Κείμενο: Χριστίνα Βαϊζίδου
Ψυχίατρος- Ψυχοθεραπεύτρια

Επιμέλεια: Μαρία Κουσαντάκη
Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια- Ψυχολόγος


 Αύγουστος. Τα social media βρίθουν φωτογραφιών με τις παραμυθένιες, κινηματογραφικές, υπέροχες καλοκαιρινές εμπειρίες του κόσμου. Διασκέδαση, ποτά, κύμα, πατουσίτσες και εμπειρίες ποτισμένες από αλμύρα και αντηλιακό. Selfies φιλτραρισμένες σε πόζες στημένες και περίεργες. Τι συμβαίνει λοιπόν και οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να προβάλλουν τις εμπειρίες τους στον κόσμο του διαδικτύου;

Είναι έμφυτη τάση του ανθρώπου, ως κοινωνικό ον, να προσπαθεί να δημιουργήσει μια δημόσια εικόνα, η οποία να είναι συμβατή με τα κοινωνικά πρότυπα και τις κοινωνικές προσδοκίες, ούτως ώστε να νιώσει αποδεκτός και ενταγμένος σε ένα κοινωνικό σύνολο. Επιπλέον, είναι αναμενόμενη η επιθυμία του κάθε ανθρώπου να δείχνει και να προβάλλει την καλύτερη δυνατή εικόνα του εαυτού του. Τι γίνεται όμως όταν αυτή η ανάγκη προβολής ενός ιδεατού εαυτού υπερβαίνει τα όρια της κοινωνικοποίησης ή κάποιας άλλης επιθυμίας και γίνεται απλά αυτοσκοπός; Για ποιο λόγο το άτομο σταματάει να ζει, να βιώνει εις βάθος τα συναισθήματα που προκαλούνται από την απελευθέρωση των αισθήσεων και αρχίζει να αντικαθιστά το “κοιτάω” με το “φωτογραφίζω” και το “θαυμάζω” με το “αναζητώ τα likes”;

Τα κοινωνικά δίκτυα μοιάζουν να έχουν γίνει πλέον ρυθμιστές της εικόνας μας, του τρόπου διασκέδασης ή και των σχέσεων, λόγω της βαρύτητας που τους δίνουμε. Από τη μία, η προβολή των εμπειριών μας σχετίζεται με την ανάγκη μας για επιβεβαίωση και ως εκ τούτου η επιλογή των αναρτήσεων γίνεται με βάση την αναμενόμενη αντίδραση του “κοινού” στο οποίο απευθυνόμαστε και με στόχο τα περισσότερα likes και την αποδοχή. Από την άλλη, η συνειδητή ή υποσυνείδητη σύγκριση με τη ζωή που προβάλλουν οι άλλοι μας οδηγεί μερικές φορές στην προσπάθεια να κάνουμε τα ίδια ή και καλύτερα στη ζωή ή τουλάχιστον να “ανεβάσουμε” τα ίδια ή καλύτερα, μπαίνοντας σε έναν παράδοξο ανταγωνισμό. (Kraut et al., 1998).

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μας δίνουν την ευκαιρία να δημοσιοποιήσουμε μία ψευδή εικόνα ευδαιμονίας και τελειότητας. Στο Facebook ή στο Instagram ο κόσμος είναι αταξικός και πλασματικός. Όλα ανάγονται στη σφαίρα του ιδεατού. Δίνεται η δυνατότητα της ελεγχόμενης προβολής υπό ιδανικό φωτισμό μόνο των εξιδανικευμένων πλευρών κάθε θέματος. Ο πλούτος, το φύλο, η ηλικία, η καταγωγή, η εθνικότητα, το παρελθόν, τα επιτεύγματα δεν έχουν καμία σημασία. Καθένας μπορεί να προσποιηθεί οτιδήποτε και να προωθήσει όποια ζωή θέλει. Οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να αισθανθούν celebrities και μετατρέπουν την ύπαρξη τους σε εμπόρευμα με νόμισμα τα Likes που εισπράττουν. Η ανάγκη των ανθρώπων που προεξάρχει είναι να είναι αρεστοί, αποδεκτοί, δημοφιλείς και επιθυμητοί. «Σε αντίθεση με τον καθρέφτη, ο οποίος μας υπενθυμίζει ποιοι πραγματικά είμαστε και μπορεί να έχει αντίθετη επίδραση από την προσδοκία μας εκείνη τη στιγμή, το facebook μπορεί να αποδώσει μόνο τη θετική πλευρά του εαυτού μας», σχολιάζει ο P. Hancock, καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Florida (Gonzales & Hancock, 2011).

