Άρθρο: Πάνος Ροκίδης
Εκπαιδευόμενος Ψυχοθεραπευτής

Επιμέλεια: Στέλλα Πυρένη
Φιλόλογος


Η Διαταραχή Πανικού

Η διαταραχή πανικού ανήκει στην ομάδα των αγχωδών διαταραχών και χαρακτηρίζεται από ξαφνικές και απρόσμενες περιόδους έντονου φόβου και άγχους. Το άτομο προσβάλλεται από τις ονομαζόμενες «κρίσεις πανικού», επεισόδια που εκδηλώνονται με ψυχολογικά καθώς και σωματικά συμπτώματα. Η διάρκειά τους κυμαίνεται αναλόγως, το δε μέγιστο της έντασής τους φτάνει στα δέκα περίπου λεπτά της ώρας. Η αιτία της έναρξης των επεισοδίων θεωρείται άγνωστη. Ενδέχεται να εμφανιστεί έπειτα από συγκεκριμένες αγχογόνες καταστάσεις, μπορεί όμως να εμφανιστεί ξαφνικά κατά τη διάρκεια μιας καθημερινής, συνηθισμένης δραστηριότητας, χωρίς κάποιο σημάδι προειδοποίησης (Bennet, 2006).

Μια κρίση πανικού περιλαμβάνει σωματικά συμπτώματα μεταξύ των οποίων είναι: η επιτάχυνση του καρδιακού ρυθμού, πόνος και δυσφορία στο στήθος, λαχάνιασμα, τρέμουλο, εφίδρωση, αίσθημα πνιγμού, μουδιάσματα, αίσθημα ζάλης ή τάση για λιποθυμία και γαστρεντερική δυσανεξία. Στα ψυχολογικά συμπτώματα περιλαμβάνονται: ο φόβος επερχόμενου θανάτου, έντονο αίσθημα φόβου και άγχους, αίσθηση αβοηθησίας, αίσθηση έλλειψης ελέγχου και συχνά το αίσθημα της αποπραγματοποίησης ή της αποπροσωποποίησης, να νιώθει δηλαδή το άτομο ότι παρατηρεί τον εαυτό του,  σα να συμβαίνουν αυτά που βιώνει σε άλλον άνθρωπο (Kring, Davison, Neale & Johnson 2010).

Ανάμεσα στις κρίσεις πανικού το άτομο υποφέρει από τον φόβο του φόβου, από την αγχωτική αναμονή μιας πιθανής επόμενης κρίσης. Καταφεύγει έτσι σε στρατηγικές αποφυγής δραστηριοτήτων που πιθανόν να πυροδοτήσουν κάποιο επεισόδιο πανικού. Αποφεύγει μέσα μαζικής μεταφοράς, ψυχαγωγικούς χώρους και κοινωνικά πλαίσια. Διακατέχεται από υπερβολική ανησυχία για καθημερινές δραστηριότητες και ειδικά αυτές που συσχετίζονται με αποχωρισμούς από τους άλλους. Η ποιότητα της ζωής, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η εργασία και ο ύπνος επηρεάζονται αρνητικά (Olatunji, 2019).

Ο φόβος μιας πιθανής κρίσης πανικού μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη αγοραφοβίας. Η διαταραχή πανικού ορισμένες φόρες συνοδεύεται από αγοραφοβία, ενώ άλλες όχι. Για τη διάγνωση της διαταραχής πανικού απαιτούνται επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού στη διάρκεια ενός μήνα, που να ακολουθούνται από επίμονο φόβο ότι θα επαναληφθούν (Bennet, 2006).

 

Προσωποκεντρική Ψυχοθεραπευτική Προσέγγιση

Η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε ομάδες ψυχικών διαταραχών δε συμβαδίζει με την ολιστική ματιά και φιλοσοφία της Προσωποκεντρικής. Aπό τη μια αποφεύγει τις παγίδες του παραδοσιακού ιατρικού μοντέλου και από την άλλη παραμένει κοντά στη θεώρηση της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τις σύγχρονες κοινωνικές επιστήμες. Δεν προσπαθεί να ερμηνεύσει τον πελάτη/θεραπευόμενο. Η Προσωποκεντρική προσπαθεί να τον καταλάβει (Sanders, 2017).

O Carl Rogers (1902-1987), ιδρυτής της προσωποκεντρικής προσέγγισης, αναφέρθηκε στις έξι θεραπευτικές συνθήκες, οι οποίες εφόσον είναι παρούσες για ένα χρονικό διάστημα, τότε αυτές είναι αρκετές για να προάγουν τη διαδικασία της εποικοδομητικής αλλαγής της προσωπικότητας (Rogers, 1957). Ως δεύτερη απαραίτητη συνθήκη ορίζει την «ασυμφωνία του πελάτη». Όταν το άτομο δε συνειδητοποιεί την ασυμφωνία, την ασυμβατότητα δηλαδή μεταξύ της εμπειρίας και του εαυτού του, νιώθει ευάλωτο και οδηγείται σε κατάσταση ψυχικής έντασης, άγχους και ανησυχίας. Τότε το άτομο είναι έτοιμο να αναζητήσει και να δεχθεί ψυχολογική υποστήριξη (Rogers, 1951). Η συνθήκη της ασυμφωνίας εξηγείται περισσότερο παρακάτω.

