Άρθρο: Άρτεμις Μπλατσή
B.Sc. Ψυχολογίας, εκπ. Ψυχοθεραπεύτρια
Τον τελευταίο χρόνο όλο και πιο συχνά μια ιδιαίτερη θλίψη με επισκέπτεται.
Έρχεται όταν είμαι στη σιωπή, περιτριγυρισμένη απο τη φύση και τα δικά της πλάσματα.
Και όπως κάθε θλίψη, αναβλύζει από κάπου βαθιά και με γεμιζει απελπισια .
Αντίθετα όμως απο κάθε θλίψη που έχω νιώσει αυτή η θλίψη μοιαζει να έχει πηγή βαθύτερη απο εμένα, μεγάλο βάρος και να μην έχει όνομα.
Μια μέρα κατάλαβα ότι αυτή η θλίψη είναι για τα βουνά.
Τον τελευταιο χρόνο έχασα τον πατέρα μου.
Τον τελευταίο χρόνο έμαθα ότι θα χάσω και τα βουνά.
Και είναι με έκπληξη που συνειδητοποιώ ότι αντίθετα από τον πόνο για τον πατέρα μου, που έγινε πένθος και μετά για την ζωή πάλι λίπασμα, ο πόνος μου για τα βουνά είναι απαρηγόρητος.
Στα βουνά πάω απο μικρή για να κάνω την ζωή χαρά, τον φόβο ελευθερία, την αρρώστια υγεία και την θλίψη σοφία. Και τα βουνά πάντα μου τα έδωσαν αυτά, όχι επειδή νοιάζονται για εμένα την άνθρωπο αλλά επειδή αυτή είναι η δική τους αιώνια ουσία.
Σήμερα, σε ένα κόσμο που λεηλατείται ραγδαία, τα επόμενα στη σειρά είναι τα ελληνικά βουνά. Από χέρια κερδοσκόπων ξεγυμνώνονται από τον μανδύα της ιερότητας και της αιωνιότητάς τους και βιάζονται για να γίνουν βάσεις για ανεμογεννήτριες, φράγματα και φωτοβολταϊκά. Και οι άνθρωποι που τα αγαπούν ή ζουν σε αυτά βλέπουν να διαλύεται η δική τους σχέση μαζί τους και το κληροδοτημένο, βιωμένο αφήγημα που τα συνόδευε μεσα στην ιστορία.
Αυτό με έχει σπρώξει στα πιο έσχατα σύνορα της θλίψης γιατί αντίθετα από την φυσική τάξη του ανθρώπινου θανάτου μας, ο θάνατος των βουνών είναι ύβρις που ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα και δεν χωρά στον νου. Είναι θάνατος που με γεμίζει με αγωνία να δράσω και με ενοχή οτι δεν τον απέτρεψα.
Και πάλι όμως όλος αυτός ο πόνος για καιρό δεν χώραγε σε λέξεις και δεν είχε όνομα.
Μέχρι που μια μέρα το βρήκα τυχαία. Και απέκτησε επιτέλους νόημα.
Τις τελευταίες δεκαετίες, αντιμέτωπη με τον αντίκτυπο της καταστροφής της φύσης και της κλιματικής αλλαγής στην ψυχική υγεία, η σύγχρονη ψυχολογία επινόησε τον όρο “eco-grief” για να περιγράψει την θλίψη που βιώνεται εξαιτίας μιας τετελεσμένης ή επαπειλούμενης οικολογικής απώλειας που οφείλεται σε μια ξαφνική ή σωρευτική περιβαλλοντική αλλαγή. Η απώλεια σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να αφορά εξάλειψη ειδών, οικοσυστημάτων, τόπων με βαρύνουσα σημασία για το άτομο και την κοινότητα καθώς και τρόπων ζωής και αυτοπροσδιορισμού σε συνάρτηση με την φύση (Cunsollo & Ellis, 2018).