Άνθρωποι με πολλούς φίλους στο Facebook έχουν αυξημένες πιθανότητες stress στη ζωή τους. Το γεγονός αυτό σχετίζεται μεταξύ άλλων και με την πίεση που αισθάνονται ότι δέχονται οι χρήστες να δημοσιεύουν διαρκώς ενημερώσεις (updates) στο προφίλ τους για το τι κάνουν στη ζωή τους. Είναι σαν ένα μίνι ειδησεογραφικό κανάλι του εαυτού τους. Όσο περισσότερους ανθρώπους έχουν ως «φίλους», τόσο πιο πολύ θεωρούν ότι υπάρχει ένα ακροατήριο που τους περιμένει. Νιώθουν περίπου σαν μικρές διασημότητες.

Η προβολή μέσω των social media ενισχύει πολλές φορές την επικοινωνία των ανθρώπων και καταδεικνύει την ανάγκη για διαπροσωπική επαφή. Για πολλούς τα social media είναι ένα μέσο που εξυπηρετεί με γρήγορο, άμεσο, εύκολο και ανέξοδο τρόπο την ανάγκη για διασκέδαση, γνωριμία, συζήτηση, φλερτ, ανταλλαγή απόψεων ή ακόμα και σχέσης. Το άτομο μαθαίνει και συνηθίζει να επικοινωνεί ανταλλάσσοντας εικόνες και μηνύματα, δείχνοντας αυτό ακριβώς που θέλει και χωρίς να υπάρχει κάποια υποχρέωση για προσωπική επαφή και αλληλεπίδραση, η οποία θα οδηγούσε στην προσωπική έκθεση. Με τον τρόπο αυτό το άτομο επικοινωνεί μέσω του υπολογιστή, μη δυνάμενο να εμπλακεί και να επενδύσει συναισθηματικά σε μία ουσιαστική σχέση, αντικαθιστώντας πολλές φορές την αληθινή φυσική επαφή με την εικονική πραγματικότητα. Σταδιακά δημιουργείται μία ψευδής εικόνα, η οποία παγιώνεται, με αποτέλεσμα το άτομο να αποξενώνεται και να παγιδεύεται στη μοναξιά του. (Kraut et al., 1998).

Αναπτύσσεται έτσι ένα νέο είδος “ψηφιακού ανθρώπου” που εθίζεται στη χρήση και σ’ αυτή την ψευδή κοινωνική ομάδα “φίλων”. Σύμφωνα με έρευνα, οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης είναι εθιστικές, όπως και οι ναρκωτικές ουσίες. Σε μια δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα New York Post αναφέρεται ότι οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι εξαρτημένοι από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αντιδρούν στη στέρηση της δυνατότητας χρήσης τους με ανησυχία. Το 53% των ερωτηθέντων ανέφερε πως έχουν «αίσθημα αναστάτωσης από τον κλειστό υπολογιστή». Επιπλέον, περισσότερο από το 40% των ερωτηθέντων παραδέχθηκε ότι αισθάνονται «μοναξιά» όταν δεν είναι online. Η παραίτηση από την τεχνολογία θεωρείται από αρκετούς τόσο δύσκολη, όσο η διακοπή του καπνίσματος (Meshi et al., 2019).

Σύμφωνα με το Larry Rosen, καθηγητή ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, η υπερβολική χρήση των social media μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ναρκισσιστικής ή και αντικοινωνικής συμπεριφοράς, σε εγωκεντρικά σύνδρομα και μπορεί να σχετίζεται ταυτόχρονα με τη χαμηλή αυτοεκτίμηση (Rosen et al., 2013).

Ο ναρκισσισμός εδώ αναφέρεται στην ανάγκη των χρηστών για θαυμασμό από τους άλλους και στην εμμονή για επίδειξη. Ο τυπικός χρήστης ενδόμυχα αποζητά την αποδοχή ενός ευρύτερου συνόλου και την επαφή με πολλά άτομα, κάτι το οποίο πολλές φορές δε συμβαίνει στην πραγματική του ζωή. Οι ναρκισσιστές χρησιμοποιούν τα social media προκειμένου να προωθήσουν τον εαυτό τους και να εισπράξουν την αναγνώριση (Schou et al., 2017).

Οι ιστοσελίδες τύπου Facebook ενθαρρύνουν τη στιγμιαία αναγνώριση και ικανοποίηση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα μία τόνωση της ψυχολογίας εν είδη ντοπαρίσματος, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για μια σταθερή ψυχολογική ευεξία αλλά για μία έντονη ικανοποίηση, η οποία δημιουργεί ένα κενό χρονικό διάστημα προσδοκίας έως την επόμενη αναγνώριση. Το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα είναι πολλές φορές τα άτομα να επιζητούν αντίστοιχη επιβεβαίωση ή μονοπώλιο της προσοχής των άλλων και στην πραγματική ζωή, με αποτέλεσμα να φέρονται εγωκεντρικά έως και αντικοινωνικά (Rosen et al., 2013).

