Κείμενο: Δημήτρης Βαγενάς
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Μαρία Κουσαντάκη
Ψυχολόγος- Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια


 

Αν και κατά πολλούς αποτελεί μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει πως ο Σίγκμουντ Φρόιντ (1856 – 1939) καθόρισε όσο λίγοι στοχαστές το δυτικό τρόπο σκέψης. Αμφισβητώντας τις επικρατούσες αντιλήψεις της εποχής του, παρατήρησε πως πολλές πράξεις μας καθοδηγούνται από επιθυμίες που είναι βαθιά κρυμμένες μέσα μας, εισάγοντας την έννοια του ασυνείδητου.

Σύμφωνα με τον πατέρα της ψυχανάλυσης, όταν δεν εγκρίνουμε τις επιθυμίες μας έχουμε την τάση να τις λογοκρίνουμε και να τις απωθούμε. Ωστόσο, καθώς οι ενοχλητικές αυτές σκέψεις δεν μπορούν να εξαφανιστούν τελείως, κάνουν την εμφάνισή τους μέσω γλωσσικών ή αλλιώς «φροϋδικών» – όπως πολύ συχνά αποκαλούνται – ολισθημάτων: επί παραδείγματι, ο Φρόιντ αναφέρει πως όταν ο πρόεδρος του αυστριακού κοινοβουλίου κήρυξε τη λήξη αντί για την έναρξη της συνεδρίας, δεν έκανε απλώς ένα ασήμαντο λάθος λόγω αφηρημάδας, αφού ουσιαστικά ευχόταν να μην ξεκινήσει ποτέ αυτή τη συνεδρίαση που τον αναστάτωνε τόσο (Quinodoz, 2013). Το ασυνείδητο δεν αποτελείται μόνο από λογοκριμένες επιθυμίες, αλλά και από τραυματικές εμπειρίες, παιδικές φοβίες κι ενδοψυχικές συγκρούσεις, που εμφανίζονται μεταμφιεσμένες μέσα από «παραπραξίες». Έτσι, όταν μια ασθενής του επιχείρησε να του αποσπάσει ένα φιλί, ο Φρόιντ συμπέρανε πως έκανε στο πρόσωπό του μια μεταβίβαση των ασυνείδητων ερωτικών συναισθημάτων που βίωνε για τον πατέρα της (Freud, 1975a).

Τα όνειρα είναι η βασιλική οδός για το ασυνείδητο. Κάνοντας διάκριση ανάμεσα στο «έκδηλο» και στο «λανθάνον» περιεχόμενο του ονείρου, ο Φρόιντ επισήμανε πως το μεν πρώτο είναι αυτό που απεικονίζεται στο όνειρο, το δε δεύτερο αυτό που αναφέρεται στο συμβολικό κόσμο του ονειρευομένου. Ο ψυχαναλυτής πρέπει, επομένως, ν’ αντιληφθεί το πραγματικό νόημα του ονείρου. Κάποιες φορές, όπως στην περίπτωση ενός κοριτσιού που ονειρευόταν τις φράουλες που δεν του είχαν προσφέρει την προηγούμενη ημέρα, το νόημα είναι πασιφανές. Συνήθως, όμως, οι σκοτεινές επιθυμίες μας έχουν κρυφτεί τόσο καλά που εμφανίζονται συγκεκαλυμμένες. Για το λόγο αυτό, ο Φρόιντ έδωσε έμφαση στα σύμβολα, υποστηρίζοντας πως στα όνειρα το σπαθί συμβολίζει το πέος και η σπηλιά τον κόλπο (Freud, 1975b). Ένας ακόμη τρόπος ν’ αποκτήσουμε πρόσβαση στο ασυνείδητο είναι μέσω της τεχνικής των «ελεύθερων συνειρμών». Συγκεκριμένα, ο πατέρας της ψυχανάλυσης ενθάρρυνε τους αναλυόμενους ν’ αναφέρουν οτιδήποτε τους ερχόταν στο νου, ανεξάρτητα από τη δυσαρέσκεια και την αμηχανία που θα μπορούσε να τους προκαλέσει, θεωρώντας πως μ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαν ν’ αναδυθούν οι κρυμμένες τους σκέψεις κι επιθυμίες. Ανακαλύπτοντας, λοιπόν, όλα όσα είχαν απωθήσει, θα κατάφερναν ν’ αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους και να θεραπευτούν (Quinodoz, 2013).

