Ευαγγελία (Λίνα) Παπαγγελή
Φοιτήτρια Προσωποκεντρικής Συμβουλευτικής και Ψυχοθεραπείας
Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η σύγκριση και η αντιπαραβολή του ιατρικού μοντέλου με το ανθρωπιστικό μοντέλο όσο αφορά στην αντιμετώπιση της ψυχικής διαταραχής. Σε αυτό το πλαίσιο, θα εξεταστεί κατά πόσο οι έξι θεραπευτικές συνθήκες της προσωποκεντρικής προσέγγισης κρίνονται πραγματικά αναγκαίες και ικανές συνθήκες για την αποτελεσματική θεραπεία της ψυχικής διαταραχής και κατά πόσο τα εν λόγω δύο μοντέλα μπορούν να αλληλεπιδράσουν, να συνυπάρξουν, να συμπληρώσουν και να βοηθήσουν το ένα το άλλο.
Ιατρικό vs. προσωποκεντρικό μοντέλο στην αντιμετώπιση της ψυχικής διαταραχής
- Πώς ορίζεται η ψυχική διαταραχή
Ως Ψυχική Υγεία έχει οριστεί μία κατάσταση ευημερίας στην οποία το άτομο συνειδητοποιεί τις ικανότητες του, μπορεί να διαχειριστεί το φυσιολογικό στρες της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και αποδοτικά και μπορεί να συνεισφέρει στην κοινωνία (Mezzich, Botbol, Christodoulou, Cloninger, & Salloum, 2016).
Hέννοια της «Ψυχικής Διαταραχής» είναι ευρύτερη και εξαρτάται από το ποιός την ορίζει, ήτοι οι εκπρόσωποι του ιατρικού μοντέλου (π.χ. ψυχίατροι και γενικά επαγγελματίες που ασπάζονται το ιατρικό μοντέλο) ή εκπρόσωποι του ανθρωπιστικού μοντέλου (π.χ. προσωποκεντρικοί θεραπευτές, ολιστικοί θεραπευτές, κλπ).
Σύμφωνα με το ιατρικό μοντέλο, ως ψυχική διαταραχή έχει θεωρηθεί ένα νευρολογικό ελάττωμα, το οποίο ευθύνεται για διαταραχή στην σκέψη και στην συμπεριφορά και το οποίο απαιτεί ιατρική θεραπεία και φροντίδα (Carson, Butcher, & Mineka, 1996). Το ιατρικό μοντέλο (η ψυχιατρική) αποδίδει την ψυχική διαταραχή σε παράγοντες κληρονομικούς, βιο-χημικούς καθώς και σε παράγοντες που οφείλονται στο περιβάλλον κατά τα πρώτα στάδιο της ζωής ενός ατόμου.
Ο Carl Rogers, ιδρυτής της προσωποκεντρικής προσέγγισης (μιας μη παρεμβατικής, φαινομενολογικής και ανθρωπιστικής προσέγγισης), θεωρεί ότι η ψυχική διαταραχή ή δυσπροσαρμογή δημιουργείται στην περίπτωση κατά την οποία ο οργανισμός αρνείται να συνειδητοποιήσει σημαντικές εμπειρίες, οι οποίες κατά συνέπεια δεν αποτελούν μέρος της αυτοεικόνας του ατόμου, δημιουργώντας ως εκ τούτου ψυχολογική ένταση ή ασυμφωνία (Rogers, 1951).
- Σύγκριση και αντιπαραβολή του ιατρικού μοντέλου και του προσωποκεντρικού μοντέλου στην αντιμετώπιση της ψυχικής διαταραχής
Από την ως άνω αναφορά σε διαφορετικούς ορισμούς και αιτιολογήσεις της ψυχικής διαταραχής, καθίσταται εκ προοιμίου σαφής η διαφορετική προσέγγιση της ψυχικής διαταραχής από τα δύο μοντέλα. Πιο συγκεκριμένα:
α. Το ιατρικό μοντέλο
Στον δυτικό κόσμο, το ιατρικό μοντέλο κυριαρχεί εδώ και χρόνια στην θεραπεία ατόμων που θεωρούνται ψυχικά διαταραγμένοι και υποφέρουν από ψυχική ή συναισθηματική διαταραχή (Wilkins, 2005). Σύμφωνα με το εν λόγω μοντέλο, η ψυχική διαταραχή αντιμετωπίζεται κατ’αναλογία με την σωματική ασθένεια. Οι ψυχίατροι και λοιποί επαγγελματίες προσπαθούν να εξηγήσουν την επιμέρους ψυχική διαταραχή, με σκοπό να την κατηγοριοποιήσουν (με την βοήθεια διάφορων εγχειριδίων όπως του DSM) και να προσδιορίσουν την κατάλληλη θεραπεία (Joseph & Worsley, 2005). Ως εκ τούτου, κατά το ιατρικό μοντέλο, το άτομο που υποφέρει από ψυχική διαταραχή θεωρείται «ασθενής», η ψυχική διαταραχή θεωρείται «ασθένεια», η οποία οφείλει να διαγνωσθεί, ώστε να επιλεγεί η κατάλληλη για αυτήν, θεραπεία (Sanders, 2005).