Ακρογωνιαίο λίθο για την προσωποκεντρική προσέγγιση αποτελεί η Τάση Πραγμάτωσης. Ο Rogers όρισε την Τάση Πραγμάτωσης ως την εγγενή προδιάθεση του οργανισμού να αναπτύξει το σύνολο των δυνατοτήτων του για την επιβίωση και την ανάπτυξή του. Η Τάση Πραγμάτωσης βρίσκεται σε στενή σχέση με την Οργανισμική Διαδικασία Αξιολόγησης. Η τελευταία αναφέρεται στο χαρακτηριστικό του οργανισμού να αξιολογεί θετικά τις εμπειρίες που εξυπηρετούν τον οργανισμό και συνοδεύονται από συναισθήματα ικανοποίησης. Αντίστοιχα, αξιολογεί αρνητικά τις εμπειρίες που προκαλούν δυσαρέσκεια και δε βοηθούν στην εξέλιξή του (Rogers, 1951).

Στα πρώτα στάδια της ζωής του το παιδί δεν ξεχωρίζει ποιο είναι το ίδιο. Aποτελεί ένα συμπαγές σύνολο, στο οποίο δεν υπάρχει διαφοροποίηση ανάμεσα στο «εγώ» και στο «όχι εγώ», στο «εμένα» και στο «όχι εμένα». Καθώς μεγαλώνει, αρχίζει να αναδύεται ο Εαυτός, που είναι σε θέση να ξεχωρίζει τις εμπειρίες που αφορούν το ίδιο και τις εμπειρίες που αφορούν τους άλλους (Warner, 2017).

Μαζί όμως με τον αναδυόμενο εαυτό, στο τοπίο μπαίνει και η ανάγκη του για θετική αποδοχή και αναγνώριση από τους άλλους ανθρώπους της ζωής του. Η επιθυμία του να προκαλέσει θετικό αντίκτυπο στο εμπειρικό πεδίο ενός άλλου ατόμου. Η ανάγκη να επιβραβευθεί και η συμπεριφορά του να γίνει αποδεκτή από το περιβάλλον του. Σε σπάνιες περιπτώσεις, το παιδί ενδέχεται να βιώσει την άνευ όρων θετική αποδοχή για όλο το φάσμα των εμπειριών του, ακόμα για παράδειγμα και όταν είναι κακότροπο ή δύσθυμο. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις το περιβάλλον θέτει όρους ως προς το ποιες συμπεριφορές του θα γίνουν αποδεκτές και ποιες όχι (Rogers, 1959).

Έτσι φιλτράρει τη συμπεριφορά του, σύμφωνα με αυτά που γίνονται αποδεκτά από τους φροντιστές και γενικότερα τις προϋποθέσεις που θέτει το περιβάλλον, και σχηματίζει τους «όρους αξίας». Σύμφωνα με τον Rogers οι όροι αξίας (conditions of worth) καταλαμβάνουν και υπερκαλύπτουν τη φυσική κι εγγενή τάση του ανθρώπινου οργανισμού να βιώνει και να διαχειρίζεται τις εμπειρίες της ζωής. Οι όροι αξίας ενδοβάλλονται από το άτομο κατά την παιδική ηλικία κι έτσι σχηματίζεται η εξωτερική εστία αξιολόγησης. Το άτομο δε βασίζεται πλέον στη δική του εσωτερική εστία αξιολόγησης για τη διαχείριση των εμπειριών και την κατεύθυνση της συμπεριφοράς του (Ιωσηφίδη & Ιωσηφίδης, 2002). Το τιμόνι της ζωής του φαίνεται να το κρατούν οι άλλοι και όχι το ίδιο. Δεν αφομοιώνει τις εμπειρίες του εντάσσοντας τες στη δομή του εαυτού του, προκύπτει ένα χάσμα ανάμεσα στην εμπειρία και τον εαυτό, την οποία ο Rogers ονόμασε ασυμφωνία και αποτελεί κύρια αιτία ανάπτυξης μορφών ψυχοπαθολογίας (Rogers, 1951).

Το άγχος κατέχει κεντρική θέση στην προσωποκεντρική θεωρία. Δημιουργείται όταν υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στην τάση πραγμάτωσης και σε μια στενή εικόνα που έχει ο πελάτης για τον εαυτό του ή όταν υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που το άτομο θα ήθελε να είναι και σε αυτό που αντιλαμβάνεται ότι είναι.

«Το άγχος είναι η κατάσταση κατά την οποία η ασυμφωνία ανάμεσα στην εικόνα του εαυτού και στην ολική εμπειρία του ατόμου προσεγγίζει τη συμβολοποίηση στη σφαίρα της επίγνωσής του. Όταν η εμπειρία είναι φανερώς διαφοροποιημένη από την αυτοεικόνα, μια αμυντική απόκριση στην απειλή γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Το άγχος είναι η απάντηση του οργανισμού ως προς την υπο-αντίληψη ότι η ασυμφωνία ενδέχεται να εισέλθει στην επίγνωση, προκαλώντας έτσι βίαια μια αλλαγή στην αυτοεικόνα» (Rogers 1959).

