Ποίημα: Νεκταρία Τσοπανέλη
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Στέλλα Πυρένη
Φιλόλογος


Ολόφρεσκες πετσέτες,
μαραμένες τουλίπες σε θολό νερό,
χείλη που στην προσευχή εξασκούνται και
φιλιά υγρά, ξεραμένα πια.

Μπούκλες που περιμένουν χάδι,
όνειρα κρεμασμένα με μανταλάκια στη βροχή και
τσακισμένες σελίδες από βιβλία χαρισμένα.

Δάχτυλα που αμήχανα αναζητούν στο σκοτάδι άλλα γνώριμα,
τραγούδια στο ραδιόφωνο για το τίποτα γραμμένα,
νερά εμφιαλωμένα που σε λίγο τελειώνουν,
αμαρτίες καθαγιασμένες από τη μνήμη
κι η σιωπή που μέρα με τη μέρα γίνεται οίκος του απολύτου.

Μυρωδιές ανθρώπων που πριν γευτούμε λησμονήσαμε,
βελουδένιοι πρωινοί ύπνοι που κυλάνε σε ένα παρόν αιώνιο,
και μια άνοιξη δύσπνοη,
ένας αδιόρθωτος ψεύτης Απρίλης
σαν ένα μεγάλο άκεφο αστείο στη ζωή.

Κι εμείς σε έναν κόσμο βουβό
με μάσκες και σκιές,
ζήλιες, πάθη και αγάπες
συνεξαρτήσεις, φόβους, μοναξιασμένες ώρες
καθόλου αναγκαίοι μα
και καθόλου περιττοί.
Κι Εσύ, η ελπίς πάντων των περάτων της γης
γενού ίλεως.