Η αυτοεκτίμηση αυξάνεται αναλόγως με το εύρος της κοινωνικής δικτύωσης και τον αριθμό των likes, είναι όμως σαθρή, ασταθής και πηγάζει από ένα πληκτρολόγιο. Οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν την εξιδανικευμένη τους εικόνα, η οποία κάνει διακοπές στις Μαλβίδες, ντυμένη με κομψά ρούχα και τρώει σε ακριβά μαγαζιά και ενισχύοντας έτσι την αυτοπεποίθησή τους μέσω του θαυμασμού που εισπράττουν. Αποδίδουν όμως μεγάλη αξία στη διαδικτυακή τους ταυτότητα και αμελούν να λειτουργήσουν στον αληθινό κόσμο. Αδυνατούν συχνά να αντλήσουν ικανοποίηση εάν αυτή δε διανθιστεί από τις αντιδράσεις του εικονικού κόσμου.

Θα μπορούσαμε να πούμε συνολικά ότι οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης έχουν μετατρέψει μια ολόκληρη γενιά σε ανθρώπους που έχουν μόνιμη εμμονή με τον εαυτό τους και αναζητούν με έναν εφηβικό αν μη τι άλλο τρόπο την επιβεβαίωση από ένα ιντερνετικό σύνολο. Αυτό συνοδεύεται από μία έκπτωση και απαξίωση των αισθήσεων. Η θάλασσα δεν είναι πλέον ένα τοπίο, στο οποίο μπορούμε να γευτούμε την αλμύρα, να ακούσουμε το κύμα, να νιώσουμε το νερό να χαϊδεύει τα πόδια μας και να χαθούμε κοιτάζοντας τη γραμμή των οριζόντων αλλά ένα πλαίσιο πόζας που θα επιβεβαιώσει στο ιντερνετικό κοινό μας ότι περνάμε τέλεια στην τέλεια ζωή μας και δικαιωματικά κερδίσαμε το θαυμασμό, τη ζήλια ή έστω ένα like.

Όταν τα άτομα επιχειρούν να μεταφέρουν αυτές τις εμπειρίες στην πραγματική ζωή βιώνουν συχνά έντονη απογοήτευση και θλίψη. Βυθίζονται έτσι ακόμα περισσότερο στην επίπλαστη κατάσταση των διαδικτυακών κοινοτήτων. Και είναι αυτή η αναντιστοιχία ανάμεσα στη ζωή και την εικονική πραγματικότητα που τελικά οδηγεί στην κατάθλιψη. Για αυτό, αν όχι αυτό, έστω το επόμενο καλοκαίρι, μυρίστε το γιασεμί, χαθείτε στα χρώματα της θάλασσας, γευτείτε ό,τι μπορείτε και αν τα φωτογραφήσετε, ας είναι απλά για την ψευδαίσθηση που έχουμε ανάγκη, ότι αιχμαλωτίζουμε λίγη ομορφιά μέσω της μνήμης. Καλό καλοκαίρι!

 


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Gonzales, A.L. & Hancock, J.T. (2011). Mirror, Mirror on my Facebook Wall: Effects of Exposure to Facebook on Self-Esteem. Cyberpsychology, Behavior and Social Networking.  Doi: 10.1089/cyber.2009.0411. 

Kraut, R.,  Patterson, M. & Lundmark, V. (1998). Internet paradox: A social technology that reduces social involvement and psychological well-being?. American Psychologist, Vol 53, 1017–1031. 

Meshi, D., Elizarova, A., Bender, A. & Verdejo-Garcia, A.(2019). Excessive social media users demonstrate impaired decision making in the Iowa Gambling Task. Journal of Behavioral Addictions, 8, pp. 169-173.  doi: 10.1556/2006.7.2018.138. 

Rosen, L.D., Whaling, K., Rab, S., Carrier, L.M. & Cheever, N.A (2013). Is Facebook creating “iDisorders”? The link between clinical symptoms of psychiatric disorders and technology use, attitudes and anxiety. Computers in Human Behavior, Vol 29 (No 3) ,1243-1254.

Schou Andreassen, C., Pallesen, S. & Griffith, M. D. (2017). The relationship between addictive use of social media, narcissism, and self-esteem: Findings from a large national survey. Addictive Behaviors, Vol 64, 287-293.