Απώτερος σκοπός του ιατρικού μοντέλου είναι να επαναφέρει το άτομο στην πρότερη κατάσταση «ευημερίας» ή σε μια κατάσταση ευημερίας του μέσου όρου των ανθρώπων (Sanders, 2005), μέσω της χορήγησης φαρμακευτικής αγωγής, η οποία θα παρέμβει στο οργανισμό και την βιολογία του ασθενή, προσπαθώντας να μειώσει ή να εξαφανίσει τα ανεπιθύμητα συμπτώματα μιας αποκλίνουσας συμπεριφοράς από αυτό που θεωρείται «φυσιολογικό».
Είναι κατά συνέπεια η ιατρική προσέγγιση μία παρεμβατική προσέγγιση που εφαρμόζουν οι ψυχίατροι και οι λοιποί επαγγελματίες του ιατρικού μοντέλου, οι οποίοι θεωρούνται ως οι ειδικοί και γνώστες αναφορικά με το τι είναι καλό και θεραπευτικό για τους ασθενείς. Σε αυτό το πλαίσιο, η κρίση του ατόμου αναφορικά με το τι είναι καλό για τον ίδιο δεν λαμβάνεται υπόψη (Warner, 2006). Ο ψυχίατρος είναι η αυθεντία που μπορεί να προσδιορίζει την ψυχική διαταραχή στην βάση συμπτωμάτων συμπεριφοράς του ασθενή και στην βάση πρότερης εμπειρίας του από άλλους ανθρώπους που έχουν διαγνωστεί με τα ίδια ή παρόμοια συμπτώματα. Η εν λόγω προσέγγιση βασίζεται ως εκ τούτου στην συναινετική πραγματικότητα, κατά την οποία όλοι οι ψυχίατροι ιδανικά θα απέδιδαν στο άτομο την ίδια διαταραχή βάσει των συγκεκριμένων συμπτωμάτων, χρησιμοποιώντας επιστημονικά και στατιστικά στοιχεία, χωρίς να αντιμετωπίζουν την κατάσταση του κάθε ασθενή ως μοναδική και χωρίς να προσαρμόζουν την θεραπεία στις ανάγκες του (Sommerbeck, 2005).
β. Το ανθρωπιστικό μοντέλο
Σε αντίθεση με το ιατρικό μοντέλο, το ανθρωπιστικό μοντέλο είναι υπέρμαχος μιας ολιστικής προσέγγισης του ατόμου όσο αφορά την ψυχική διαταραχή. Δεν αποδίδει συγκεκριμένη θεραπεία σε συγκεκριμένο σύμπτωμα, αλλά επικεντρώνεται στην λειτουργία του οργανισμού ως συνόλου (Warner, 2005). Ως εκ τούτου, το ανθρωπιστικό μοντέλο και η προσέγγιση της προσωποκεντρικής ψυχολογίας δεν υποστηρίζει την διάγνωση και δεν αποκαλεί το άτομο που ταλαιπωρείται από ψυχική διαταραχή ως «ασθενή» αλλά ως «πελάτη» (Sommerbeck, 2005).