Ο Ζακ Λακάν (1901 – 1981) βασίστηκε στο έργο του Φρόιντ καταφέρνοντας να συμπληρώσει ή – κατά πολλούς – να καταρρίψει τις θεωρίες του πατέρα της ψυχανάλυσης. Ως προς τη δική του θεωρία για το ασυνείδητο, επηρεάστηκε τόσο από τα πρώτα φροϋδικά κείμενα όσο κι απ’ τη γλωσσολογία. Υιοθετώντας, λοιπόν, τη διάκριση του Ελβετού γλωσσολόγου Φερντινάν ντε Σωσσύρ ανάμεσα στο «σημαίνον», δηλαδή στον ήχο μιας λέξη και στην οπτική αναπαράστασή της στο γραπτό λόγο, και στο «σημαινόμενο», δηλαδή στην έννοια και στη σημασία της λέξης, ο Γάλλος ψυχαναλυτής υποστήριξε πως το ασυνείδητο είναι δομημένο σαν γλώσσα (Homer, 2005). Συγκεκριμένα, ο Λακάν επεσήμανε πως η γλώσσα δεν περιγράφει απλώς τη λεκτική ομιλία ή το γραπτό κείμενο. Η σιωπή πολύ συχνά βρίθει σημασιών και είναι πολύ πιο εύγλωττη από τα λόγια μας, ενώ είναι πολύ πιθανό κατά τη διάρκεια μιας λογομαχίας να θυμώσουμε πιθανότερο με τον τόνο της φωνής του συνομιλητή μας και με όσα πιστεύουμε πως υπονοεί, παρά με όσα λέει. Τα συναισθήματα και οι συμβολισμοί είναι, λοιπόν, παρόντα στη γλώσσα, χωρίς, ωστόσο, ν’ ακούγονται. Αντιστοίχως, οι ψυχοσωματικές ασθένειες αποτελούν ένα λογοκριμένο ασυνείδητο μήνυμα που εκφράζεται μέσω του σώματος. Με άλλα λόγια, η γλώσσα του ψυχοσωματικού ασθενούς δείχνει πως αυτό από το οποίο πάσχει δεν μπορεί να ειπωθεί κι αντικαθίσταται από μια ζώνη πόνου. Συνεπώς, το ασυνείδητο είναι κάτι που σημαίνει και πρέπει ν’ αποκρυπτογραφηθεί, γι’ αυτό και ο ψυχαναλυτής οφείλει να λειτουργεί άλλοτε σαν διερμηνέας και άλλοτε σαν ντετέκτιβ (Detti, 2000).