Η θλίψη είναι μια φυσική απόκριση του ανθρώπου στην απώλεια και δείχνει το μέγεθος της αγάπης, της σύνδεσης και της ευθύνης που κάποιος νιώθει για αυτό που χάθηκε. Ως συναίσθημα μας συνοδεύει απο την αρχή της ιστορίας και μας ειναι μια γνωστή όψη της ύπαρξης. Όμως αυτή η θλίψη για το περιβάλλον, παρόλο που πηγάζει απο την πανάρχαια και εσωτερική μας σύνδεση μαζί του, αντιμετωπίζεται ως μια καινούργια και ανεξερεύνητη ακόμα έκφανση. Μοιάζει με την θλίψη για την απώλεια αγαπημένων προσώπων; Ακολουθείται απο πένθος; Απαλύνεται από όσα ζώντας μάθαμε οτι την παρηγορούν; Και πώς λες ή πώς ακούν οι άλλοι το γεγονός οτι θρηνείς για κάτι πέρα απο τα ανθρώπινα;
Απέναντι στην απώλεια του περιβάλλοντος δεν γεννιέται μόνο θλίψη. Απόγνωση, αγανάκτηση, ματαίωση, θυμός, ενοχή βρίσκονται εκεί και καταγράφονται από τους ανθρώπους που έχουν υπάρξει μάρτυρες της καταστροφικής αλλοίωσης του κόσμου. Με εξορύξεις, με αποψιλώσεις, με λιώσιμο πάγων, με βιομηχανίες, με ανεμογεννήτριες, με φωτοβολταϊκά, με πλημμύριση φραγμάτων, με μόλυνση, με ηχορρύπανση ο τόπος τον οποίο κοιτούν δεν είναι πια ο τόπος που αγάπησαν, δεν μπορούν με τον ίδιο τρόπο να σταθούν μεσα σε αυτόν (ίσως γιατί ό,τι γνώριζαν μέσα σε αυτόν έχει σβήσει) και με τρόμο συνειδητοποιούν ότι ο τόπος αυτος πια δεν μπορει να τους συντηρήσει γιατί λεηλατημένος δεν υποστηρίζει πλέον την ζωή. Αυτό δίνει την τροφή στο eco-anxiety, την αγωνία απέναντι στην καταστροφή της φύσης (Clayton, Manning, Krygsman, & Speiser, 2017).
Σαν μια απόχρωση της «οικο-αγωνίας» έρχεται και η έννοια της solastalgia, της αίσθησης του αποχωρισμού από το σπίτι ενώ είσαι ακόμα εκεί (Albrecht, 2007). Ζώντας σε ενα φυσικό περιβάλλον που σε τίποτα δεν θυμίζει αυτό που γνώριζες αναπολείς αυτό που κάποτε υπήρχε, νιώθεις την σχέση σου με αυτό που αγαπούσες να έχει διαρραγεί, νιώθεις ξένος χωρίς να έχεις φύγει γιατί αυτό που έχει χαθεί ειναι το «σπίτι», η αίσθηση του οτι ανήκεις εκεί. Η συνέπεια του να χάνεις το «σπίτι» σου ειναι δεινή. Συνδυάζεται με το να χάνεις την αίσθηση του εαυτού, της ασφάλειας και του μέλλοντος. Ενδοπροσωπικές και διαπροσωπικές σχέσεις διαταρράσονται, η σύγκρουση αυξάνει, ψυχή και σώμα νοσεί (Clayton et al., 2017).
Φαίνεται λοιπόν ότι σε αυτή την στιγμή της ιστορίας η θλίψη και η αγωνία για το περιβάλλον μακριά από το να είναι μια προσωπική και καταγέλαστη ευαισθησία είναι η πιο βαθιά κοινή μας πληγή και το επόμενο ζήτημα που η επιστήμη της ψυχολογίας θα κληθεί να αγγίξει και να διαπραγματευτεί.