Διαμετρικά αντίθετα με την τοποθέτηση των ψυχιάτρων, για την προσωποκεντρική προσέγγιση, το άτομο και η συμπεριφορά του είναι μοναδικά και όχι ένας μέσος όρος παρόμοιων με άλλους ανθρώπους συμπτωμάτων και συμπεριφορών (Sommerbeck, 2005). Σκοπός της θεραπείας είναι η εκπλήρωση της εσωτερικής δύναμης και της αυτοπραγμάτωσης, δηλαδή της πραγματοποίησης των έμφυτων πνευματικών, ψυχικών και σωματικών δυνατοτήτων του ανθρώπου (και όχι η επαναφορά στην πρότερη κατάσταση του), ο δε θεραπευτής συντροφεύει και διευκολύνει τον θεραπευόμενο αρνούμενος τον τίτλο της αυθεντίας (Sanders, 2005). Πιο συγκεκριμένα:
(ι) αιτίες ψυχικής διαταραχής κατά την προσωποκεντρική προσέγγιση
Αναφορικά με τις αιτίες της ψυχικής διαταραχής, ο Rogers (1959) αναπτύσσοντας την θεωρία της προσωπικότητας του στις 19 προτάσεις του, θεωρεί ότι η ψυχική διαταραχή οφείλεται στην εσωτερίκευση των όρων αξίας κατά την παιδική/εφηβική ηλικία και στην ασυμφωνία μεταξύ οργανισμικής ανάγκης και αυτοεικόνας που κατά συνέπεια δημιουργείται. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της συσχέτισης με τους σημαντικούς άλλους (γονείς, παππούδες, δασκάλους, κλπ) κατά την παιδική/εφηβική μας ηλικία, η αποδοχή και η αγάπη από αυτούς υπό όρους διαμορφώνουν την αυτοεικόνα μας. Ως εκ τούτου, εμπειρίες στην συνέχεια της ζωής μας που δεν συμπεριλαμβάνονται στην εν λόγω αυτοεικόνα, οδηγούν σε άρνηση ή διαστρέβλωση των εν λόγω εμπειριών και κατά συνέπεια σε ασυμφωνία και σε εσωτερική ένταση, στρες, αγωνία, φόβο (Rogers, 1959). H εν λόγω προσέγγιση του αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο δομήθηκαν μεταγενέστερα οι θεωρίες της προσωποκεντρικής αναφορικά με την ψυχοπαθολογία (Wilkins, 2005).
Βασισμένη στην θεωρία του Rogers σχετικά με τα αίτια της ψυχικής διαταραχής, η Biermann-Ratjen αναφέρει ότι η εν λόγω ασυμφωνία μεταξύ εμπειρίας και αυτοεικόνας μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι το άτομο δεν μπορεί να συμβολοποιήσει απόλυτα ούτε να επικοινωνήσει λεκτικά ορισμένες εμπειρίες του, δεν μπορεί να τις κατανοήσει ή να τις αποδεχθεί ως δικές του, ή εκδηλώνει ορισμένες άμυνες ενάντια στις εν λόγω εμπειρίες (όπως στρες, κλπ.), με αποτέλεσμα η εν λόγω ασυμφωνία να προκαλεί εσωτερική ένταση (Wilkins, 2005).
Όπως επίσης αναφέρει χαρακτηριστικά ο Wilkins (2005), όταν η αυτοεικόνα μας είναι περιορισμένη και δεν είναι σε επαφή με τις οργανισμικές μας ανάγκες, η ασυμφωνία που προκύπτει εκφράζεται με αποδιοργανωμένη συμπεριφορά, τρόπο σκέψης και διαδικασίες που αποκαλούνται με όρους του ιατρικού μοντέλου γενικά ως ψυχική διαταραχή και ειδικότερα ως νεύρωση, διαταραχή προσωπικότητας ή, σε περίπτωση που η αποδιοργάνωση έχει μεγάλη έκταση και ένταση και, ως εκ τούτου, οι άμυνες του οργανισμού δεν είναι ικανές να αποτρέψουν τον κατακερματισμό της αυτοεικόνας, ως ψύχωση.
Όπως αναφέρει ο Mearns (1994), μπορούμε να καταλάβουμε πολλές παθολογικές συμπεριφορές, αν κατανοήσουμε τον τρόπο που αναπτύχθηκαν και αν αποδεχθούμε ότι η διαταραχή είναι ένας τρόπος επιβίωσης του ατόμου με σκοπό να αποκομίσει αποδοχή.
Η Biermann-Ratjen αναφέρει ότι η θετική αποδοχή των άλλων είναι τόσο καίρια προϋπόθεση της προσωπικής ανάπτυξης του ατόμου, που στην περίπτωση κατά την οποία η επιδίωξη της πραγματοποιείται εις βάρος της οργανισμικής διαδικασίας αξιολόγησης του ατόμου, δηλαδή υπό όρους, τότε οδηγεί σε κάποιου είδους ψυχική διαταραχή (Wilkins, 2005).
Σύμφωνα με τον Mearns (1994), οι επιμέρους και διαφορετικές μορφές ψυχικής διαταραχής μπορεί να είναι αποτέλεσμα της φύσης των κυρίαρχων όρων αξίας που έχει βιώσει το άτομο, του ιδιαίτερου και πολύ προσωπικού του τρόπου να διαχειριστεί αυτήν την σύγκρουση των όρων αξίας με τον οργανισμικό του εαυτό, καθώς επίσης και ο συνδυασμός των ανωτέρω μαζί με άλλους παράγοντες κληρονομικούς, κοινωνικούς, πολιτιστικούς και παράγοντες ιδιαίτερων επιμέρους συνθηκών.
