Κείμενο: Γιώργος Κιτσαράς
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Στέλλα Πυρένη
Φιλόλογος


Δεν είναι μόνο θυμός, δεν είναι μόνο στεναχώρια, δεν είναι ούτε το άγχος για το μέλλον και οι συνεχείς κυματισμοί αβεβαιότητας. Είναι πολύ περισσότερο η αίσθηση ότι οι ζωές μας έχουν μεταλλαχθεί, έχουν αλλάξει συθέμελα μέσα σε λίγες στιγμές.

Όλοι χάσαμε πολλά φέτος. Από τα απλά στα σοβαρά, από τις χαζές και ασήμαντες ενοχλήσεις στα συμβάντα εκείνα που στιγμάτισαν ζωές. Και αυτό ίσως είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που όλοι μας, είτε πολύ είτε λίγο, βιώνουμε αυτή τη στιγμή: ένα αβάσταχτο, ακατανόητο και αποπνικτικό πένθος. Πένθος για τις στιγμές που χάσαμε, για τους ανθρώπους που φύγανε από τις ζωές μας, για τα χαμένα όνειρα και τα σχέδιά μας για το μέλλον. Σχέδια και όνειρα χαμένα σε ένα απύθμενο πηγάδι όπου στραγγίζουν τα δάκρυά μας. Όσο και να ψάξουμε, είναι πολύ δύσκολο να βρούμε, να ανακαλέσουμε άλλη στιγμή με τόσο εκτεταμένη απώλεια γύρω μας. Απώλεια που συνεχίζει να είναι μαζί μας, απώλεια που έρχεται και φεύγει σαν κύματα σε δυσπρόσιτες και κουρασμένες ακτές ένα κρύο και σκοτεινό χειμωνιάτικο πρωινό.

Μέσα μου νιώθω ένα τεράστιο πένθος για τις στιγμές που απώλεσα, στιγμές με πρόσωπα που αγαπώ. Δε μετανιώνω τα δάκρυα και τα άγχη που σαν καλοί συνεπιβάτες με συνοδεύουν εδώ και καιρό, είναι άλλωστε απλές, ανθρώπινες αντιδράσεις σε όλα αυτά που βιώνουμε όλοι μας. Θρηνώ όμως τις συνέπειες αυτού του ιού στις ζωές κάποιων δικών μου ανθρώπων, συγγενών και φίλων που είχαν τη δυσάρεστη εμπειρία να βιώσουν αυτή την αρρώστια. Καθένας που αρρώσταινε, γεννούσε νέα κύματα που έφερναν μαζί τους άγχη και στεναχώριες. Καθένας που γινόταν καλά —και οι περισσότεροι ευτυχώς έγιναν καλά— ηρεμούσε τις θάλασσες για λίγο.

Θρηνώ επίσης την απώλεια της δυνατότητας να μπορούμε να αγκαλιάζουμε, να φιλάμε, να επισκεφτούμε και να βλέπουμε αγαπημένα μας πρόσωπα. Προκειμένου να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους αναγκαστήκαμε να τους αφήσουμε, να τους σπρώξουμε μακριά δημιουργώντας μια αβάσταχτη απόσταση μεταξύ μας. Πάραυτα, πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι όσοι αγαπάμε θα είναι εκεί να μας περιμένουν όταν τελειώσει όλη αυτή η κατάσταση; Ακόμη περισσότερο, πότε θα τελειώσει αυτή η κατάσταση, ποιος ορίζει το τέλος και ποιος εγγυάται ποιον θα βρούμε να μας καρτερεί;

Για εμένα, η παρούσα κατάσταση έφερε στην επιφάνεια ένα βαθιά κρυμμένο, στενάχωρο συναίσθημα. Ένα συναίσθημα που όσοι ζούνε μακριά από την οικογένειά τους, ειδικά ως μετανάστες σε άλλες χώρες, το γνωρίζουν πολύ καλά. Με τα χρόνια, είχα δημιουργήσει μια λεπτεπίλεπτη ισορροπία, μια ψευδαίσθηση ότι η απόσταση που με χωρίζει από τους δικούς μου στην Ελλάδα δεν είναι σημαντική˙ «… με ένα λεωφορείο και μια πτήση είσαι εδώ στο πι και φι…» συνήθιζα να λέω. Με τους περιορισμούς και τα εμπόδια στις μετακινήσεις, αυτή η ψευδαίσθηση που είχα δημιουργήσει με τα χρόνια άρχισε να γλιστρά από τα χέρια μου, να παίρνει απρόσμενες μορφές μέχρι που έσκασε μπροστά στα μάτια μου με εκκωφαντικό κρότο. Έναν κρότο που έφερε μαζί του νέα κύματα και ταραχές. Μήνες και πολλές δύσκολες ημέρες πέρασαν μέχρι να καταφέρω να δω ξανά την οικογένειά μου και ειδικά τη μαμά μου στην Ελλάδα. Η πρώτη μας συνάντηση, η πρώτη ζεστή αγκαλιά έφερε μαζί της μια χαρμολύπη για τα όσα βιώσαμε και βιώνουμε. Έφερε μαζί της και τη συνειδητοποίηση ότι πλέον χάσαμε τη δυνατότητα να βρισκόμαστε εύκολα και συχνά όπως πριν. Με τις γιορτές προ των πυλών είναι δύσκολο να αγνοήσουμε τις παράπλευρες απώλειες που έφερε μαζί της η πανδημία, ειδικά για όσους έχουν οικογένεια, φίλους και αγαπημένα πρόσωπα σε άλλα μέρη, χώρες ή και ηπείρους.

Αναπολώντας στιγμές πριν τον ερχομό του ιού, έρχονται στην επιφάνεια αισθήματα θυμού και στεναχώριας. Οι ζωές μας δεν ήταν τέλειες και ο κόσμος γενικότερα δεν ήταν αγγελικά πλασμένος αλλά ωστόσο, πριν τον ιό, είχαμε τη δυνατότητα να αγγίξουμε ο ένας τον άλλο, να αγκαλιαστούμε, να φιληθούμε, να μετακινηθούμε ελεύθερα, να κάνουμε σχέδια και όνειρα και να τα τηρήσουμε. Για αρκετό διάστημα τώρα, φαντάζει λες και δεν υπάρχει φως στο τέλος του τούνελ, λες και έχουμε εγκλωβιστεί σε ένα ατέρμονο μαρτύριο που καθορίζει και επιβάλλει τις ζωές μας. Ένα μαρτύριο που γεννά πόνο, δάκρυα, άγχη και μοναξιά. Πάραυτα, φως πάντοτε υπάρχει στο τέρμα ενός τούνελ. Όσα χάσαμε —και χάσαμε πολλά— όλο αυτό το διάστημα θα επιστρέψουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ακόμη περισσότερο, δε θα ξεχάσουμε πόσοι συνάνθρωποί μας υπέφεραν και τις ανυπολόγιστες και πολύπλευρες απώλειες που όλοι βιώσαμε. Καλύτερες μέρες, καλύτερες εβδομάδες, μήνες και χρόνια μάς περιμένουν στην άλλη άκρη του τούνελ. Το μόνο που τώρα χρειάζεται να κάνουμε όλοι μας είναι να κρατήσουμε δυνάμεις, να στηρίξουμε ο ένας τον άλλο μέχρι να περάσει η μπόρα και να καταλαγιάσουν τα κύματα.

«…αλλά όταν η τρανή βροχή πέφτει

Εμείς σκεφτόμαστε το ουράνιο τόξο…»

Lemn Sissay, Rain