Κείμενο: Δημήτρης Βαγενάς
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Μαρία Κουσαντάκη
Ψυχολόγος- Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια


Τ’ αδέρφια παίζουν ήσυχα και χαρούμενα και οι γονείς είναι κατενθουσιασμένοι που επιτέλους επικρατεί ησυχία στο σπίτι. «Μα τι ωραία που παίζετε!» αναφωνούν αυθόρμητα, και ξαφνικά το σαλόνι μετατρέπεται σε πεδίο μάχης. Με πολλούς τρόπους ενδέχεται ν’ αντιμετωπίσουν τον τσακωμό των παιδιών: με φωνές, απειλές, τιμωρίες… Σίγουρα, πάντως, αποκλείεται να τα ενθαρρύνουν να εξακολουθήσουν να μαλώνουν. Κι όμως, σε ορισμένες περιπτώσεις, μια τέτοια ενέργεια μπορεί να φέρει θετικά αποτελέσματα.

Οι παράδοξες τεχνικές χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον από τις πρώτες σχολές της οικογενειακής θεραπείας. Τα ερευνητικά προγράμματα του Palo Alto την περίοδο 1952-1962 αποτέλεσαν τα θεμέλια της Στρατηγικής Σχολής, που, με κυριότερους εκπροσώπους τους Gregory Bateson, Don Jackson, Jay Haley και Cloe Madanes ήκμασε τις επόμενες δεκαετίες, ενώ οι τεχνικές του Bateson εμπλουτίστηκαν από τη Σχολή του Μιλάνο, με πρωτεργάτες τους Mara Selvini-Palazzoli, Luigi Boscolo, Gianfranco Cecchin και Giuliana Prata. Στις προσεγγίσεις αυτές τα θεραπευτικά παράδοξα χρησιμοποιούνται με πολλαπλούς τρόπους, στην προσπάθεια των θεραπευτών να μεταβάλλουν την οργάνωση της οικογένειας και τα δυσλειτουργικά πρότυπα σχέσεων κι επικοινωνίας (Marley, Rasheed, J.M. & Rasheed, M.N., 2011).

Τι είναι, λοιπόν, τα παράδοξα και με ποιούς τρόπους μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους γονείς, έτσι ώστε ν’ αντιμετωπιστούν οι καβγάδες μεταξύ των αδερφών; Σε περίπτωση που τα παιδιά τσακώνονται συχνά, οι γονείς μπορούν να τους πουν να εξακολουθήσουν να καβγαδίζουν για άλλες δύο ώρες, να καβγαδίσουν ξανά το επόμενο απόγευμα ή να καβγαδίζουν κάθε Παρασκευή μεσημέρι μετά το σχολείο. Αν τα παιδιά ακολουθήσουν τις οδηγίες των γονέων, αφενός θα μάθουν να ελέγχουν και κατ’ επέκταση να συγκρατούν μια μέχρι πρότινος ανεξέλεγκτη κατάσταση, αφετέρου θα δώσουν στους γονείς τους τη δυνατότητα να εξουσιάζουν τους τσακωμούς, οι οποίοι θα εκδηλώνονται πια έπειτα από δική τους εντολή. Αν, πάλι, δεν ακολουθήσουν την οδηγία, οι συγκρούσεις θα σταματήσουν και θα επέλθει η θετική αλλαγή. Κατ’ ανάλογο τρόπο, αν τα αδέρφια έχουν την τάση ν’ ανταλλάζουν βωμολοχίες κι άσεμνες χειρονομίες, οι γονείς μπορούν να τους ζητήσουν να εξακολουθήσουν να το κάνουν. Σε περίπτωση που δεν υπακούσουν, αυτές οι συμπεριφορές θα εξαλειφθούν, ενώ εφόσον συμμορφωθούν, θ’ αρχίσουν να ελέγχουν τις συγκρούσεις τους (Goldenberg, H. & Goldenberg, I., 2005).

Εκτός από τη «συνταγογράφηση του συμπτώματος», μία ακόμη τεχνική είναι η «αλχημεία της συμπεριφοράς». Η τεχνική αυτή αντλεί το όνομά της από την προσπάθεια των αλχημιστών κατά το μεσαίωνα να μετατρέψουν το σίδηρο και το χαλκό σε πολύτιμα μέταλλα, όπως είναι το ασήμι και ο χρυσός. Στην «αλχημεία» μια αρνητική συμπεριφορά περιγράφεται θετικά γι’ αυτόν στον οποίο απευθύνεται κι εν συνεχεία ενθαρρύνεται (Παρίτσης, 2006). Σε περίπτωση, δηλαδή, που ο ένας αδερφός κοροϊδεύει τον άλλον για το ντύσιμό του ή για τους κακούς βαθμούς που πήρε στο σχολείο, ο γονέας μπορεί να του πει «χαίρομαι που σε απασχολεί η εμφάνιση του αδερφού σου!» ή «μπράβο σου που ενδιαφέρεσαι για τη σχολική του επίδοση!», προλαβαίνοντας μ’ αυτό τον τρόπο την επικείμενη σύγκρουση.

Οι «υποκριτικές» τεχνικές φαντάζουν λιγότερο επικίνδυνες και πιο λογικοφανείς. Καθώς, λοιπόν, τα μέλη της οικογένειας χαλαρώνουν παίζοντας διάφορα παιχνίδια, οι γονείς μπορούν να ζητήσουν απ’ τα παιδιά να παίξουν θέατρο και ν’ αναπαραστήσουν τους τσακωμούς τους. Υποκρινόμενα πως λογομαχούν ή χτυπούν το ένα τ’ άλλο, τ’ αδέρφια αρχίζουν να ελέγχουν εκούσια τη συμπεριφορά τους, που μέχρι εκείνη την ώρα θεωρούσαν ακούσια κι ανεξέλεγκτη (Goldenberg, H. & Goldenberg, I., 2005). Το παιχνίδι και το συνεπακόλουθο γέλιο ενδέχεται ν’ αναστείλει τον επόμενο τσακωμό, αφού είναι πολύ πιθανό πριν ξεκινήσει ο καβγάς τα παιδιά να θυμηθούν όσα συνέβησαν την ώρα του παιχνιδιού και ν’ απομυθοποιήσουν την αιτία του.

Οι παράδοξες τεχνικές έχουν αμφισβητηθεί πολλές φορές, με τους επικριτές τους να υποστηρίζουν πως είναι απλοϊκές, προφανείς και συνήθως φέρνουν το αντίθετο αποτέλεσμα (Foreman, 1990). Αν και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως επιτυγχάνουν το σκοπό τους κάθε φορά που εφαρμόζονται, σε πολλές περιπτώσεις μπορούν να λειτουργήσουν ευεργετικά, αποτελώντας έναν εναλλακτικό και, οπωσδήποτε, διπλωματικότερο τρόπο αντιμετώπισης από τις τιμωρίες και τις φωνές.


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Foreman, D.M. (1990). The ethical use of paradoxical interventions in psychotherapy. Journal of medical ethics. 16(4): 200-205.

Goldenberg, H., & Goldenberg, I. (2005). Οικογενειακή Θεραπεία: Μια επισκόπηση. Αθήνα: Εκδόσεις Ίων.

Marley, J.A., Rasheed, J.M., & Rasheed, M.N. (2011). Family Therapy: Models and Techniques. California: SAGES.

Παρίτσης, Ν. (2006). Συστημική Ψυχιατρική-Τόμος Β’: Θεραπεία και Εξέλιξη Ανθρωπίνων Συστημάτων. Αθήνα: Εκδόσεις Βήτα.