Πιο σύγχρονοι θεωρητικοί, όπως ο Warner (2005) προσεγγίζουν την «ασυμφωνία» μεταξύ εμπειριών και αυτοεικόνας του ατόμου, ως μια δυσκολία επεξεργασίας (processing) αναφορικά με την νοηματοδότηση των εμπειριών της ζωής στο πλαίσιο των ανθρώπινων σχέσεων, η οποία οδηγεί σε ψυχική διαταραχή. Η εν λόγω προσέγγιση, δεν αναιρεί την προσέγγιση του Rogers, αλλά διευρύνει και προσθέτει εξηγήσεις σχετικά με δυσκολίες επεξεργασίας που βιώνει το άτομο (Warner, 2005).
Η Lambers επιχείρησε να αναλύσει πώς οι βασικές κατηγορίες ψυχικής διαταραχής όπως έχουν κατηγοριοποιηθεί σύμφωνα με όρους της ψυχιατρικής (νεύρωση, ψύχωση, και διαταραχή της προσωπικότητας) μπορούν να κατανοηθούν στο πλαίσιο της προσωποκεντρικής θεωρίας, τονίζοντας ότι παρά το γεγονός ότι η προσωποκεντρική προσέγγιση αρνείται την ταμπέλα της διάγνωσης, μπορεί ωστόσο να κατανοήσει τις επιμέρους ψυχικές διαταραχές, ώστε να βοηθηθεί ο προσωποκεντρικός θεραπευτής να καταλάβει καλύτερα το φαινομενολογικό πλαίσιο αναφοράς του πελάτη (Wilkins, 2005). Στο πλαίσιο αυτό, η Lamber sαναφέρει ότι:
– η νεύρωση αναπτύσσεται στην περίπτωση που υπάρχουν ισχυροί ενδοβαλλόμενοι όροι αξίας και ως εκ τούτου εξωτερικό κέντρο αξιολόγησης, καθώς και στην περίπτωση που η τιμωρία μη συμμόρφωσης στους εν λόγω όρους αξίας οδηγεί στην στέρηση της αποδοχής και της στοργής. Σαν συνέπεια, δημιουργείται μια αρνητική αυτοεικόνα, τα συναισθήματα διαστρεβλώνονται ή καταπιέζονται συνεπεία της ανάπτυξης αμυνών, με σκοπό την επιβίωση του ατόμου, επιφέροντας μια γενικότερη ασυμφωνία (Wilkins, 2005).
– η ψύχωση αποτελεί μια διανοητική κατάσταση κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η απόσυρση από την φυσιολογική επαφή τόσο με την πραγματικότητα όσο και με τους άλλους ανθρώπους. Η Lambers επαναλαμβάνει την θέση του Rogers ότι η ψύχωση είναι μια κατάσταση αποσύνθεσης λόγω της κατάρρευσης των αμυνών της νεύρωσης και η ανάπτυξη (λόγω της τεράστιας απειλής που δέχεται ο εαυτός) ακραίων μορφών άμυνας, όπως είναι η παρανοϊκή και η κατατονική συμπεριφορά.
– η διαταραχή προσωπικότητας σχετίζεται με σημαντική μείωση της ικανότητας του ατόμου να λειτουργήσει ως κοινωνικό ον και ενέχει μια υποκειμενική δυσφορία και δυστυχία, η αιτία της οποίας, κατά τον θεραπευόμενο, προκαλείται από τους άλλους και ως εκ τούτου είναι εκτός του πεδίου ελέγχου του. Η Lambers θεωρεί ότι η διαταραχή προσωπικότητας προκαλείται όταν στο πλαίσιο σημαντικών σχέσεων σε μικρή ηλικία παρατηρείται είτε παραμέληση είτε επίμονη κατάχρηση εξουσίας και ύπαρξη όρων αξίας για την ικανοποίηση όσων εξασκούν την εν λόγω εξουσία. Η αβεβαιότητα που προκαλείται από τέτοιου είδους σχέσεις, οδηγεί σε βαθιά ριζωμένη αίσθηση αναξιότητας.
Ο Bohart (2017) τέλος θεωρεί ότι η ψυχοπαθολογία προκύπτει όταν εμποδίζεται η έμφυτη ικανότητα του ατόμου να αντιμετωπίζει λειτουργικά τις δυσκολίες και τα προβλήματα της ζωής με μια σοφία αυτοπροστασίας, όταν οι ενδοβαλλόμενοι όροι αξίας προκαλούν ροπή στην αυτοκριτική και στην αυτοκατηγορία και κατά συνέπεια στην δυσλειτουργική συμπεριφορά.
Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι η προσωποκεντρική θεωρία είχε δεχθεί έντονη κριτική ότι δεν είχε δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ψυχοπαθολογία και ότι παρουσίαζε απουσία βιβλιογραφίας αναφορικά με την εξήγηση και αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών (Mearns, 1994). Η εν λόγω απουσία ίσως εξηγείται από το ότι η προσωποκεντρική προσέγγιση δεν αποδέχεται τις διαγνώσεις του ιατρικού μοντέλου, δεν χρησιμοποιούσε το λεξιλόγιο της ψυχιατρικής και δεν προέβαινε στην παραδοχή ότι συγκεκριμένα συμπτώματα επιδέχονται συγκεκριμένη θεραπεία. Σε κάθε περίπτωση όμως από τα τέλη του 20ου αιώνα και κατά τον 21ο αιώνα υπήρξε μια μεγάλη στροφή της προσωποκεντρικής προς την ψυχοπαθολογία, την κατανόηση του φαινομενολογικού πεδίου των ατόμων που ταλαιπωρούνται από ψυχική διαταραχή και, όπως θα αναλυθεί και στην επόμενη ενότητα, την αντιμετώπιση της υπό το πρίσμα της προσωποκεντρικής θεωρίας (Mearns, 1994), στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να παρουσιαστεί η αποτελεσματικότητα και η εφαρμογή της προσωποκεντρικής προσέγγισης στην αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών, ως ένας εναλλακτικός τρόπος αντιμετώπισης τους σε σχέση με το ιατρικό μοντέλο (Wilkins, 2005).
(ιι) αντιμετώπιση της ψυχικής διαταραχής σύμφωνα με την προσωποκεντρική προσέγγιση
Η προσωποκεντρική προσέγγιση προσπαθεί, αντί να ορίσει και να εξηγήσει την παθολογία του ατόμου μέσω διαγνώσεων, να κατανοήσει την ως άνω αναφερόμενη ασυμφωνία του ατόμου μέσω της ενσυναίσθησης και να επιχειρήσει να την θεραπεύσει παρέχοντας στον θεραπευόμενο τις τρεις ικανές και αναγκαίες συνθήκες του Rogers, δηλαδή την άνευ όρων αποδοχή, την συμφωνία και την ενσυναίσθηση του θεραπευτή στο πλαίσιο μιας θεραπευτικής σχέσης εμπιστοσύνης.
(ι) αναφορικά με την ύπαρξη σχέσης, όπως έχουν αναφέρει εκπρόσωποι της προσωποκεντρικής προσέγγισης, έχει διαπιστωθεί στην πράξη ότι στην περίπτωση θεραπευόμενων με βαριά ψυχική διαταραχή (π.χ. σχιζοφρένεια), η ύπαρξη και διατήρηση μιας διαπροσωπικής σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου είναι από τα πιο σημαντικά στοιχεία της ψυχοθεραπείας. Αυτό άλλωστε ενστερνίζεται και η θεωρία του Pre-Therapy του GarryProuty στην περίπτωση ψυχωτικών ατόμων ή διανοητικά καθυστερημένων (Prouty, 2007). O Warner εύστοχα τονίζει τον ρόλο και την θετική επιρροή της θεραπευτικής σχέσης κατά την δύσκολη διαδικασία επεξεργασίας του πελάτη, δεδομένου ότι οι καταστάσεις ψυχικής διαταραχής χαρακτηρίζονται συνήθως από κάποια δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις (Wilkins, 2005).
(ιι) η ασυμφωνία του πελάτη, που όπως αναφέρθηκε δημιουργεί την ψυχική διαταραχή κατά την προσωποκεντρική προσέγγιση, και η εσωτερική ένταση που συνεπάγεται, λειτουργεί συχνά ως κίνητρο ώστε να οδηγηθεί ο θεραπευόμενος σε αποτελεσματική ψυχοθεραπεία, να παρατηρήσει τον εαυτό του και να οδηγηθεί στην αλλαγή (Bohart & Tallman, 1999).
