Ποίημα: Στέσια Πολύζου
Ψυχολόγος
Επιμέλεια: Στέλλα Πυρένη
Φιλόλογος
—Καλοκαίρι—
Η Ρίτα με το κίτρινο φουστάνι της και το άσπρο σάλι.
Όλα τα φώτα της ταβέρνας πάνω της.
—Και την έκαιγαν—
—Την έκαιγαν—
Άφησε το σάλι να γλιστρήσει στον ώμο της.
Έριξε μια ματιά γύρω της.
Με τι τρόπο την κοιτούσαν όλοι αυτοί οι άνδρες;
Ξαναφόρεσε το σάλι.
—12 τα μεσάνυχτα η ώρα—
Έσβησε όλα τα φώτα
και άφησε το μικρό γνώριμο παραθυράκι ανοιχτό.
Α, κι ένα κερί αναμμένο.
Είχαν φύγει όλοι
—έτσι νόμιζε—
Καθώς μάζευε τα τραπέζια την πλησίασε.
—Εκείνος—
Αιφνιδιαστικά, σχεδόν αόρατα.
Την πλησίασε,
ρίχνοντάς της το σάλι,
λέγοντάς της πως δίχως αυτό είναι πιο όμορφη.
—Τόσο νευρική—
Της έπεσαν δύο ποτήρια
και ο τόπος μύρισε κρασί.
—Κρασί και έρωτα—
Κάθισαν στο πεζούλι, έξω από την ταβέρνα.
—Μόνοι—
Ήπιαν κρασί όλη νύχτα και μεθυσμένοι…
—Κοιμήθηκαν αγκαλιά—
Από την ποιητική συλλογή: ΑΝΑΣΕΣ