Η ανθρωπότητα βρίσκεται σε διαφορετικά στάδια αποδοχής της καταστροφής του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής. Όπως επίσης βρίσκεται και σε διαφορετικά στάδια επίγνωσης της θλίψης και της αγωνίας που αναπτύσσονται σε συνέργεια εκεί. Είναι όμως, ακόμα και ασυνείδητα, υπό το άδραγμα του φόβου για την επερχόμενη καταστροφή. Αυτό τον φόβο εκμεταλλεύονται όσοι με δόλο μας δίνουν εύκολες λύσεις που καθησυχάζουν την δική μας αγωνία για συνεισφορά στην λύση και επιβίωση, εξυπηρετούν όμως το ίδιον συμφέρον τους και βασίζονται στην περαιτέρω φυσική καταστροφή.
Η θλίψη για το περιβάλλον, όταν κάποιος της επιτρέψει να έρθει στην επίγνωση, είναι παραλυτική, η αγωνία για αυτά που χάνονται διαβρωτική και η οδύνη του να χάνεις το «σπίτι» σου, να το βλέπεις κατεστραμμένο, ανείπωτη. Η συνειδητοποίηση των απωλειών που επίκεινται και η αδυναμία να τις ανακόψεις και να αμυνθείς αναγνωρίζεται πλέον οτι δημιουργεί πεδίο άγχους προ-τραυματικού (Clayton et al., 2017).
Όμως, αν επιτρέψουμε στο συναίσθημα να έρθει εμπρός μας και πάρουμε την γενναία απόφαση να μείνουμε εκεί, θα έχουμε κάνει το πρώτο βήμα για την αλλαγή. Την δική μας προσωπική αλλά και αυτή που τόσο έχει ανάγκη η γη. Γιατί αν ξέρουμε την γεύση του πόνου μας μας και την δική μας στάση μέσα σε αυτόν θα μπορούμε να μετουσιώσουμε την θλίψη και την αγωνία σε δύναμη για μάχη και ανατροπή. Αν συνδεθούμε με ανθρώπους που επίσης σηκώνουν την θλίψη και την αγωνία για την φύση με πείσμα και αυταπάρνηση και προσπαθήσουμε να δώσουμε μαζί την μάχη αυτή τότε ακόμα περισσότερο γίνεται η θλίψη και η αγωνία καυσιμο για αλλαγή. Και αν πηγαίνουμε στην φύση, αν την φροντίζουμε, αν νιώθουμε αυτό που μας συνδέει με αυτή, αν καθόμαστε μαζί της ήσυχοι ώρα πολλή τότε ίσως ακούσουμε τι έχει να μας πει. Το μήνυμα της είναι εκεί.
Χτες ήταν μια μέρα που η θλίψη για την φύση ήρθε πάλι να με βρει. Η μετατροπή των τόπων που αγαπώ σε εργοτάξιο κατακυρώνεται αύριο στην Βουλή και ο θυμός, η θλίψη, η οργή, η αδικία, η αγωνία, η ενοχή ισοπεδώνουν μέσα μου την ζωή. Αλλά αυτή την φορά μέσα από τo κλάμα κάτι μου τράβηξε την προσοχή. Ένα πουλί κελαηδούσε κελαρυστά λίγο πιο πέρα, σήκωσα τα ματια, το άκουσα και μου είπε «Τραγούδα για την ομορφιά πιο δυνατά από την καταστροφή»
Βιβλιογραφικές αναφορές
Albrecht, G. et al. (2007). Solastalgia: the distress caused by environmental change. Aus. Psych. 15, 95–98.
Clayton, S., Manning, C. M., Krygsman, K., & Speiser, M. (2017). Mental Health and Our Changing Climate: Impacts, Implications, and Guidance. Washington, D.C.: American Psychological Association, and ecoAmerica.
Cunsolo, A., Ellis, N.R. (2018). Ecological grief as a mental health response to climate change-related loss. Nature Clim Change 8, 275–281 https://doi.org/10.1038/s41558-018-0092-2 Retrieved from: https://www.planetaryhealthlab.com/wp-content/uploads/2019/02/Ecological-grief-as-a-mental-health-response-to-climate-change-related-loss.pdf