Άρθρο: Δέσποινα Πάνου
Κοινωνική Ανθρωπολόγος
Εκπ. Προσωποκεντρική Ψυχοθεραπεύτρια
Ο Δημήτριος Ι. Πάλλας γεννήθηκε στη Σαλαμίνα στις 5 Ιανουαρίου 1907 και ήταν το πρώτο παιδί μιας αγροτικής οικογένειας. Αρχικά, φοίτησε σε σχολείο του νησιού και στη συνέχεια ολοκλήρωσε το γυμνάσιο στην Αθήνα. Οι ακαδημαϊκές σπουδές του, στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών (σημερινό ΕΚΠΑ-Εθνικό και Καποδοστριακό Πανεπίστημιο Αθηνών) σχετίζονται με τη Θεολογία και του δίνουν την ευκαιρία να γνωρίσει τον καθηγητή της Χριστιανικής Αρχαιολογίας Γεώργιο Σωτηρίου. Παρόλο που δεν θα μπορούσε να το γνωρίζει τότε, αυτή η γνωριμία έμελλε να καθορίσει κατά μεγάλο μέρος τη μετέπειτα ζωή τoυ! (Γκράτζιου, 1999)
Ως φοιτητής, ωστόσο, εκπαιδεύτηκε και στην αρχαιολογία, καθώς του δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθεί στενά τις δραστηριότητες του Γεωργίου και της Μαρίας Σωτηρίου στο Βυζαντινό Μουσείο, όπου στη πορεία υπήρξε φύλακας και συνεργάτης, ενώ το 1933 ανάγεται σε Επιμελητής Αρχαιοτήτων στο χώρο αυτό (Αντουράκης, 1996).
Δύο χρόνια αργότερα, όμως, προσβλήθηκε από φυματίωση, κάτι που τον ανάγκασε να μείνει καθηλωμένος στο κρεβάτι για τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Αφού ανάρρωσε, κατάφερε να τοποθετηθεί στην 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και κατά τη διάρκεια της Κατοχής έγινε μέλος του ΕΑΜ, γεγονός που του στοιχίζει τη θέση του στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Δυστυχώς, μετά τη λήξη του πολέμου, η φυματίωση εμφανίστηκε ξανά και τον καθήλωσε για άλλα 3 χρόνια (1946-1948) (Λάσκαρης, 1996).
Από το 1952 και έπειτα αρχίζει και επίσημα την ανασκαφική του δραστηριότητα, ενώ το 1960 φεύγει για το Μόναχο όπου ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή το 1965. Την αμέσως επόμενη χρονιά, εκλέχθηκε καθηγητής της Βυζαντινής Αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και κατέλαβε την έδρα του Αναστασίου Ορλάνδου, καθώς εκείνος είχε πεθάνει. Εκεί, άσκησε τα καθήκοντα του ως καθηγητής μέχρι τον Ιανουάριο του 1968, όπου απολύθηκε από τη Χούντα (Κριαράς, 1995).
Το 1980 έθεσε την υποψηφιότητα του στην Ακαδημία Αθηνών, αλλά τελικά εκλέχθηκε ο Μανόλης Χατζηδάκης.
Πέντε χρόνια αργότερα του απονεμήθηκε το βραβείο Gottfried von Herder από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης και το 1986 δίδαξε για ένα μόλις χρόνο στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Σε έναν ευρύτερο απολογισμό, όπως παραδεχόταν και ο ίδιος καθώς θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό, η ζωή του γενικότερα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από μικρές στιγμές χαράς και ευημερίας, αποτελώντας αντιπροσωπευτικό δείγμα της γενιάς του η οποία κατά κανόνα αποτέλεσε μέρος στο όραμα αλλαγής του κόσμου (Τριανταφυλλόπουλος, 1985).
Ο Δημήτριος παντρεύτηκε δύο φορές! Η πρώτη του γυναίκα, ονόματι Χαρίκλεια Μπάρλα, ήταν αρχαιολόγος και μαθήτρια του Αναστασίου Ορλάνδου. Ο γάμος τους κράτησε μόλις ένα χρόνο και διεκόπη εξαιτίας του θανάτου της το 1971. Μετά από επτά χρόνια παντρεύτηκε την Ελένη Κριτσίκη και έζησε μαζί της τα δεκαεφτά τελευταία χρόνια της ζωής του.
