλος, κλείνοντας την εργασία μου πάνω στην ανάπτυξη της ομιλίας των παιδιών, θα παραθέσω κάποια εργοθεραπευτικά παραδείγματα που σημείωσα ως παρατηρητής κατά τη διάρκεια των συνεδριών της εργοθεραπεύτριας/ δραματοθεραπεύτριας κ. Αγγελικής Φωτεινού με ένα παιδί με αναπτυξιακή διαταραχή που είχα την τύχη να παρακολουθώ.

 

Παράδειγμα 1.

Στόχος: Το παιδί αντιδρά σωστά στην οδηγία “Δώσε μου το…”

Έργο: Η κα Φωτεινού δίνει στο παιδί μια μπάλα. Περιμένει λίγο και του λέει: “Μ. δώσε μου την μπάλα” και συγχρόνως του απλώνει το χέρι της. Αν ο Μ. δώσει την μπάλα, τον ανταμείβει. Αν δεν προσπαθήσει να τη δώσει, τότε του επαναλαμβάνει τη πρόταση και συγχρόνως του τραβάει το χέρι προς το μέρος της παίρνοντάς του την μπάλα, ανταμείβοντάς τον.

 

Παράδειγμα 2.

Στόχος: Το παιδί αντιδρά σωστά στην οδηγία κάθισε.

Έργο: Ο Μ. στέκεται όρθιος κοντά στην καρέκλα. Η κα Φωτεινού του λέει “Μ. , κάθισε”. Αν το κάνει τότε εκείνη τον ανταμείβει. Αν όχι, τότε τον κάνει να καθίσει βάζοντας τα χέρια της στους ώμους του και τον ανταμείβει. Όταν εκείνος μαθαίνει να υπακούει σε αυτή την οδηγία χωρίς βοήθεια, τότε εκείνη του δίνει πιο σύνθετες οδηγίες, όπως “ Πάρε το μαξιλάρι σου, βάλτο πάνω την καρέκλα και κάτσε πάνω του”, ανταμείβοντάς του την κάθε του προσπάθεια.

 

Παράδειγμα 3.

Στόχος: Το παιδί ξεχωρίζει δύο διαφορετικά αντικείμενα και δίνει αυτό που του ζητάται.

Έργο: Η κα Φωτεινού βάζει δύο φρούτα, ένα μήλο κι ένα πορτοκάλι πάνω στο τραπέζιμπροστά στο Μ. , τα οποία του τα ‘χει κάνει ήδη γνωστά στις προηγούμενες συναντήσεις. Του δείχνει ξανά το κάθε αντικέιμενο ονομάζοντάς του το και στη συνέχεια του λέει “ Μ. δώσε μου το μήλο” ανταμείβοντάς του τη σωστή απάντηση. Αν ο Μ. μπερδευτεί, τότε του λέει “ Όχι αυτό, το μήλο”, δείχνοντάς του το. Ξαναρχίζει να ανταμείβει το παιδί εάν επιτύχει. Αν όχι σηκώνει το δεύτερο αντικείμενο από το τραπέζι και επαναλαμβάνει την αίτηση. Όταν ο Μ. επιτυγχάνει ξαναβάζει στη θέση του το δεύτερο αντικείμενο και ξανακάνει την άσκηση. Κάνει την άσκηση με πολλά αντικέιμενα.

 

Παράδειγμα 4.

Στόχος: Το παιδί διαλέγει ανάμεσα σε πολλά παρόμοια αντικείμενα και ακολουθεί σωστά την οδηγία: “Δώσε μου…”

Έργο: Η κα Φωτεινού δίνει στο Μ. ένα ξύλινο παζλ που απεικονίζει μια φάρμα με μεγάλα κομμάτια που βγαίνουν έξω. Του βγάζει την αγελάδα, το τρακτέρ και το σπίτι λέγοντάς του “ Μ. δώσε μου το τρακτέρ”. Αν εκείνος υπακούσει, τότε εκείνη τον ανταμείβει. Αν όχι τότε του δείχνει το τρακτέρ με το δάχτυλό της και του λέει “ Όχι, αυτό είναι το τρακτέρ”. Μετά ξανααρχίζει από την πρώτη οδηγία.


Βιβλιογραφία

AKMAJIAN, A., DEMERS, R. A., & HARNISH, R. M. (1984). Linguistics. Cambridge, MA: MIT Press.

ANGLIN, J. M. (1983). Extensional aspects of the preschool child’s word concepts. In T. SEILER & W. WANNENMACHER (Eds.), Concept development in the development of word meanings. New York: Springer-Verlag.

BENEDICT, H. (1979). Early lexical development: Comprehension and production. Journal of Child Language, 6, 183-200.

BRUNER, J. S. (1983). Child’s talk. New York: W. W. Norton.

COLE, M., & COLE. S. R. (1989). The Development of Children, 46-110.

FELDMAN, R. S. (2008). Development Across the Life Span, 297-301.

JOHNSON, B., & VERNER, R. (1975). A Step-by-Step Learning Guide for Retarded Infants and Children, Syracuse University Press. New York, 137-159.

RESCORLA, L., ALLEY, A., & CHRISTINE, J. (2001). Word frequencies in toddlers’ lexicons. Journal of Speech, Language, & Hearing Research, 44, 598-609.

TINCOFF, R. & JUSCZYK, P. W. (1999). Some beginnings of word comprehension in 6-month-olds. Phycological Science, 10, 172-175.

TOMASELLO, M. (1992). The role of joint attention in early language development. Language Sciences, 11, 69-88.

ΣΑΜΑΡΤΖΗ, Σ. (1995). Εισαγωγή στις Γνωστικές Λειτουργίες, 78-95.

ΔΙΑΔΙΚΤΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

http://el.wikipedia.org/wiki/Λογοθεραπεία

http://fr.wikipedia.org/wiki/Acquisition_du_langage

http://www.chu-sainte-justine.org/documents/Pro/Reperesdeveloppementaux.pdf

http://naitreetgrandir.com/fr/etape/1_3_ans/langage/fiche.aspx?doc=ik-naitre-grandir-developpement-langage-parole-enfant-1-3-ans