(ιιι) η παροχή άνευ όρων αποδοχής από τον θεραπευτή στον πελάτη ενέχει ένα στοιχείο σεβασμού στον θεραπευόμενο και στην κατάσταση του και μια εμπιστοσύνη στις δυνατότητες του. Το γεγονός ότι ο θεραπευτής καταλαβαίνει και εκτιμάει τον θεραπευόμενο, τον βοηθάει, όπως έχει αναφέρει ο Bozarth, να αποβάλλει τους φόβους και τις άμυνες του, να αισθανθεί αποδεκτός και εκτιμητέος και κατά συνέπεια πιο ασφαλής να εκτεθεί, να εξωτερικεύσει συναισθήματα, σκέψεις (Cooper, O’Hara, Schmid, & Wyatt, 2007). Ως εκ τούτου, δίνεται η δυνατότητα στον θεραπευόμενο να ακουστεί η φωνή του, η δική του θεώρηση των πραγμάτων, ώστε να μπορέσει σταδιακά να αποδεχθεί τον εαυτό του με όλες τις αντικρουόμενες πτυχές του, να συνειδητοποιήσει τους όρους αξίας που του έχουν επιβληθεί, να επεξεργαστεί εμπειρίες με έναν τρόπο που μπορεί να του επιτρέψει να αποκτήσει μια αίσθηση και νοηματοδότηση εμπειριών του, των αντιδράσεων του και των προτιμήσεων του (Wilkins, 2005). Με αυτόν τον τρόπο μπορεί ο θεραπευόμενος να οδηγηθεί στην αυτό-βελτίωση, στην αλλαγή και στην αυτοπραγμάτωση
(ιv) δεδομένου ότι η ασυμφωνία που προκαλείται από τους ενδοβαλλόμενους όρους αξίας, θεωρείται, όπως προαναφέρθηκε, ως κύρια αιτία της δημιουργίας ψυχικής διαταραχής κατά την προσωποκεντρική θεωρία, η παροχή συμφωνίας/ αυθεντικότητας από τον θεραπευτή στον πελάτη στο πλαίσιο της θεραπευτικής σχέσης κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική, γιατί η έκφραση από τον θεραπευτή της γνήσιας αλήθειας του στον θεραπευόμενο, δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα ώστε να μπορέσει ο θεραπευόμενος να ψάξει να βρει την αλήθεια μέσα του και να οδηγηθεί σε κάποιου είδους αυτογνωσία και αλλαγή (Rogers, 1961). Η αυθεντικότητα του θεραπευτή δημιουργεί μια ισότητα στην αλληλεπίδραση θεραπευτή- πελάτη, βγάζει από τον θεραπευτή τον ρόλο του ειδικού και επιτρέπει τόσο τον θεραπευτή όσο και τον πελάτη να λειτουργήσουν στην βάση της μοναδικότητας τους (Warner, 2005).
(v) τέλος, η ενσυναίσθηση του θεραπευτή απέναντι στον πελάτη (η ακριβής κατανόηση από τον θεραπευτή της εμπειρίας του πελάτη) (Rogers, 1957), βοηθάει τον πελάτη να καταλάβει καλύτερα τον εαυτό του ακούγοντας τον θεραπευτή να του μεταδίδει τα συναισθήματα που ο ίδιος ο πελάτης είχε αρχικά εκφράσει, με την προϋπόθεση όμως ότι συνοδεύεται από την αυθεντικότητα του θεραπευτή (για να μην καταλήξει να είναι μια στεγνή αντανάκλαση των συναισθημάτων του θεραπευόμενου που θα μπορούσε να εκλειφθεί ως μια τεχνική) (Lieater, 1993).
(vi) το γεγονός ότι ο πελάτης εισπράττει την αυθεντικότητα, την άνευ όρων αποδοχή και την ενσυναισθητική κατανόηση από τον θεραπευτή, μειώνει τις άμυνες του, αυξάνει την ικανότητα του να σχετιστεί στο πλαίσιο μιας σχέσης με αυθεντικότητα και βελτιώνει την διαδικασία νοηματοδότησης και επεξεργασίας των βιωμάτων και συναισθημάτων του.