 

Επίλογος

Ίσως θα μπορούσε να ειπωθεί ότι οι κρίσεις πανικού, παρόλες τις δυσκολίες και τις δυσάρεστες καταστάσεις που φέρνουν μαζί, έρχονται για να κάνουν το άτομο να αναθεωρήσει και να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του. Ο τρόμος που προκαλεί το χάσμα ανάμεσα στον εαυτό και την εμπειρία όταν το άτομο το αντικρύζει, πιθανόν και να αποδειχθεί ευεργετικός για τη μετέπειτα πορεία της ζωής του, εάν βέβαια το φροντίσει ζητώντας βοήθεια.

Το άτομο που βιώνει μια κρίση πανικού νιώθει ότι κατακερματίζεται, μοιάζει σαν όλη του η ύπαρξη να καταρρέει, αισθάνεται ότι πεθαίνει, ο οργανισμός του να σβήνει. Ένας εαυτός που έχει παρακαμφθεί και υποτιμηθεί παραδίνοντας το τιμόνι στους όρους αξίας τρίτων, φαίνεται πως γκρεμίζεται, προκειμένου μέσα από την ψυχοθεραπεία και τη θεραπευτική σχέση, στη θέση του να οικοδομηθεί και να αναδειχθεί ένας νεότερος, πιο ολοκληρωμένος, περισσότερο κοντά στις πραγματικές του ανάγκες, εγγύτερα στην προσωπική του αλήθεια και μοναδικότητα. Στην προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία δίνεται χώρος και χρόνος για να αποκτήσει η σύγκρουση μια δομή, να συμβολοποιηθούν οι υποκείμενες εσώτερες ψυχικές συγκρούσεις, το άτομο να μπορέσει να διαβάσει πίσω από τις γραμμές, να αντιληφθεί αυτά που υπονοούνται αλλά δε λέγονται ρητά κι έτσι το «κάτω κείμενο» στην ιστορία ζωής του πελάτη να έρθει στην επιφάνεια και στην επίγνωσή του. Μέσα στην ενσυναισθητική αγκαλιά του προσωποκεντρικού θεραπευτή και σε ένα θετικά αποδεκτικό περιβάλλον, το πρόσωπο βοηθιέται όχι να ανακουφίσει απλά το σύμπτωμα, αλλά να γίνει ο εαυτός του. Πραγματώνει το μοναδικό εγγενές δυναμικό του, απελευθερώνοντας από τη μια τις προσωπικές του δυνατότητες, με τη χαρά που εμπεριέχεται σε αυτήν την εκπλήρωση, και από την άλλη προσφέροντας στην κοινωνία ένα πρόσωπο λειτουργικό και χρήσιμο, αναβαθμίζοντας και εμπλουτίζοντάς τη με τη μοναδικότητα του οργανισμού του.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Bennet, P. (2010). Κλινική Ψυχολογία και Ψυχοπαθολογία (επιστημονική επιμέλεια Α. Καλαντζή-Αζίζι & Γ. Ευσταθίου). Αθήνα: Πεδίο.

Hawkins, J. (2017). Living with pain: mental health and the legacy of childhood abuse. In S. Joseph. (Ed.) The handbook of Person-Centred Therapy and Mental Health. UK: PCCS books.

Kring, A., Davison, G., Neale, J. & Johnson, S. (2010). Ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Gutenberg.

Olatunji, B. (Ed.) (2019). The Cambridge Handbook of Anxiety and Related Disorders. UK: Cambridge University Press.

Panait O.D., & Chirita A.L. (2009). Client-centered psychotherapy efficacy in panic disorder. European Psychiatry, 24(1), S1063.

Rogers, C. (1951). Theory of Personality and Behaviour. In C. Rogers, Client-Centered Therapy. Its current practice, implications and theory. London: Constable.

Rogers, C. (1957). The Necessary and Sufficient Conditions of Therapeutic Personality Change. Journal of Consulting Psychology, Vol.21, p. 95-103.

Rogers, C. (1959). A Theory of Therapy, Personality and Interpersonal Relationships as Developed in the Client-centered Framework. In (ed.) S. Koch, Psychology: A Study of a Science. Vol. 3: Formulations of the Person and the Social Context. New York: McGraw Hill.

Sanders, P. (2017). Principled and strategic opposition to the medicalisation of distress and all of its apparatus. In S. Joseph and R. Worsley. The Handbook of Person-Centred Therapy and Mental Health. Theory, Research and Practice. UK: PCCS books.

Warner, M. (2017). A person-centred view of human nature, wellness and psychopathology. In S. Joseph. (Ed.) The handbook of Person-Centred Therapy and Mental Health. UK: PCCS books.

Ιωσηφίδη, Π. & Ιωσηφίδης, Ι. (2002). Η προσωποκεντρική προσέγγιση του Carl Rogers. Στο Γ.Α.Ποταμιάνος (Ed.), Θεωρίες προσωπικότητας και κλινική πρακτική. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.