*Δημήτριος Πάλλας (Πηγή: greekencyclopedia.com)
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του δεν ξέχασε ποτέ πως χάρη στον Γεώργιο Σωτηρίου έγινε αρχαιολόγος, ενώ παράλληλα αναγνώριζε την επίδραση που του άσκησαν ο Κωνσταντίνος Ρωμαίος, ο Franz Joseph Dölger και ο βιεννέζος ιστορικός τέχνης Alois Riegl (Λουκάτος, 1994). Θεωρούσε τον εαυτό του αυτοδίδακτο, γι’ αυτό σε ηλικία 53 ετών σπούδασε με επιμέλεια συντάσσοντας φροντιστηριακές εργασίες στα σεμινάρια του Beck, του Sedlmayr και του Homann-Wedekig. Προσπάθησε σθεναρά να καλύψει τα κενά της παιδείας του, κάτι που φάνηκε από τον άνετο χειρισμό των φιλολογικών, ιστορικών, θρησκευτικών και αρχαιολογικών υλικών που είχε συνθέσει και ερμηνεύσει σε ενότητες (Γκράτζιου, 1999).
Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επεκτείνονταν σε διάφορα ερευνητικά μονοπάτια. Για παράδειγμα, τον απασχόλησε η μελέτη κάθε είδους καταλοίπων από την παλαιοχριστιανική εποχή, η εκκλησιαστική ποίηση, η μελέτη της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης που χαρακτηρίζεται από πλούσιο ανασκαφικό έργο, ενόσω μεγάλη σημασία δίνεται και στην ενασχόληση του με τους λειτουργικούς χειρισμούς της πρώιμης και εν συνεχεία Βυζαντινής Εκκλησίας.
Στις μελέτες του, ως πηγές, χρησιμοποιούσε κείμενα και μαρτυρίες για την αρχαία λατρεία, την εκκλησιαστική παράδοση και τη λαϊκή λατρεία (Λάσκαρης, 1996).
Με τη διδακτορική του διατριβή, μάλιστα, επέκτεινε την έρευνα του στους λατρευτικούς χειρισμούς της Μεγάλης Εβδομάδας κατά τη Βυζαντινή εποχή, καθώς και των αντικειμένων που σχετίζονται με αυτή. Η συγκεκριμένη έρευνα, δε, που είναι γραμμένη στη γερμανική γλώσσα, φέρει τον τίτλο «Die Passion und Bestattung Christi in Byzanz. Der Ritus-das Bild» και έχει γνωρίσει μεγάλη αποδοχή και από τη Γερμανική επιστημονική κοινότητα (Kiourtzian & Duval, 1996).
Ως ερευνητής χαρακτηρίζεται σοφός και ακαταπόνητος, ενώ συγχρόνως αναδεικνύεται σε σπουδαία έμπνευση για τις επόμενες γενιές βυζαντινολόγων.
Τέλος, το 1990 ήρθε αντιμέτωπος με κάτι αρκετά επώδυνο για την υγεία του, καθώς η όραση του είχε αρχίσει να εξασθενεί. Έτσι, από το 1992 και μετά σταμάτησε να επισκέπτεται τη Βιβλιοθήκη της Αρχαιολογικής Εταιρείας και, όπως ήταν φυσικό, εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια ανάγνωσης. Απεβίωσε στις 11 Μαΐου 1995, προτού προλάβει να χάσει εντελώς την όραση του, αγωνιζόμενος πάντα να κρατήσει το πνεύμα του σε εγρήγορση (Λουκάτος, 1994). Κλείνοντας αξίζει να αναφερθεί ότι το υψηλών απαιτήσεων έργο του, η δραστήρια παρουσία του και η προθυμία του να δεχθεί και να καθοδηγήσει του νέους σύμφωνα με το δικό του παράδειγμα, τον καθιστούν έναν ολοκληρωμένο άνθρωπο και επιστήμονα.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Αντουράκης, Γ. (1996). Ο διδάσκαλος Δημήτριος Ι. Πάλλας (1907-1995). Μνημόσυνο και αναμνήσεις. Θεολόγία. Τεύχος 67, 550-560.
Γκράτζιου, Ο. (1999). Στη μνήμη του Δημητρίου Ι. Πάλλα (1907-1995). Αθήνα: Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης.
Κριαράς, Ε. (1995). Η αγωνιστικότητα ενός επιστήμονα. Το Βήμα, 66-67.
Kiourtzian, G. & Duval, N. (1996). Double hommage à Demètrios I. Pallas (1907-1995). Antiguité Tardive. Τεύχος 5, 8-10.
Λάσκαρης, Ν. (1996). Δημήτριος Πάλλας (1907-1995). Βυζαντιακά. Τεύχος 16, 447-452.
Λουκάτος, Δ. (1994). Δημήτριος Ιω. Πάλλας (1907-1995). Λαογραφία. 425-426.
Τριανταφυλλόπουλος, Δ. (1985). Nachruf Demetrios I. Pallas. BZ, Τεύχος 91. 317-320.