Σε συνέχεια των ανωτέρω, συμφωνώ με τα λεγόμενα του Mearns ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να σχετίζεσαι με κάποιον που υποφέρει από ψυχική διαταραχή είναι να αλληλεπιδράς μαζί του με ενσυναίσθηση, άνευ όρων αποδοχή και αυθεντικότητα (Wilkins, 2005). Με τον τρόπο αυτό θεωρώ ότι ο πελάτης που ταλαιπωρείται από ψυχική διαταραχή δεν αισθάνεται απειλή (κάτι το οποίο μπορεί να αισθανθεί στην περίπτωση εκπροσώπου του ιατρικού μοντέλου), αλλά ασφάλεια λόγω της ισότιμης σχέσης εμπιστοσύνης, της άνευ όρων αποδοχής, της ενσυναίσθησης και της αυθεντικότητας του θεραπευτή. Η εν λόγω ασφάλεια, παρακινεί τον θεραπευόμενο να ξεδιπλώσει τις σκέψεις και τα συναισθήματα του, να φέρει στο προσκήνιο τις αντιφάσεις και εντάσεις του, να προβεί σε συνειδητοποιήσεις (π.χ. για τους ενδοβαλλόμενους όρους αξίας) και νοηματοδοτήσεις των εμπειριών του σε μια προσπάθεια να επιλύσει την όποια ψυχική διαταραχή και ασυμφωνία (Warner, 2006). Του δίνεται με άλλα λόγια η δυνατότητα του θεραπευόμενου να προσδιορίσει ο ίδιος τι είναι καλό για αυτόν, να προβεί σε επιλογές για την πορεία του και να οδηγηθεί τελικά στην αυτό-θεραπεία και στην αυτοπραγμάτωση του.
- Αλληλεπίδραση του ιατρικού και ανθρωπιστικού μοντέλου
Αντιλαμβάνομαι ότι το ιατρικό μοντέλο εξυπηρετεί διάφορους σκοπούς (νομικούς, ασφαλιστικούς, ιατρικούς) και μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε περιόδους κρίσεως και σε περιπτώσεις που όλοι οι άλλοι τρόποι αποδειχθούν αναποτελεσματικοί αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις παράλληλα με ψυχοθεραπεία. Παρόλα αυτά συμμερίζομαι πλήρως τον προβληματισμό των πρωσοποκεντρικών συγγραφέων αναφορικά με τον βαθμό στον οποίο το ιατρικό μοντέλο κατανοεί την ψυχική διαταραχή και την ψυχοπαθολογία (Josephet και συν., 2005) και ως εκ τούτου μπορεί να θεραπεύσει τα πραγματικά αίτια της αντί για να καταπραϋνει απλώς τα συμπτώματα και να συμβάλλει σε μια κάποια λειτουργικότητα του ατόμου.
Με προβληματίζει το γεγονός ότι η φαρμακευτική αγωγή που συνταγογραφείται συχνά στο πλαίσιο του ιατρικού μοντέλου καταπιέζει αρνητικά συναισθήματα και, κατά συνέπεια, συμπεριφορές, ενώ την ίδια στιγμή δεν λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες ποιότητες και την μοναδικότητα του πελάτη και δεν εξευρευνεί την ικανότητα του ατόμου να νοηματοδοτήσει την ζωή του και την συμπεριφορά του, να αναλάβει ευθύνη και να κάνει επιλογές σύμφωνες με τις επιμέρους κατανοήσεις του (Warner, 2005).
Θεωρώ πολύ παρήγορο ότι, παρά το DSM, υπάρχουν αρκετοί ψυχίατροι και ψυχολόγοι που είναι ανοικτοί στην άποψη ότι η ψυχοπαθολογία είναι συχνά μια ακραία έκφανση μιας φυσιολογικής συμπεριφοράς και ότι η διαχωριστική γραμμή είναι συχνά αυθαίρετη (Joseph και συν., 2005).
Βάσει των ανωτέρω, θεωρώ πολύ σημαντική την συνύπαρξη, συνεργασία και συμπληρωματικότητα των δύο μοντέλων με στόχο το πραγματικό όφελος του θεραπευόμενου, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που η εφαρμογή του ιατρικού μοντέλου κρίνεται απολύτως αναγκαία. Ως εκ τούτου θεωρώ ότι είναι απαραίτητη η ενημέρωση από τους εκπροσώπους και των δύο μοντέλων για τον τρόπο αντιμετώπισης της ψυχικής διαταραχής από το άλλο μοντέλο καθώς και ο αμοιβαίος σεβασμός, που ενδεχομένως να οδηγήσει στην πράξη το ιατρικό μοντέλο να απωλέσει ή έστω να μειώσει σε έναν βαθμό τον τίτλο της αυθεντίας απέναντι στην κατάσταση του θεραπευόμενου, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πιο ολιστική προσέγγιση του ανθρωπιστικού μοντέλου και να λαμβάνεται υπόψη η θέση του θεραπευόμενου.
