Κείμενο: Δημήτρης Σούκουλης
Συγγραφέας


Είμαστε ιχνηλάτες αυτών που εν θελήσει μάς διέφυγαν ή που ακόμα γρηγοροπόδαροι μάς ξεφεύγουν. Είμαστε αφίδες που απομυζούν λέξεις, σκέψεις, αποδεικτικά πράξεων, διεκπεραιωτικά που τελεσφόρησαν κι έμειναν τα αποδεικτικά  στην καμπούρα δειπνοσοφιστή μέρμηγκα την ώρα που βυθίζεται η μέρα και δύει το καλοκαίρι. Είμαστε δέκτες σε αναζήτηση ισοζυγίων, ισορροπιών, μιας βαθύτερης καθολικής αλήθειας –πότε, άραγε, θα παύσει να γέρνει αυτή η παλάντζα που μοιάζει δίχως πάτο, αναρωτιέμαι.

Δεν είμαι ο πλέον αρμόδιος για αναλύσεις. Δεν γράφω καν κριτικές. Στη φθίνουσα πια περιστροφή μου έχω μάθει να συγκρατώ το ουσιώδες κι ό,τι μου προσφέρει ανακούφιση από την καθημερινή μου τριβή, την εσωτερική μου κατανάλωση. Δεν θα αναφερθώ στα παρασκήνια της γνωριμίας μας με την Κλειώ Ιερωνυμάκη, σε ποιες γεωγραφικές συντεταγμένες –κατά τύχη ή κατά λάθος– ριγμένος, έπεσε στα χέρια μου η νουβέλα της. Φυσικά και δεν πρόκειται να αποκαλύψω οτιδήποτε για την υπόθεση, για τα πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτή την ιστορία ή για τον τόπο της δράσης τους. Η μεμβράνη μου δεν επιτρέπει οσμώσεις και οι δρόμοι μου με έκαναν διορατικό, να βλέπω πέρα από τις αντανακλώμενες επιφάνειες που δημιουργούνται μεταξύ του συγγραφέα και του αναγνώστη κι αυτό με ενθουσιασμό μοιράζομαι μαζί σας. Αν μπορούσα όμως να συνοψίσω σε μία λέξη το άρτια δομημένο έργο της θα επέλεγα τον ανθρωπισμό, την ανθρωπιά και ως εκ τούτου την απορρέουσα κατανόηση. Κι αυτό από μόνο του είναι πολύ σημαντικό στον κόσμο τον δικό μας, τόσο αδιάφορο και απαθή που φυγοκεντρίζει τα σώματα στο διάστημα δημιουργώντας σχέσεις αποστασιοποίησης.

Σε ένα ηθελημένα λοιπόν στατικό και αδρανές περιβάλλον στα ανθρώπινα πράγματα –τόσο που στις πρώτες γραμμές θυμίζει έντονα τον G. Verga και τον ιταλικό verismo, οι χαρακτήρες ανακαλύπτουν τα ανθρώπινα όρια της δράσης, στήνουν τους δικούς τους ηθικούς κανόνες που αμβλύνουν, έστω προσωρινά, τα προσωπικά τους δράματα, τα σφάλματα. Η συνάντηση των δύο κυρίων χαρακτήρων της υπόθεσης, δύο αντιηρώων πραγματοποιείται στο τέλος του μονόδρομου του ενός. Το μεταφυσικό στοιχείο, η θεϊκή παρέμβαση και τιμωρία είναι απόντα. Το σκηνικό παραμένει ουδέτερο και απόμακρο, ο Θεός ατάραχος στις τραγωδίες. Οι κραυγές παραμένουν εσωτερικές όπως και τα κίνητρα. Η κάθαρση του ήρωα, η εξομολόγησή του για ένα «ηθικό βάρος» δεν γίνεται ενώπιον θεών ή ενώπιον κάποιου μεσάζοντα που θα διαμεσολαβήσει για να μετριάσει την ποινή ή να αναγνωρίσει ελαφρυντικά ως τυχόν θύμα της ανθρώπινης ετούτης φύσης του, να λανθάνει κάτω από το βάρος των ορμών του.  Στον σταυρό της επαλήθευσης των κρατουμένων μου, σε προσωπικό δηλαδή επίπεδο, η Κλειώ με έμαθε, ή μάλλον για ν’ ακριβολογήσω, μου υπενθύμισε την αξία της συγχώρεσης, της κατανόησης των κινήτρων της εύθραυστης ανθρώπινης ύπαρξης. Ελπίζω, όταν αργότερα θα βυθιστώ στην καθημερινότητά μου, καθώς η περίοδος των διακοπών και κατά συνέπεια της περισυλλογής –εγώ κλείνω τους λογαριασμούς τα καλοκαίρια (cit. Χριστίνα Ζερδεβά)– να μην με εγκαταλείψει παρόλες τις φυγόκεντρες ροπές μου.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ανεμολόγιο.


Σύντομο Βιογραφικό σημείωμα: Η Κλειώ Ιερωνυμάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Φοίτησε στο Τμήμα Οικονομίας και Διοίκησης στο Τ.Ε.Ι. Πάτρας και μιλά αγγλικά, γερμανικά και ισπανικά. Έχει γράψει σειρά άρθρων και διηγημάτων για ξενόγλωσσους αναγνώστες. Συνεργάστηκε με τα ΜΜΕ Ηράκλειο StarΡυθμός 104,5Woman News. Εργάζεται ως καθηγήτρια αγγλικών ενώ παράλληλα σπουδάζει Ελληνικό Πολιτισμό στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Για τα έργα της Το στοιχειωμένο πλοίο στην άκρη του μόλου και Ο μικρούλης Μίκο και η λίμνη Μπλου έχει λάβει το Α’ Βραβείο στην κατηγορία Διήγημα – Μυθιστόρημα από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών (2019). Επίσης , έχει λάβει το τιμητικό βραβείο Μουσών από το λογοτεχνικό περιοδικό Κέφαλος (2019).