Οι φροϋδικές έννοιες επαναδιατυπώθηκαν και μέσω της αναλυτικής ψυχολογίας. Αν και ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (1875 – 1961) δεν διαφοροποιήθηκε ιδιαίτερα από το Φρόιντ ως προς το προσωπικό ασυνείδητο, η ενασχόλησή του με τη θρησκεία, την ανθρωπολογία και τη μυθολογία είχε ως αποτέλεσμα ν’ αναπτύξει την έννοια του συλλογικού ασυνείδητου. Σε αντίθεση με το προσωπικό ασυνείδητο που βασίζεται στην ατομική εμπειρία, το συλλογικό αποτελεί μια δεξαμενή μυθικών εικόνων και φυλετικής κληρονομιάς. Κατά το Γιουνγκ, παρά τις διαφορετικές συνθήκες ζωής, όλα τα ανθρώπινα σώματα παρουσιάζουν ανατομικές ομοιότητες. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με τον νου, γι’ αυτό και από αρχαιοτάτων χρόνων όλοι οι μύθοι παρουσιάζουν κοινά γνωρίσματα, παρότι προέρχονται από διαφορετικούς πολιτισμούς (Bennet, 2011). Έτσι, το δίπολο Καλό – Κακό, εκφρασμένο μέσα απ’ το Θεό και το Διάβολο, και τα μοτίβα του γέρου – σοφού, της μάνας – γης και της συντέλειας του κόσμου αποτελούν κοινά σημεία αναφοράς. Ο Γιουνγκ ονόμασε τις ιδέες αυτές «αρχέτυπα», δηλαδή αρχέγονες εικόνες εξελιγμένες από συγκεκριμένες εμπειρίες και στάσεις ζωής, πρωτόγονης φυλετικής καταγωγής, που μεταβιβάστηκαν από γενιά σε γενιά δια μέσου των αιώνων (Brennan, 2009). Τα αρχέτυπα επηρεάζονται από το εκάστοτε πλαίσιο, γι’ αυτό και τείνουν να διαφέρουν από πολιτισμό σε πολιτισμό. Ωστόσο, πάντα παρουσιάζουν κοινά γνωρίσματα και πάντα παραμένουν προσβάσιμα, όσο κι αν απωθηθούν ή διαστρεβλωθούν (Jung, 2002).

Με το πέρασμα των χρόνων, οι θεωρίες για το προσωπικό ασυνείδητο δέχτηκαν σφοδρή κριτική. Πολλοί επιστήμονες της υγείας προσπάθησαν, μάλιστα, να τις καταρρίψουν, οδηγούμενοι στ’ αντίθετο αποτέλεσμα, αφού είναι πλέον αποδεκτό πως οι σκέψεις μας, διαμορφωμένες συχνά από τραυματικές εμπειρίες, είναι μόνο σ’ ένα βαθμό συνειδητές και καταφέρνουν να καθορίζουν τη συμπεριφορά μας. Ως εκ τούτου, στόχος των ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων είναι να εντοπίσουν τις πεποιθήσεις αυτές και να τις αναδιαμορφώσουν, κατ’ ανάλογο τρόπο που οι ψυχαναλυτές επιχειρούν ν’ αποκτήσουν πρόσβαση στο ασυνείδητο των αναλυόμενων έτσι ώστε να θεραπευτούν. Ως προς το Γιουνγκ, μπορεί πλέον η θεωρία του συλλογικού ασυνείδητου να έχει κυρίως φιλοσοφική χροιά, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι μύθοι προϋπάρχουν της επιστήμης, εκφράζοντας τους φόβους, τις επιθυμίες και τις ελπίδες που είναι βαθιά ριζωμένες μέσα μας.

 


 

Βιβλιογραφικές Αναφορές

 

Bennet, E. A. (2011). Τι είπε στ’ αλήθεια ο Γιουνγκ. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Brennan, J. F. (2009). Ψυχολογία: Ιστορία και συστήματα. Αθήνα: Τόπος.

Detti, Μ. (2000). Εισαγωγή στην ψυχανάλυση του Λακάν. Αθήνα: Καστανιώτη.

Freud, S. (1975a). The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud   (Vol. VII 1901 – 1905): A case of Hysteria, Three Essays on Sexuality and Other Works. London: The Hogarth Press and The Institute of Psycho – Analysis.

Freud,S. (1975b). The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud  (Vol. IV, 1900): The Interpretations of Dreams – First Part. London: The Hogarth Press and The Institute of Psycho – Analysis.

Homer, S. (2005). Jacques Lacan. London: Routledge.

Jung, C. G. (2002). Η Ψυχολογική Προσέγγιση της Τριάδας και το πρόβλημα του Τέταρτου. Αθήνα: Ιάμβλιχος.

Quinodoz, J. M. (2013). Πώς να διαβάσω τον Φρόιντ. Αθήνα: Εκδόσεις Κέδρος.