- Επίλογος
Παρά την κυριαρχία του ιατρικού μοντέλου στην αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών, θεωρώ ότι η προσωποκεντρική προσέγγιση, σε αντίθεση με το ιατρικό μοντέλο, έχει την δυναμική να βοηθήσει τον άνθρωπο που ταλαιπωρείται από ψυχική διαταραχή εξατομικευμένα και αποτελεσματικά, ως μια διαδικασία που μπορεί να φέρει στην επιφάνεια τις πραγματικές αιτίες της ασυμφωνίας του ατόμου και να τον οδηγήσει στην επεξεργασία και νοηματοδότηση των δύσκολων εμπειριών και συναισθημάτων του και τελικά μέσω και της αποδοχής των διαφόρων πτυχών του εαυτού του, στην καταπολέμηση της εσωτερικής έντασης της ψυχικής διαταραχής, χωρίς την ανάγκη εξάρτησης από κάποια φαρμακευτική αγωγή. Ως εκ τούτου, σε καμία περίπτωση δεν καταδικάζω το ιατρικό μοντέλο, αντιθέτως το θεωρώ χρήσιμο και απαραίτητο σε αρκετές περιπτώσεις κρίσης, αλλά θεωρώ ότι η προσωποκεντρική προσέγγιση και το μοντέλο της θεραπευτικής σχέσης που πρεσβεύει, μπορεί να οδηγήσει σε πιο μακροχρόνιες λύσεις. Για τον λόγο αυτό, η σύμπραξη του ιατρικού με το ανθρωπιστικό μοντέλο, σε πνεύμα συνεργασίας και έλλειψης απολυτότητας, είναι απαραίτητη.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Bohart,A. & Tallman, K. (1999). A cognitive client-centered perspective on borderline personality development. In Lietaer, G., Rombauts, J. & Van Balen, R. (Eds),Client-centered and experiential psychotherapy in the nineties.Leuven, Belgium: Leuven University Press.
Bohart, A. (2017). A client-centered perspective on “psychopathology”. Person-centered & Experiential Psychotherapies, Vol. 16, No. 1, 14-26.
Carson, R., Butcher, J., & Mineka, S. (1996). Abnormal Psychology and Modern Life, New York: Harper Collins (10th Edition)
Cooper, M., O’Hara, M., Schmid, P. & Wyatt (2007).The Handbook of Person- Centred Psychotherapy and Counselling, Palgrave MacMillan.
Joseph St. & Worsley R. (2005). Psychopathology and the Person-Centred Approach: Bulding bridges between disciplines. St. Joseph & R. Worsley (eds) Person-Centred Psychopathology. A positive psychopathology of mental health, UK: PCCS BOOKS
Lietaer, G. (1993). Beyond Carl Rogers,London: Coustable (Edited by David Brazier)
Mearns, D. (1994). Developing Person-Centered Counselling, London: Sage Publications
Mearns, D., Thorne, B. (2007). Person-Centered Counselling in Action, 3rdEdition, UK: Sage.
Mezzich, J.E., Botbol, M., Christodoulou, G.N., Cloninger, C.R., Salloum, I. M. (2016). Person Centered Psychiatry, Switzerland: Springer International Publishing Switzerland
Prouty, G. (2007). Pre-Therapy: The application of Contact Reflections. American Journal of Psychotherapy, Vol.61, No. 3.
Rogers, C. (1951). Client- Centered Therapy,London: Constable & Company Ltd.
Rogers, C. (1959). A Theory of Therapy, Personality and Interpersonal Relationships as Developed in the Client-centered Framework. In S. Koch (ed.), Psychology, A Study of a Science. Vol. 3: Formulations of the Person and the Social Context. New York: McGraw Hill.
Sanders P. (2005). Principled and strategic opposition to the medicalisation of distress and all of its apparatus. St. Joseph & R. Worsley Person-Centred Psychopathology. A positive psychopathology of mental health, U.K. PCCS Books
Sommerbeck, L. (2005).The Complementarity between Client-Centered Therapy and Psychiatry: The Theory and the Practice. In R. Worsley & St. Joseph (eds), Person-Centered Psychopathology. A positive Psychology of Mental Health. UK: PCCS Books
Warner, M.S. (2005). A person-centered view of human nature, wellness and psychopathology. In Joseph, S. and Worsley R. (eds), Person-Centered Psychopathology: a positive psychology of mental health. Ross-on-Wye: PCCS Books.
Warner, M.S. (2006). Toward an Integrated Person-Centered Theory of Wellness and Psychopathology. Journal of the World Association for Person-Centered and Experiential Psychotherapy and Counseling, Person-Centered and Experiential Psychotherapies, Volume 5, Number 1.
Wilkins, P. (2005).Person-Centred theory and “Mental illness,s”. In St. Joseph & R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology. A positive psychopathology of mental health (Chapter 4). UK: PCCS BOOKS